1,5 δισ. ευρώ για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία
Στη σκιά του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία αλλά και της έντονης ανησυχίας στις Βρυξέλλες για την πιθανή αλλαγή «ενοίκου» στον Λευκό Οίκο, η Κομισιόν παρουσίασε χθες την πρώτη ολοκληρωμένη στρατηγική της για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, με βασικό στόχο την επιτάχυνση της κοινής προμήθειας αμυντικών προϊόντων και τον ανεφοδιασμό των ευρωπαϊκών εργοστασίων, που «στεγνώνουν», λόγω των τρεχουσών αναγκών του Κιέβου. «Πρέπει να ανατροφοδοτήσουμε την αμυντική βιομηχανική μας ικανότητα τα επόμενα πέντε χρόνια», τόνισε πρόσφατα η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία τοποθετεί την εν λόγω στρατηγική και τη θέσπιση χαρτοφυλακίου επιτρόπου Αμυνας στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας της για παραμονή στο Μπερλεμόντ, η οποία όμως είναι συναφής
με το πολιτικό μανιφέστο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) που θα υιοθετηθεί την Πέμπτη στο συνέδριό του στο Βουκουρέστι.
Σύμφωνα με τη νέα ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανική στρατηγική (EDIS), η Ε.Ε. επιδιώκει επιτάχυνση παραγωγής όπλων διαθέτοντας κονδύλια για κοινά αμυντικά πρότζεκτ, ώστε η ευρωπαϊκή βιομηχανική βάση να είναι σε θέση να παρέχει όλα τα αμυντικά προϊόντα υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Στόχος είναι τα κράτη-μέλη να μπορούν να προμηθεύονται τουλάχιστον το 40% του αμυντικού εξοπλισμού τους συνεργατικά έως το 2030. Τόσο ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν όσο και η επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι η Κομισιόν «δεν αντικαθιστά τα κράτη-μέλη όσον αφορά τη διαχείριση των αμυντικών δαπανών τους», απλώς προτείνει μια κοινή στρατηγική που θα διασφαλίσει «ευρωπαϊκή αυτονομία» μέσω του ευρωπαϊκού αμυντικού επενδυτικού
προγράμματος (EDIP), που έρχεται ως συνέχεια των αντίστοιχων κανονισμών για κοινές προμήθειες (EDIRPA) και παραγωγή πυρομαχικών (ASAP) πέρυσι, ώστε να επιταχυνθεί η παραγωγή πυρομαχικών προς το Κίεβο.
Επί της ουσίας η Κομισιόν δίνει κίνητρα στις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες να ανταγωνιστούν τις αντίστοιχες αμερικανικές, καθώς και οι δύο Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισήμαναν ότι από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία το μεγαλύτερο
ποσοστό εξαγοράς οπλικών συστημάτων έγινε εκτός της Ενωσης. «Από το 2022, το 75% της αγοράς στρατιωτικών εξοπλισμών δόθηκε σε μη ευρωπαϊκές εταιρείες, εκ των οποίων το 68% ήταν αμερικανικές», ανέφερε ο Μπρετόν. Επομένως, στόχος της Ε.Ε. είναι να πραγματοποιηθεί έως και το ήμισυ των αγορών εξοπλισμών εντός του «μπλοκ» έως το 2035.
Ο ρόλος της Κομισιόν δεν είναι να γίνει «αγοραστής όπλων», ξεκαθάρισε ο Μπρετόν, αλλά διαμεσολαβητής προμηθειών μεταξύ κρατών-μελών και βιομηχανιών, όπως συνέβη με την παραγωγή εμβολίων στην πανδημία, ενώ θα καταγράφει δυνατότητες παραγωγής αλλά και ελλείψεις. Επομένως θα εξασφαλιστεί προβλεψιμότητα, ώστε να μειωθεί το ρίσκο των επενδύσεων, εξήγησε, ενώ θα υπάρχουν δυνατότητες για προτεραιοποίηση των παραγγελιών σε περιόδους κρίσεων, ώστε να διασφαλίζονται οι αλυσίδες αμυντικού εφοδιασμού.
Αυτό που προβληματίζει,
ωστόσο, τις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες είναι η γραφειοκρατία και η έλλειψη κονδυλίων. Η χρηματοδότηση άλλωστε της φιλόδοξης στρατηγικής θα αναμένει τον επόμενο επταετή προϋπολογισμό, το 2028, ενώ θα διατεθεί 1,5 δισ. ευρώ από τον τρέχοντα προϋπολογισμό για τη διετία 2025-2027. Για τον λόγο αυτό, η Κομισιόν ζητάει αλλαγή των κανονισμών λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), ώστε να μπορεί να συνδράμει με κονδύλια και για αμυντικά προγράμματα, ενώ ήδη αρκετά κράτη-μέλη, όπως η Γαλλία, θέτουν ζήτημα έκδοσης αμυντικών ομολόγων (European Defense Funds), που απορρίπτει προσώρας η Γερμανία. Για μικρότερα κράτη-μέλη –προφανώς και για τη χώρα μας– υπάρχουν αρκετές ευκαιρίες, όπως τόνισε η επίτροπος Βεστάγκερ, καθώς θα δοθούν κονδύλια και σε μικρομεσαίες αμυντικές επιχειρήσεις, ενώ ενδιαφέρον θα έχει η ενσωμάτωσή τους σε πανευρωπαϊκές αλυσίδες αμυντικής βιομηχανικής παραγωγής (FAST).
Η στρατηγική της Κομισιόν ενθαρρύνει τα κοινά πρότζεκτ μεταξύ των κρατών της Ε.Ε. – Τελικός στόχος, η δυνατότητα ανταγωνισμού με τις αμερικανικές εταιρείες.