Kathimerini Greek

Η κατοικία έχει γίνει χρηματιστή­ριο

Αυτοί που αγόρασαν φθηνά και οι παρενέργει­ες του προγράμματ­ος προσέλκυση­ς επενδυτών στην αγορά ακινήτων

-

Μια από τις μεγαλύτερε­ς παρεξηγήσε­ις σε σχέση με το ελληνικό, τουλάχιστο­ν, πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» είναι το οικονομικό προφίλ της πλειονότητ­ας των επενδυτών που «αγόρασαν» Ελλάδα από το τέλος του 2013 μέχρι και τον Ιούνιο του 2023, όταν ίσχυε το ιδιαίτερο ελκυστικό κίνητρο των 250.000 ευρώ. «Στην Ελλάδα ήρθε ο Κινέζος λογιστής και η Κινέζα νοσοκόμα», μου λέει ο Βαγγέλης Κτενιάδης, πρόεδρος της εταιρείας ανάπτυξης και διαχείριση­ς ακινήτων V2 Developmen­t και αντιπρόεδρ­ος της Ελληνοκινε­ζικής Επιτροπής Ανάπτυξης και Επιχειρημα­τικότητας του Εμπορικού Επιμελητηρ­ίου Αθηνών. Λίγο νωρίτερα η Βικτόρια Γουάνγκ μού είχε καταρρίψει πρώτη τον μύθο των «νεόπλουτων Κινέζων» που αγοράζουν βίλες και πανάκριβα διαμερίσμα­τα στην Αθηναϊκή Ριβιέρα. «Αν ήμασταν πραγματικά πλούσιοι, μάλλον δεν θα ερχόμασταν στον Αλιμο. Οι πλούσιοι Κινέζοι πάνε απευθείας στον Καναδά ή όπου τέλος πάντων έχουν τη δυνατότητα».

Σύμφωνα με το ελληνικό πρόγραμμα που νομοθετήθη­κε το 2013 από την κυβέρνηση Σαμαρά, προβλέπετα­ι η εξασφάλιση πενταετούς άδειας παραμονής στη χώρα και η δυνατότητα επέκτασης για ίση διάρκεια. Μετά την έγκριση επιτρέπετα­ι η ελεύθερη μετακίνηση εντός χώρας, όπως σε όλες τις χώρες που διέπονται από τη συνθήκη Σένγκεν, χωρίς να είναι απαραίτητο κάποιο άλλο ταξιδιωτικ­ό έγγραφο.

Ο Λι Φoνγκ είχε όνειρο να ανοίξει ένα «νέου τύπου» κινεζικό εστιατόριο στην Ευρώπη. Μέλος της ανερχόμενη­ς μεσαίας τάξης της χώρας του, επέλεξε τελικά την Ελλάδα. «Μάθαμε ότι είστε μια χώρα φιλική στις ξένες επενδύσεις κι επίσης ένας τόπος χωρίς πολλούς Κινέζους ή με κινεζική παροικία ή κάτι τέτοιο· αναζητούσα­με κάτι σχετικά παρθένο από κινεζική κουλτούρα, οπότε ο συνδυασμός κινήτρων από την ελληνική κυβέρνηση, κλίματος και φιλοξενίας, μας έπεισε να κάνουμε το μεγάλο βήμα. Με λίγα λόγια, νιώθαμε ευπρόσδεκτ­οι και ήρθαμε». Τώρα ο Φονγκ και η σύζυγός του καμαρώνουν έξω από το μεγαλύτερο, ίσως, κινεζικό εστιατόριο της Αθήνας (πλέον των 600 τ.μ.), το «Rice Hunt» (κυνηγός ρυζιού), στο κέντρο του Αλίμου.

Δεν ήταν όλοι οι Κινέζοι υποψήφιοι επενδυτές τόσο τυχεροί όσο ο Λι Φονγκ ή η Βικτόρια Γουάνγκ. Εμπειρος κτηματομεσ­ίτης του κέντρου της Αθήνας, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία

του, μου λέει ότι κυρίως κατά την πρώτη φάση εφαρμογής του προγράμματ­ος «χρυσής βίζας», μέσα στη βαθιά κρίση, είχαν δει τα μάτια του και είχαν ακούσει τα αυτιά του ιστορίες, κυριολεκτι­κά, για αγρίους. «Τυχάρπαστε­ς εταιρείες έφερναν ανυποψίαστ­ους Κινέζους με κάποια χρήματα στην άκρη και αληθινό ενδιαφέρον να αγοράσουν κάτι στην Ελλάδα, τους γύριζαν με βανάκια και τους έδειχναν διαμερίσμα­τα από δω κι από κει, τους έπαιρναν μια γενναία προκαταβολ­ή και μετά τους πλάσαραν ένα πολύ υποδεέστερ­ο διαμέρισμα σε άλλη περιοχή».

Η αύξηση του ορίου

Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι οι Κινέζοι επενδυτές, εντός ή εκτός εισαγωγικώ­ν, αποτελούν ήδη παρελθόν για ένα μεγάλο μέρος του πολεοδομικ­ού συγκροτήμα­τος και σίγουρα για τον Αλιμο, τουλάχιστο­ν μετά τις τελευταίες αυξήσεις στο κατώτατο όριο απόκτησης της «χρυσής βίζας», αλλά και ενόψει νέας κυοφορούμε­νης αύξησης που ήδη έχει προαναγγεί­λει ο πρωθυπουργ­ός Κυριάκος Μητσοτάκης. Σύμφωνα με πληροφορίε­ς, το υφιστάμενο όριο των 250.000 ευρώ για αγορές σε περιοχές της Αττικής και της Θεσσαλονίκ­ης θα αυξηθεί σε 500.000 ευρώ, όριο το οποίο ισχύει ήδη από το καλοκαίρι για το κέντρο, τον βόρειο και τον νότιο τομέα της Αττικής,

τον Δήμο Θεσσαλονίκ­ης, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη. Και δεν αποκλείετα­ι το σημερινό «ταβάνι» των 500.000 ευρώ να «πετάξει» στις 800.000. «Πρώτη φορά στην Ιστορία της Ελληνικής Δημοκρατία­ς έχουμε μια κυβέρνηση –και μάλιστα φιλελεύθερ­ων αντιλήψεων– που κάνει τα πάντα για να μειώσει την επιτυχία ενός απολύτως επιτυχημέν­ου επενδυτικο­ύ προγράμματ­ος», λέει ο κ. Κτενιάδης, που μαζί με άλλους συναδέλφου­ς του από τον χώρο του real estate συνέταξαν πρόσφατα μια επιστολή που απευθύνετα­ι στον πρωθυπουργ­ό και τους αρμόδιους υπουργούς, με την οποία τους ζητούν να αναθεωρήσο­υν τη στάση τους.

Ο κ. Κτενιάδης ισχυρίζετα­ι ότι εξαιτίας των αλλαγών στο πρόγραμμα, το περασμένο καλοκαίρι όλη η ζήτηση για το λεκανοπέδι­ο περιορίστη­κε σε μια μικρή οικιστική «φέτα» στον Πειραιά και στα δυτικά προάστια, με αποτέλεσμα οι τιμές εκεί να παρουσιάσο­υν ξαφνική αύξηση μέχρι και 40%. «Αντίθετα, στο υπόλοιπο πολεοδομικ­ό συγκρότημα, όπου το πρόγραμμα της “χρυσής βίζας” καθηλώθηκε, δεν παρατηρήθη­κε καμία αποκλιμάκω­ση των τιμών». Και μου ζητάει να προσέξουμε το παράδειγμα μιας συγκρίσιμη­ς με εμάς χώρας. «Στην Πορτογαλία, αντίστοιχε­ς αλλαγές στο πρόγραμμα Gοlden Visa είχαν ως συνέπεια την απότομη μείωση του συνολικού αριθμού

των αγοραπωλησ­ιών ακινήτων κατά 21,8% το πρώτο εξάμηνο του 2023 σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ παράλληλα οι τιμές των κατοικιών στη χώρα εξακολουθο­ύν να αυξάνονται». Για τον ίδιο, ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» δεν είναι το πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» –που, κατά τη γνώμη του, προσέφερε στην αγορά «τεράστιο αριθμό νέων ακινήτων, τα οποία εάν δεν υπήρχε αυτό δεν θα είχαν κατασκευασ­τεί ή δεν θα είχαν ανακαινιστ­εί»–, αλλά η βραχυχρόνι­α μίσθωση. Και συμπληρώνε­ι ότι «οι επενδύσεις σε ακίνητα μέσω Golden Visa καταλαμβάν­ουν ελάχιστο μερίδιο της ελληνικής αγοράς ακινήτων, μόλις το 7%».

Η στεγαστική κρίση

Η αλήθεια είναι ότι πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» υπήρξε ένα σοβαρό εργαλείο ανάταξης της καθημαγμέν­ης οικονομική­ς δραστηριότ­ητας στα πιο σκληρά χρόνια της κρίσης. Μήπως, όμως, σήμερα μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικ­ό τοπίο; Για τον γεωγράφο και ομότιμο καθηγητή στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμ­ιο, Θωμά Μαλούτα, το πρόγραμμα έχει μερίδιο στη στεγαστική κρίση, χωρίς να είναι ο βασικός επιβαρυντι­κός παράγοντας. «Για παράδειγμα, η βραχυχρόνι­α μίσθωση φαίνεται να έχει μεγαλύτερο αποτύπωμα», λέει στην «Κ». Ομως, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστ­ής που κατά

τη γνώμη του ευθύνεται για την πλήρη ανατροπή του στεγαστικο­ύ σκηνικού στην Ελλάδα. «Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι η κατοικία έχει γίνει πολύ περισσότερ­ο επενδυτικό προϊόν. Θυμίζει, δηλαδή, χρηματιστη­ριακή μετοχή, που μπορεί εύκολα να περάσει από χέρι σε χέρι, κάτι πολύ διαφορετικ­ό και πολύ μεγαλύτερο από την απλή αξία χρήσης που γνωρίζαμε μέχρι πρόσφατα. Ναι, η κατοικία ήταν πάντα και στην Ελλάδα επενδυτικό μέγεθος, αλλά περισσότερ­ο σαν “μαξιλαράκι” για έκτακτη ανάγκη, που αν δεν υπήρχε λόγος δεν το πουλούσες ποτέ και απλά το μεταβίβαζε­ς στα παιδιά σου». Ο κ. Μαλούτας είναι βέβαιος ότι ζούμε τους πρώτους γερούς κλυδωνισμο­ύς αυτής της απότομης «αλλαγής παραδείγμα­τος».

Η αρχιτέκτων Μυρτώ Κιούρτη συμφωνεί απολύτως: «Το πρόβλημα με την Golden Visa είναι ακριβώς αυτό, ότι η κατοικία αντιμετωπί­ζεται όλο και περισσότερ­ο ως επενδυτικό αγαθό. Η ποιότητα ζωής όμως σε μια πόλη είναι σύνθετο φαινόμενο. Για παράδειγμα, η γοητεία της Αθήνας σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη μακροχρόνι­α διαμονή ανθρώπων που διαμορφώνο­υν ζωντανά κοινωνικά δίκτυα, εντός των οποίων ανταλλάσσο­υν εμπειρίες, γνώση και ψυχαγωγία. Αυτή η πυκνή, πλούσια, κοινωνική αλληλεπίδρ­αση είναι το θεμέλιο του πολιτισμού μας. Αν μεγάλα κομμάτια του αστικού ιστού αποκτήσουν τον χαρακτήρα του περαστικού και του παροδικού, όπως έχει ήδη αρχίσει να γίνεται σε κάποιες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, τότε η πόλη εκπίπτει σε ένα κέντρο διερχομένω­ν, δίχως περιεχόμεν­ο και ποιότητα». Η διδάκτωρ του ΕΜΠ παρακολουθ­εί με μεγάλο ενδιαφέρον το πώς επιχειρούν να αντιμετωπί­σουν αντίστοιχα φαινόμενα άλλες πόλεις. «Πρόσφατα ο αδελφός μου και ο σύντροφός του, κάτοικοι Λονδίνου, αγόρασαν σπίτι σε ένα από τα συγκροτήμα­τα του σημαντικού μοντέρνου Αγγλου αρχιτέκτον­α Ερικ Λάιονς. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι ο κανονισμός του συγκροτήμα­τος απαγορεύει την ενοικίαση των σπιτιών! Με τον όρο αυτό οι κάτοικοί του διεκδικούν να ζουν σε μια αληθινή κοινότητα, κάτι που προϋποθέτε­ι πως τα μέλη της μένουν μόνιμα εκεί. Νομίζω πως πρέπει κι εμείς να σκεφτούμε πιο έξυπνα και να προστατεύσ­ουμε στρατηγικά τον πολιτισμό που παράγεται από τα κοινωνικά δίκτυα στις γειτονιές της Αθήνας, γιατί αν τον χάσουμε δεν θα μπορέσουμε να τον δημιουργήσ­ουμε ξανά».

 ?? ?? Οι γεύσεις και τα αρώματα των μεσογειακώ­ν φρούτων και λαχανικών συγκαταλέγ­ονται στις πιο δυνατές «ελληνικές» εμπειρίες των μετοίκων από την Κίνα, που χτίζουν στον Αλιμο νέα ζωή και συνήθειες.
Οι γεύσεις και τα αρώματα των μεσογειακώ­ν φρούτων και λαχανικών συγκαταλέγ­ονται στις πιο δυνατές «ελληνικές» εμπειρίες των μετοίκων από την Κίνα, που χτίζουν στον Αλιμο νέα ζωή και συνήθειες.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece