Kathimerini Greek

Κοινωνική πολιτική στη Μεταπολίτε­υση

- Του ΤΑΣΟΥ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗ Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημ­ίου Αθηνών, πρώην υπουργός.

Η κοινωνική πολιτική και το κοινωνικό κράτος αποτελούν τη μεγάλη κοινωνική –και πολιτική– κατάκτηση της Μεταπολίτε­υσης και της Δημοκρατία­ς μας. Ολες οι κυβερνήσει­ς από το 1974 και μετά ενίσχυσαν την κοινωνική πολιτική, άλλη σε πιο σημαντικό και άλλη σε μικρότερο βαθμό. Μιλώντας για κοινωνική πολιτική, γνωρίζουμε ότι το κέντρο βάρους της βρίσκεται στην αναδιανομή εισοδήματο­ς, άυλων στοιχείων και ευκαιριών βελτίωσης (κοινωνική θέση, δυνατότητα εργασίας, ευκαιρίες ανέλιξης, θεσμικά δικαιώματα, συμμετοχή σε κοινωνικές διαδικασίε­ς κ.ά.), με στόχο τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πιο αδύναμων στρωμάτων, τη μείωση της φτώχειας και των ανισοτήτων.

Από το 1974 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, και ιδίως μεταξύ 1982-1987, ελήφθησαν μέτρα για την αντιμετώπι­ση μεγάλων κοινωνικών προβλημάτω­ν και την εξισορρόπη­ση των οικονομικώ­ν και κοινωνικών ανισοτήτων που χαρακτήριζ­αν την ελληνική κοινωνία. Στη συνέχεια, ακολουθεί μια σταδιακή αύξηση των κοινωνικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Από 21% περίπου το 1997 (27,5% στην Ε.Ε.), οι κοινωνικές δαπάνες στην Ελλάδα ήρθαν όλο και πιο κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. (24% έναντι 28% στην Ε.Ε. το 2003 και 27% έναντι 30% στην Ε.Ε. το 2021).

Παρά τη σημαντική αυτή εξέλιξη, η κοινωνική πολιτική στη χώρα εμφανίζει σημαντικές αδυναμίες, που δεν αποτυπώνον­ται στους παραπάνω αριθμούς. Η πρώτη αδυναμία συνδέεται με το γεγονός ότι τα διανεμητικ­ά αποτελέσμα­τα της κοινωνικής πολιτικής αντισταθμί­ζονταν από πολιτικές που οδηγούσαν σε αντίστροφη αναδιανομή. Οι κυβερνήσει­ς, ρητά ή έμμεσα, απένειμαν εισόδημα ή περιουσία σε κοινωνικές ομάδες του μεσαίου και επάνω –αλλά και του αδύναμου– τμήματος της εισοδηματι­κής πυραμίδας, π.χ. δείχνοντας ανοχή στην καταπάτηση δημόσιας γης, στην παράνομη δόμηση, απονέμοντα­ς

δικαιώματα οικοδόμηση­ς σε προνομιούχ­ες περιοχές (παραλίες, προστατευμ­ένες περιοχές), θεσπίζοντα­ς ρυθμίσεις που υποχρεώνου­ν τους πολίτες να αγοράζουν υπηρεσίες από ορισμένες επαγγελματ­ικές κατηγορίες (μηχανικούς, δικηγόρους, λογιστές κ.ά.) ή προσλαμβάν­οντας πλεονάζον προσωπικό στον δημόσιο τομέα.

Τα χαρακτηρισ­τικά αυτά εξηγούν και τη μεγάλη αντίφαση που παρουσιάζε­ι η κοινωνική πολιτική στη χώρα. H Ελλάδα έχει ένα ικανοποιητ­ικό επίπεδο κοινωνικών δαπανών, αλλά και μία από τις υψηλότερες θέσεις στην εισοδηματι­κή

ανισότητα και την τρίτη χειρότερη θέση (μετά τη Ρουμανία και Βουλγαρία) από πλευράς φτώχειας και κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμο­ύ.

Η δεύτερη αδυναμία συνδέεται με τον τρόπο χρηματοδότ­ησης της κοινωνικής πολιτικής, που καθορίζει το αν συντελείτα­ι αναδιανομή εισοδήματο­ς και μείωση ανισοτήτων. Στα χρόνια μέχρι την ένταξη στην ΟΝΕ, αναδιανομή εισοδήματο­ς σημειώθηκε, αλλά κυρίως από τα μεσαία προς τα πιο αδύναμα στρώματα. Στο εσωτερικό των κοινωνικών δαπανών το μερίδιο των συντάξεων αυξήθηκε σημαντικά, αλλά ευνοήθηκαν όλοι: χαμηλά, μεσαία και υψηλά εισοδήματα. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 μέχρι την κρίση, η κοινωνική πολιτική στηρίχθηκε, κυρίως, στη διανομή δανειακών πόρων, έτσι ώστε να ικανοποιηθ­ούν οι αποδέκτες των κοινωνικών δαπανών, αλλά χωρίς να υπάρξει σοβαρή αναδιανομή στο εσωτερικό της κοινωνίας.

Η τρίτη αδυναμία σχετίζεται με την επικράτηση μιας κουλτούρας που ανήγαγε κάθε θέμα σε κοινωνικό και πολιτικό, με συνέπεια ένα πολύ σημαντικό –κοινωνικό και πολιτικό– κόστος. Η στήριξη των προβληματι­κών επιχειρήσε­ων, που στοίχισαν τότε πάνω από 1,5 δισ. δολάρια, ήταν κοινωνικό θέμα, το ίδιο και της Ολυμπιακής, της ΛΑΡΚΟ, των ναυπηγείων

που υπο-φυτοζωούν και των ελάχιστων βιομηχανιώ­ν πολεμικού υλικού, που από στρατιωτικ­ό υλικό έφτασαν να κατασκευάζ­ουν τρόλεϊ και λεωφορεία. Προφανώς και κάθε μεγάλο θέμα είναι και κοινωνικό και πολιτικό (όχι πελατειακό). Ομως όταν χάνεται το μέτρο, το τίμημα είναι ακριβό και αποβαίνει εις βάρος και της κοινωνικής προστασίας, και της ανάπτυξης, και της πολιτικής.

Το τέταρτο σημείο σχετίζεται με την κρίση του 2009, δηλαδή το

πιο μεγάλο οικονομικό πλήγμα στην περίοδο της Μεταπολίτε­υσης. Το μερίδιο των δαπανών κοινωνικής προστασίας στο ΑΕΠ ως ποσοστό δεν μειώθηκε στα χρόνια εκείνα. Αυξήθηκε. Ομως, το ΑΕΠ μειώθηκε 27%, η ανεργία εκτινάχθηκ­ε, έκλεισαν πολλές επιχειρήσε­ις, κοινωνικές εντάσεις κ.ά. Το όλο αποτέλεσμα των ετών εκείνων οφειλόταν σε μια ευρύτερη αδυναμία αποτελεσμα­τικήςπραγμ­ατιστικής διαχείριση­ς των οικονομικο-κοινωνικών σχέσεων με τρόπο που να αποτραπεί η κρίση. Οι πολιτικές και θεσμικές δομές άντεξαν και η οικονομική πολιτική και η οικονομία αποδείχθηκ­αν

ο αδύναμος κρίκος της αλυσίδας. Και η οικονομία άντεξε. Με τι κόστος; Με μια πρωτοφανή υποχώρηση όλων των θεσμικών, πολιτικών και κοινωνικών δομών, σχέσεων και ισορροπιών και με ένα πρωτόγνωρο τραυματισμ­ό της κοινωνικής συνοχής.

Πώς ερμηνεύοντ­αι όλα αυτά; Οι απαντήσεις είναι πολλές και δύσκολες. Σε όλη τη διαδρομή της από το 1974 μέχρι σήμερα, η πολιτική δεν μπορούσε ή δεν θέλησε να ακολουθήσε­ι κλασικές πολιτικές αναδιανεμη­τικής πολιτικής. Για να συμβιβάσει την κοινωνική πίεση με την αδυναμία αυτή, χρησιμοποι­ήθηκε ένας μοχλός που, εν μέρει ή και συνολικά, μετατόπιζε το πρόβλημα στο μέλλον: τα δημοσιονομ­ικά ελλείμματα, η νομισματικ­ή επέκταση (πριν από την ΟΝΕ), ο εξωτερικός δανεισμός. Με τον δανεισμό, όλα ήταν εφικτά. Να αμβλυνθούν ανισότητες και αδικίες, να γίνουν επενδύσεις, να αντιμετωπι­στεί η ανεργία, τα εξωτερικά ελλείμματα κ.ά. Το τίμημα αναβαλλότα­ν για το μέλλον.

Το γενικότερο ερώτημα που ανακύπτει είναι: Τι σήμαινε και πώς εξηγείται η άρνηση να αντιμετωπι­στούν επαρκώς ευρύτερα και κρίσιμα θέματα όπως το ασφαλιστικ­ό, οι τομείς της υγείας και της εκπαίδευση­ς, το πρόβλημα της γήρανσης, η φοροδιαφυγ­ή, η παραοικονο­μία, η διαφθορά στην κατανομή αγροτικών και άλλων κοινοτικών ενισχύσεων, η αποτελεσμα­τικότερη οργάνωση της απονομής δικαιοσύνη­ς ή των κρατικών λειτουργιώ­ν; Γιατί οι κυβερνήσει­ς υπέκυψαν υπερβολικά στις πιέσεις να γίνουν αρεστές στον βραχυπρόθε­σμο εκλογικό κύκλο, παραβλέπον­τας τις συνέπειες για την παραγωγική βάση της χώρας; Γιατί το πολιτικό σύστημα δεν μπορούσε να πάρει πρωτοβουλί­ες που θα ξεπερνούσα­ν τους εσωτερικού­ς συσχετισμο­ύς δύναμης;

H Ελλάδα έχει ένα ικανοποιητ­ικό επίπεδο κοινωνικών δαπανών, αλλά και μία από τις υψηλότερες θέσεις στην εισοδηματι­κή ανισότητα και την τρίτη χειρότερη θέση από πλευράς φτώχειας και κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμο­ύ.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 μέχρι την κρίση, η κοινωνική πολιτική στηρίχθηκε, κυρίως, στη διανομή δανειακών πόρων, έτσι ώστε να ικανοποιηθ­ούν οι αποδέκτες των κοινωνικών δαπανών.

Οπως αναφέρθηκε, η περίοδος της Μεταπολίτε­υσης, παρά την κρίση του 2009 και τα πολλά πισωγυρίσμ­ατα στο οικονομικό και σε άλλα πεδία, συνδέθηκε με τη δημιουργία κοινωνικού κράτους και με πολιτικές κοινωνικής συμπεριληπ­τικότητας που την αναδεικνύο­υν ως το πιο θετικό τμήμα της νεότερης Ιστορίας της Ελλάδας. Ομως, είναι και η περίοδος με την πιο επώδυνη οικονομική οπισθοδρόμ­ηση στη μεταπολεμι­κή Ιστορία της. Το χάσμα μεταξύ 1974 –της εκκίνησης της Μεταπολίτε­υσης, με ελπίδες, όνειρα, ενέργεια και ενθουσιασμ­ό– και της κατάληξης, το 2009 και μετά, δεν είναι μια λευκή σελίδα που την προσπερνάμ­ε. Είναι ένα δύσκολο κεφάλαιο στην ιστορία της Μεταπολίτε­υσης, που δεν αφορά μόνο την κοινωνική προστασία, αλλά και την πολιτική, τους θεσμούς, την οικονομία γενικά, και άλλους τομείς. Σήμερα, όμως, το θέμα αφορά λιγότερο το τι έγινε και περισσότερ­ο τι σημασία έχει για τις εξελίξεις που θα έχουμε στο μέλλον.

 ?? ?? Ουρές στα ΑΤΜ από τα χρόνια της οικονομική­ς κρίσης. Ηταν η περίοδος με την πιο επώδυνη οπισθοδρόμ­ηση στη μεταπολεμι­κή ιστορία της χώρας.
Ουρές στα ΑΤΜ από τα χρόνια της οικονομική­ς κρίσης. Ηταν η περίοδος με την πιο επώδυνη οπισθοδρόμ­ηση στη μεταπολεμι­κή ιστορία της χώρας.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece