«Ο Μπάιρον ξέρει πώς να το ζήσει το θείο Τραγούδι».
Ο Βύρων αποτελεί πάντα ενδιαφέρουσα μορφή στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, ωστόσο, έχει εμπνεύσει και πολλή κακή ποίηση. Οταν ο κόμης Διονύσιος Σολωμός ξαναδιάβασε την αδημοσίευτη ωδή του «Εις τον θάνατον τού Λόρδου Μπάϋρον» (1824), η λέξη που χρησιμοποίησε για να αξιολογήσει τις 166 στροφές του ήταν ακατάλληλη για μια εφημερίδα. Και ακολούθησαν πολλοί Ελληνες ποιητές, δημιουργώντας αυτό που ο Βύρων θα αποκαλούσε ειρωνικά «ομάδα γραφιάδων». Ωστόσο –εν μέρει χάρη στο παράδειγμα του Βύρωνα– η νεοελληνική ποίηση διαθέτει μια παράδοση υψηλής επινοητικότητας, και πολλοί ποιητές προσπάθησαν να συλλάβουν τις αμφισημίες του, ως ανθρώπου και ως ποιητή.
Το 1912, ο Κωστής Παλαμάς, ο εθνικός ποιητής εκείνης της εποχής, περιγράφει στο ποίημά του «Το περιβόλι» τον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι, με τους ανδριάντες του. Εκεί, στα μάτια του, ο Βύρων στεκόταν «απόμερα και μόνος, φεγγαροστάλαχτος, τρανός, από 'να θείο αστροπελέκι ζηλόφτονο σημαδευτός, Μπάιρον εσύ μεταγνωμένε, το νου ακατάδεχτο κρατάς, της αρνησιάς Ολύμπιος πάντα, του καταφρόνιου Σατανάς». Παρουσιάζει τον Βύρωνα ως τον Σατανά του Μίλτον, που εξέπεσε σε αυτό που ο Παλαμάς, κατά καιρούς, έβλεπε ως χαμένη υπόθεση. Ο Κώστας Καρυωτάκης, το 1924 –εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Βύρωνα και δύο χρόνια μετά την αποτυχία της Μικρασιατικής Εκστρατείας– προσπάθησε να χωρέσει τον ποιητή σε ένα σονέτο μόλις ενενήντα συλλαβών. Ξεκινάει με απόγνωση: «Ενοιωσεν ότι του ήσαν οι στίχοι άχαρη τύχη και ματαιότη», αλλά καταλήγει με αγαλλίαση: «Κι ο Μπάιρον ξέρει πώς να το ζήσει το θείο Τραγούδι».
Στις μέρες μας, αντίστοιχα, το σονέτο του Νάσου Βαγενά «Βύρωνας» (2010) φαίνεται αρχικά να ασπάζεται την απομυθοποίηση: «Ηρωας δεν ήσουν, ούτε βέβαια και παρίας. Εγνοια σου μόνη, να κοιμάσαι με τις Μούσες. Κι αν σου το 'λεγαν, θα γελούσες πως θα γινόσουν σύμβολο ελευθερίας». Πάντως, το ποίημα τελειώνει με μια έκκληση προς τον Βύρωνα: «Μια χάρη σου ζητώ. [...] δώσε μου έναν θάνατο σαν τον δικό σου».
Ο Βύρων, για τον Ελληνα ποιητή, ζει και βασιλεύει.