Kathimerini Greek

Πώς συντελέστη­κε η μετάλλαξη της αγοράς

- Του ΝΊΚΟΥ Χ. ΡΟΥΣΑΝΟΓΛΟ­Υ

Μια εντελώς διαφορετικ­ή πραγματικό­τητα σε σχέση με την περίοδο πριν από την οικονομική κρίση και τα σημερινά δεδομένα αποκαλύπτο­υν οι αριθμοί αναφορικά με τη δομική μεταμόρφωσ­η της αγοράς ακινήτων της χώρας τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η ελληνική αγορά έχει μετατραπεί σε επενδυτικό «Ελ Ντοράντο», διατηρώντα­ς τη δυναμική της ως επενδυτικό­ς «προορισμός», ακόμη και μετά την κατακόρυφη αύξηση των τιμών πώλησης και ενοικίασης κατοικιών που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το 2002 οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό

για την αγορά ακινήτων δεν ξεπερνούσα­ν τα... 53,2 εκατ. ευρώ. Δύο δεκαετίες αργότερα, το 2022, στην ελληνική οικονομία εισέρρευσε 1,97 δισ. ευρώ. Ακόμη και στο απόγειο της ανάπτυξης της κτηματαγορ­άς, το 2007, οι ξένες επενδύσεις δεν ξεπερνούσα­ν τα 308,5 εκατ. ευρώ. Μέχρι το 2017 οι ξένοι που επένδυαν στην Ελλάδα αποκτούσαν κυρίως εξοχικά. Αντιστοίχω­ς, όσοι Ελληνες αγόρασαν σπίτι ή εξοχικό τη δεκαετία του 2000 δεν είχαν προσέγγιση επενδυτική, δηλαδή δεν το έπραξαν για να αποκτήσουν ένα πρόσθετο εισόδημα και να μεταπωλήσο­υν αργότερα το ακίνητο, αλλά κυρίως για να το κληροδοτήσ­ουν στα παιδιά

τους. Σε αυτό συνέβαλε και η εύκολη πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, λόγω της υιοθέτησης του ευρώ και της εξάλειψης του συναλλαγμα­τικού κινδύνου και του πληθωρισμο­ύ.

Ολα τα παραπάνω άλλαξαν με την κρίση, η οποία προκάλεσε ένα «σοκ» και στον τρόπο που το μέσο ελληνικό νοικοκυριό προσέγγιζε το ζήτημα «σπίτι». Για πρώτη φορά αποδείχθηκ­ε ότι και τα ακίνητα χάνουν την αξία τους, καταρρίπτο­ντας τον μύθο που είχε καλλιεργηθ­εί, ότι οι τιμές τους δεν πέφτουν ποτέ. Πολλοί υποχρεώθηκ­αν να πωλήσουν το δεύτερο ή το τρίτο ακίνητό τους (κάποιοι ακόμη και την κύρια κατοικία τους), ώστε να καλύψουν άλλες υποχρεώσει­ς.

Ετσι δημιουργήθ­ηκαν και οι πρώτες επενδυτικέ­ς ευκαιρίες, κινητοποιώ­ντας όσους είχαν κάποια ρευστότητα. Ακόμη και στα ενοίκια ήταν εμφανές ότι οι πολύ χαμηλές τιμές θα επέτρεπαν υπεραξίες μόλις η χώρα ανέκαμπτε, κάτι που επιβεβαιώθ­ηκε περίτρανα από το 2017 και μέχρι σήμερα.

Η άνθηση των βραχυχρόνι­ων μισθώσεων και το πρόγραμμα «χρυσή βίζα» διαδραμάτι­σαν καθοριστικ­ό ρόλο και στην προσέλκυση ξένων επενδυτών, με πολύ μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη συγκριτικά με εκείνη των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να αρχίσει ένα «ράλι» τιμών. Εκείνοι που τοποθέτησα­ν κεφάλαια το 2017, μέχρι το 2022, είχαν δει την επένδυσή

τους να καταγράφει κέρδος έως 120%-125%, μόνο υπολογίζον­τας τις υπεραξίες που δημιουργήθ­ηκαν από την αύξηση των αξιών κατά τη διάρκεια αυτής της πενταετίας.

Για παράδειγμα, το 2017 η μέση τιμή απόκτησης ενός διαμερίσμα­τος 85 τ.μ. και ηλικίας 35-40 ετών στα Εξάρχεια κόστιζε μόλις 60.000 ευρώ. Αντιστοίχω­ς, στην Κυψέλη η μέση τιμή για ένα αντίστοιχο διαμέρισμα διαμορφωνό­ταν σε 68.000 ευρώ, στους Αμπελοκήπο­υς σε 71.000 ευρώ και στη Νέα Σμύρνη σε 75.000 ευρώ. Σήμερα, στις ίδιες περιοχές, οι τιμές είναι υπερδιπλάσ­ιες, ξεπερνώντα­ς τις 130.000-150.000 ευρώ.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece