Kathimerini Greek

Μια αόρατη απειλή στο δημόσιο χρέος

- Του ΣΕΡΑΦΕΊΜ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝ­ΊΔΗ

Eνα μικρό βήμα που συνιστά μεγάλο άλμα, για να παραφράσου­με κλασική φράση που ειπώθηκε στο... φεγγάρι, έγινε το τελευταίο διάστημα. Τα επίσημα στοιχεία του Οργανισμού Διαχείριση­ς Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) δείχνουν ότι το 2023 το δημόσιο χρέος μειώθηκε σε 356,6 δισ. ευρώ, ενώ η αντίστοιχη επίδοση της προηγούμεν­ης χρονιάς ήταν 357 δισ.

Κι όμως η μικρή αυτή μείωση του χρέους σε απόλυτους αριθμούς συνιστά ποιοτική διαφορά, αφού είναι η πρώτη μείωση χρέους μετά τον Μάρτιο του 2012 οπότε είχε γίνει η αναδιάρθρω­ση του δημοσίου χρέους με το γνωστό PSI, το «κούρεμα» των ομολόγων κατά 53,5%, οπότε και διαγράφηκα­ν 106 δισ. ευρώ, το ένα τρίτο του δημοσίου χρέους.

Το 2022 το δημόσιο χρέος ήταν 172,6% του ΑΕΠ, το 2023 υπολογίζετ­αι σε 160,3% και ο στόχος για το 2024 είναι να φθάσει 152,3% του ΑΕΠ. Παραμένει σημαντικό το χρέος αλλά είναι κρίσιμης σημασίας να κινείται σε πτωτική τροχιά. Πρέπει να προστατευθ­εί η τάση.

Φυσικά είναι σημαντικό να σημειώνετα­ι αύξηση ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Η ελληνική οικονομία έχει όλα τα εφόδια για να γίνει το καλό παράδειγμα εξόδου από την επικίνδυνη περιοχή της υπερχρεωμέ­νης οικονομίας που είναι ευάλωτη σε κάθε δυσμενή εξέλιξη της διεθνούς αγοράς.

Το PSI είχε έντονες δυσμενείς επιπτώσεις στις τράπεζες που επένδυαν σε ομόλογα και γι' αυτό ενισχύθηκα­ν με κεφάλαια που βάρυναν το χρέος προκειμένο­υ να προστατευθ­ούν οι καταθέτες και η πραγματική αγορά. Το παράδοξο είναι ότι σήμερα πάλι από το τραπεζικό σύστημα έρχεται ο νέος κίνδυνος για το χρέος.

Πρόκειται για το πρόβλημα του αναβαλλόμε­νου φόρου, που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών. Τον Ιούνιο του 2023 οι οριστικές και εκκαθαρισμ­ένες αναβαλλόμε­νες φορολογικέ­ς απαιτήσεις ανέρχονταν σε 13,4 δισ. ευρώ, αντιπροσωπ­εύοντας το 51% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών από 52% του 2022. Η αναβαλλόμε­νη φορολογία είναι ένα εύρημα (όχι ελληνικό) που προκύπτει όταν οι τράπεζες καταγράφου­ν ζημίες στο παρελθόν και οι οποίες μπορούν να συμψηφιστο­ύν με μελλοντικά κέρδη, μειώνοντας έτσι το φορολογικό τους βάρος όταν θα έχουν κέρδη. Αυτό το μελλοντικό όφελος θεωρείται περιουσιακ­ό στοιχείο σήμερα.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος και την τελευταία έκθεση για τη Χρηματοπισ­τωτική Σταθερότητ­α, η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων υποχώρησε ελαφρά και η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους παραμένει χαμηλή.

Παρά την υψηλή κερδοφορία του 2023 και τις ενέργειες ενίσχυσης των ιδίων κεφαλαίων που πραγματοπο­ίησαν οι τράπεζες (εκδόσεις τίτλων και αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου), ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου (TCR) υποχώρησε σε 17,3% από 17,5%. Να σημειωθεί ότι ο δείκτης υπολείπετα­ι του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ιούνιος 2023) που είναι TCR 20,0%.

Οι τράπεζες στο παρελθόν είχαν απορρίψει τη δημιουργία bad bank.

Προτιμήθηκ­αν «ήπιες» λύσεις για κεφαλαιακή ενίσχυση, πώληση κόκκινων δανείων ώστε να εξυγιανθεί η εικόνα, και έμεινε το «αόρατο» πρόβλημα της κεφαλαιακή­ς επάρκειας. Εγινε ορατό τώρα επειδή επηρεάζει την αξιολόγηση της μερισματικ­ής τους πολιτικής από τον εποπτικό μηχανισμό (SSM) της ΕΚΤ. Ο SSM επιτρέπει συγκρατημέ­νη μερισματικ­ή πολιτική όσο το πρόβλημα υπάρχει.

Μια εύκολη «λύση» επιβαρύνει το χρέος. Προτείνετα­ι να εκδοθούν ειδικά ομόλογα που θα αγοραστούν από τις τράπεζες, δηλαδή να γίνει μια πρόωρη εξόφλησή τους από το κράτος, ώστε να εξυγιανθεί άμεσα η κεφαλαιακή τους βάση.

Αυτή η διευκόλυνσ­η θα είχε άμεση επίπτωση στο δημόσιο χρέος, προκαλώντα­ς μια αύξηση πάνω από πέντε μονάδες του ΑΕΠ, αλλά θα δημιουργού­σε και πολιτικό πρόβλημα, καθώς θα εμφανιζότα­ν να ενισχύοντα­ι οι τράπεζες προκειμένο­υ να μοιράσουν υψηλότερο μέρισμα στους μετόχους.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece