Φέρτε μας το κέντρο μας πίσω
Ενας από τους πολλούς λόγους που απολαµβάνω το πολύ σηµαντικό συνέδριο της «Κ» και των συνδιοργανωτών της για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης (ολοκληρώνεται σήµερα) είναι ότι φιλοξενείται στο νέο αµφιθέατρο της αναβαπτισµένης Εθνικής Πινακοθήκης. Μου αρέσει ότι πραγµατοποιείται στο κέντρο, ότι υπάρχει σταθµός µετρό στα 80 µέτρα, ότι µπορείς να περπατήσεις 15 λεπτά και να είσαι στο Σύνταγµα. Σκέφτοµαι ότι σε ένα χρόνο από σήµερα, ακριβώς απέναντι θα ετοιµάζεται να ανοίξει το νέο Χίλτον που δεν θα λέγεται Χίλτον και δεν θα είναι (ευτυχώς) µόνο ξενοδοχείο. Αναλογίζοµαι πόσες φορές έχω «ταξιδέψει» στην άλλη άκρη της Αθήνας (ή της Αττικής) για να παρακολουθήσω ένα συνέδριο, µια οµιλία, για να συναντήσω φίλους ή για να διασκεδάσω.
Η μητροπολιτική µεταµόρφωση της Αθήνας για την οποία τόσο κοµπάζαµε στο γύρισµα του αιώνα δείχνει να µας παρέσυρε σχεδόν υπνωτισµένους σε ένα δήθεν αποκεντρωµένο µοντέλο που «ρουφούσε» σαν ηλεκτρική
σκούπα όλες τις νέες υποδοµές, είτε επειδή εκεί υπήρχε ελεύθερη γη είτε επειδή αυτό πρόσταζε η «µόδα» της εποχής. Φέρτε στο µυαλό σας όλα τα νέα τοπόσηµα της πόλης της πρώτης εικοσαετίας του νέου αιώνα: όλα (πλην του Μουσείου Ακρόπολης, ίσως) βρίσκονται εκτός κέντρου.
Κι όλα αυτά, θεωρητικά, στο όνοµα της αποσυµφόρησης του αποψιλωµένου κέντρου. Εκεί, δηλαδή, που κατασκευάσαµε το πιο οικολογικό µέσο µαζικής µεταφοράς, το µετρό, φροντίσαµε την ίδια στιγµή να το «αδειάσουµε» από χρήσεις που δίνουν ζωή σε µια πόλη. Και ξυπνήσαµε µια µέρα που κανείς πια δεν έχει λόγο να κατεβαίνει στο κέντρο: τα γραφεία και οι επιχειρήσεις µετακόµισαν στις µεγάλες λεωφόρους, ο κορµός της εµπορικής δραστηριότητας χτίστηκε σχεδόν εξαρχής εκτός κέντρου (µε την εξαίρεση της Ερµού), τα συνέδρια γίνονται κατά κύριο λόγο εκτός κέντρου, ενώ µια νέα πόλη χτίζεται στο Ελληνικό. Οταν ξεκινούσα να εργάζοµαι, στα µέσα της δεκαετίας του ’90, όλα ήταν στο κέντρο: η εργασία µου, τα καταστήµατα που προτιµούσα, τα µέρη που έβγαινα. Τριάντα χρόνια µετά, εργάζοµαι στο Νέο Φάληρο, ψωνίζω και συναντώ φίλους συχνά εκτός κέντρου.
Εχουμε, λοιπόν, ανάγκη επενδύσεις που να αφήνουν κάτι στην πόλη: να δηµιουργούν προορισµούς που θα µας υπενθυµίζουν ότι το κέντρο δεν είναι κάποιο εξωτικό µέρος µόνο για σουλάτσο και παγωτό. Ακόµη και τα ξενοδοχεία οφείλουν να σκέφτονται την πόλη διπλά και τριπλά: να προνοούν για χώρους κοινωνικής συναναστροφής που να περιλαµβάνουν και τους ντόπιους, εµάς· όχι µόνο εξωφρενικά ακριβά εστιατόρια που δεν πλησιάζει κανείς.
Πριν από λίγες ηµέρες συνάντησα µια καλή φίλη στη Φωκίωνος Νέγρη κι επειδή ο καιρός ήταν γλυκός αποφάσισα να γυρίσω στο Παγκράτι µε τα πόδια. Η µέρα ήταν Παρασκευή και η ώρα λίγο µετά τις 10.30 το βράδυ. Σε όλη τη διαδροµή από την Πατησίων µέχρι το Πολεµικό Μουσείο, περίπου 3,5 χιλιόµετρα απόσταση, είναι ζήτηµα να συνάντησα άλλους 50 πεζούς. Ερηµιά, σκοτάδι, καχυποψία για τον διπλανό ή τον απέναντι. Αυτή η µαύρη τρύπα πρέπει να κλείσει.
Εκεί που κατασκευάσαμε το πιο οικολογικό μέσο μετακίνησης, το μετρό, φροντίσαμε την ίδια στιγμή να το «αδειάσουμε» από χρήσεις που δίνουν ζωή σε μια πόλη.