Η εικόνα του στην Ελλάδα είναι «μονοκόμματη»
Οταν σπούδαζα αγγλική φιλολογία στο Κέμπριτζ, πριν από μισόν αιώνα, δεν είχα διαβάσει ούτε μία λέξη από τον Βύρωνα! Στο Ηνωμένο Βασίλειο η αναγνώρισή του ως ποιητή είχε μεγάλες διακυμάνσεις, κατά τη διάρκεια των 200 ετών από τον θάνατό του. Νομίζω ότι στη δεκαετία του '70 η δημοφιλία του ήταν χαμηλότερη απ' ό,τι σήμερα – και η άνοδός της έχει να κάνει περισσότερο με την κωμική ιδιοφυΐα των μεταγενέστερων ποιημάτων του και τη διαλεκτική ευφυΐα των επιστολών του, παρά με τα προγενέστερα ποιήματα του, όπως «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» και οι «Ανατολίτικες Μυθιστορίες», που τον καθιέρωσαν ως κορυφαία φυσιογνωμία του ευρωπαϊκού ρομαντισμού.
Στην Ελλάδα, η εικόνα του Βύρωνα εξακολουθεί να είναι «μονοκόμματη». Ο φιλελληνισμός του και ο θρύλος της ηρωικής αυτοθυσίας του στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ήταν που συνεπήραν τη λαϊκή φαντασία όταν πέθανε, και συνεχίζουν αμείωτα να τη συνεπαίρνουν. Διαπίστωσα πρόσφατα με έκπληξη ότι το μεγαλύτερο μέρος της ποίησής του δεν έχει μεταφραστεί ποτέ στα ελληνικά, ούτε και οι επιστολές του. Ενας λόγος μπορεί να είναι ότι ο Βύρων έγραψε στην πραγματικότητα πολύ λίγους στίχους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καθαρά «φιλελληνικοί». Τον γοήτευε η Ελλάδα, όμως μπορούσε να είναι τόσο επικριτικός απέναντι στους κατοίκους της όσο και απέναντι στους περισσότερους φίλους του. Θα ήθελα η επέτειος του θανάτου του να είναι μια ευκαιρία για τους Ελληνες να γνωρίσουν καλύτερα τον ήρωά τους, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πτυχές του χαρακτήρα του, με όλες τις αντιφάσεις του και την ικανότητά του να επανεφευρίσκει τον εαυτό του.
Στη Βρετανία, μας άφησε την αίσθηση του χιούμορ του και την επιδεξιότητά του στη χρήση της γλώσσας μας. Η αφοσίωσή του στον Αγώνα, που ήταν και αγώνας όλης της Ευρώπης, πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για την πιο εσωστρεφή εποχή μας. Οσο για την Ελλάδα, το γεγονός ότι η χώρα έγινε ένα σύγχρονο, ακόμη και πειραματικό, ευρωπαϊκό εθνικό κράτος όταν κέρδισε την ανεξαρτησία της, λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Βύρωνα, οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, εν μέρει στη στενή συνεργασία του με τον επαναστάτη ηγέτη Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.