Ηχος μιας Ελλάδας που άλλαζε
Ο συνθέτης Δήμος Μούτσης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών
Ολοι τον τραγουδήσαμε· οι λάτρεις της λαϊκής μουσικής και του έντεχνου τραγουδιού, οι οπαδοί του μπουζουκιού και της φυσαρμόνικας, εκείνοι που αγαπούν τον λυρισμό των στίχων του Νίκου Γκάτσου αλλά κι εκείνοι που προτιμούν τα κοφτερά λόγια του Κώστα Τριπολίτη.
Ο Δήμος Μούτσης, o οποίος έφυγε από τη ζωή χθες σε ηλικία 86 ετών, συνέθεσε μουσική κι έγραψε τραγούδια που ανταποκρίνονταν στον παλμό της εποχής τους, και στους ήχους μιας
Εμβληματικοί ήταν οι δίσκοι του «Αγιος Φεβρουάριος», «Συνοικισμός Α΄», η «Τετραλογία», αλλά και το «Φράγμα» και το «Ενέχυρο» τη δεκαετία του '80.
Ελλάδας που άλλαζε. Ετσι, ξεκινώντας από τη δεκαετία του '60 και συνεχίζοντας το '70 συνεργάστηκε με σπουδαίους λαϊκούς ερμηνευτές σαν τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Αντώνη Καλογιάννη στον «Συνοικισμό Α΄», τον Γρηγόρη Μπιθικώτση –στο αξεπέραστο «Μ' ένα παράπονο»– και στην πορεία τους νεότερους Μανώλη Μητσιά, Αλκηστι Πρωτοψάλτη, Δήμητρα Γαλάνη. Εμβληματικός ήταν ο δίσκος «Αγιος Φεβρουάριος» (1972) σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου με ερμηνευτές τον Δημήτρη Μητροπάνο και την Πετρή Σαλπέα, που γράφτηκε με αφορμή τα 50 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Σταθμός ήταν και η «Τετραλογία» (1975), όπου αναμετρήθηκε με την ποίηση των Καβάφη, Ρίτσου, Σεφέρη και Καρυωτάκη.
Επειτα έκανε μια παύση από το μουσικό προσκήνιο, όπως το συνήθιζε όταν διαφωνούσε
Ο Δήμος Μούτσης
στο σπίτι του, παραµονές Πρωτοχρονιάς του 1976.
με κάτι –εν προκειμένω τη σχέση της λαϊκής μουσικής με το παρόν– για να επανεφεύρει τον καλλιτεχνικό εαυτό του τη δεκαετία του 1980 με τους δίσκους «Φράγμα» και «Ενέχυρο», εγκαινιάζοντας και δισκογραφικά τη Μεταπολίτευση με κοφτερή γλώσσα.
Ηταν ιδιοφυής μουσικός και
συνθέτης, λένε εκείνοι που τον γνώρισαν, ήταν επίσης ταλαντούχος εικαστικός δημιουργώντας μόνος του πολλά εξώφυλλα των δίσκων του. Ηταν ιδιόρρυθμος αλλά ο καλύτερος συνεργάτης όταν κατακτούσες την εμπιστοσύνη του. Ηταν εκρηκτικός χαρακτήρας, είχε χιούμορ, ήταν τρυφερός, ήταν δύσκολος. Ηταν μάλλον όλα αυτά μαζί. Δυστυχώς έχουν παραμείνει στη ζωή λίγοι από τους παλιούς φίλους και συνεργάτες που τον γνώρισαν πραγματικά. Οπως θυμάται η παραγωγός Ντόρα Ρίζου, η οποία συνεργάστηκε μαζί του στη δισκογραφική εταιρεία Columbia, ο Μούτσης αγαπούσε πολύ τη μητέρα του, και όταν εκείνη έφυγε από τη ζωή «έκανε σαν το λιοντάρι στο κλουβί, βηματίζοντας ασταμάτητα πάνω-κάτω». Ηταν πάντοτε κομψός. Ηταν ωραίος.
Ο Δήμος Μούτσης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1938, και άρχισε να σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών από τα επτά του χρόνια. Στα 20 ολοκλήρωσε τις μουσικές του σπουδές κερδίζοντας και το πρώτο βραβείο ως σολίστ στο βιολί. Στα μέσα της δεκαετίας του '60 γνώρισε τον Νίκο Γκάτσο και τον Μάνο Χατζιδάκι, σε ένα καφέ ζαχαροπλαστείο που υπήρξε παλιό στέκι καλλιτεχνών. Μπήκε στη δικογραφία το 1967. Επαιζε πιάνο, εξαιρετική φυσαρμόνικα και τραγουδούσε με έναν πολύ προσωπικό τρόπο.
«Ηταν ο κατεξοχήν έντεχνος Ελληνας συνθέτης», σχολιάζει η κ. Ρίζου. Δεκαέξι χρόνια μετά την πρώτη δισκογραφική παρουσία του, και έπειτα από εννέα ολοκληρωμένους δίσκους με επιτυχίες, πάμπολλες συναυλίες και αρκετά «σκόρπια» τραγούδια, τον Ιούνιο του 1981 κυκλοφόρησε από τη Lyra το «Φράγμα», δίσκος-ορόσημο για την εποχή, με το τραγούδι «Δε λες κουβέντα» – μια σύγχρονη μελέτη στο ζεϊμπέκικο που ερμήνευσε η Σωτηρία Μπέλλου μαζί με τον ίδιο στο ρεφρέν σε στίχους του Κώστα Τριπολίτη. Στο υπερ-πολιτικοποιημένο πνεύμα των αρχών της δεκαετίας του '80 μελοποίησε τους σαρκαστικούς στίχους του για τη μεσαία τάξη με το «για όλα φταίνε οι γκόμενες», που σήμερα ίσως απαγορεύονταν για λόγους πολιτικής ορθότητας. Η εκδημία του βάζει μία ακόμη τελεία σε μια σημαντικότατη, πλούσια περίοδο της ελληνικής μουσικής παραγωγής.