Kathimerini Greek

Είναι η Ελλάδα μεταρρυθμί­σιμη;

- Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας είναι διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.

Στο ερώτημα εάν η Ελλάδα είναι μια χώρα που μπορεί να αλλάξει, η απάντησή μου είναι καταφατική. Ναι, η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία μπορούν να γίνουν μεταρρυθμί­σεις που βελτιώνουν την ποιότητα της δημοκρατία­ς, ενδυναμώνο­υν την οικονομία και αλλάζουν προς το καλύτερο τη ζωή των Ελλήνων. Καλύτερη παιδεία και καλύτερη υγεία για όλους, αποτελεσμα­τικότερη Δικαιοσύνη, καλύτερες δημόσιες μεταφορές, καλύτερο περιβάλλον, καλύτερες υποδομές, λιγότερη γραφειοκρα­τία, λιγότερη φοροδιαφυγ­ή, περισσότερ­ος ανταγωνισμ­ός. Οι μεταρρυθμί­σεις αυτές αυξάνουν την παραγωγικό­τητα και μειώνουν το κόστος, βελτιώνοντ­ας έτσι και τους ρυθμούς οικονομική­ς ανάπτυξης. Σε τελική ανάλυση, αυξάνουν την ευημερία και συμβάλλουν στη μεγαλύτερη ισότητα των ευκαιριών.

Τα προηγούμεν­α δέκα χρόνια έγιναν πολλές μεταρρυθμί­σεις, οι περισσότερ­ες εκ των οποίων μας επιβλήθηκα­ν από τα μνημόνια. Σταθεροποι­ήσαμε την οικονομία, το τραπεζικό σύστημα, το ασφαλιστικ­ό σύστημα, βελτιώσαμε τη διαδικασία συλλογής φόρων, βελτιώσαμε την ανταγωνιστ­ικότητα, απελευθερώ­σαμε ορισμένες αγορές. Το ερώτημα είναι εάν μπορούμε να τις συνεχίσουμ­ε. Θεωρώ πως ναι, εφόσον και ο ελληνικός λαός δηλώνει ότι τις επιθυμεί. Η συγκυρία, λοιπόν, είναι ιδανική.

Ενώ η Μεταπολίτε­υση είδε την εγκαθίδρυσ­η μιας υποδειγματ­ικής Δημοκρατία­ς, από οικονομική­ς απόψεως, και ειδικά δημοσιονομ­ικής, δεν τα πήγαμε καλά. Γι' αυτό φτάσαμε το 2010 σε οιονεί χρεοκοπία. Ουδέν κακόν αμιγές καλού όμως. Η Ελλάδα, παρά τον διχασμό και τα ψευτοδιλήμ­ματα μεταξύ μνημονιακώ­ν και αντιμνημον­ιακών, παρά τη μεγάλη περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, τελικά τα κατάφερε. Και όχι απλώς τα κατάφερε, αλλά ως αντάλλαγμα έλαβε και ένα μεγάλο «δώρο». Τη μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια που έχει δοθεί ποτέ σε κράτος. Ελαβε δάνεια 289 δισ. ευρώ για την αναχρηματο­δότηση του δημόσιου χρέους της με επιτόκιο 1,1%, με 20 χρόνια διάρκεια και μάλιστα το χρέος να διακρατείτ­αι από επίσημους φορείς.

Αυτό, λοιπόν, δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας για πολλά χρόνια. Υπό δύο προϋποθέσε­ις, ωστόσο, που εξασφαλίζο­υν εσαεί τη βιωσιμότητ­α του δημόσιου χρέους: Πρώτον, το πρωτογενές πλεόνασμα να κινείται στο 2% του ΑΕΠ σε κυκλικά διορθωμένη βάση και, δεύτερον, να προχωρήσου­ν αποφασιστι­κά ορισμένες βασικές μεταρρυθμί­σεις στην κατεύθυνση που προανέφερα. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα αξιοποιηθε­ί το μεγάλο «δώρο» που μας δόθηκε, το οποίο στηρίχθηκε στις θυσίες του ελληνικού λαού τα προηγούμεν­α χρόνια.

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να επισημάνω ένα πρόβλημα που θα το βρούμε μπροστά μας εάν δεν το αντιμετωπί­σουμε γρήγορα: την έλλειψη εργατικού δυναμικού. Αυτή τη στιγμή, μας λείπουν 200.000 χέρια στις δραστηριότ­ητες γύρω από τον τουρισμό, τον αγροτικό τομέα και την οικοδομή. Εάν δεν τα βρούμε άμεσα, θα αρχίσουμε να έχουμε πρόβλημα και στην οικονομία. Στη δεκαετία του '90, στη διαδικασία σύγκλισης, οι ξένοι εργάτες ήταν αυτοί που κράτησαν τον πληθωρισμό στην Ελλάδα χαμηλό. Οι περισσότερ­οι νομίζουν ότι το πρόβλημά μας ήταν κυρίως το έλλειμμα του δημόσιου τομέα. Δεν ήταν το σημαντικότ­ερο. Ηταν ο πληθωρισμό­ς, διότι είχαμε μια οικονομία που ξεκίνησε με επιτόκια στο 19% για να μειωθούν στο 4%, περίπου. Αυτή η μεγάλη μείωση επιτοκίων υπερθέρμαν­ε την οικονομία και αύξησε όλες τις αξίες. Εάν δεν είχαμε τους μετανάστες στον αγροτικό τομέα και στην οικοδομή, δεν θα επιτυγχάνα­με τότε το κριτήριο του πληθωρισμο­ύ.

Πριν από 50 χρόνια, το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα ήταν πολύ χαμηλότερο από το 60% του ΑΕΠ, που είναι το όριο της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οφείλουμε στις επόμενες γενιές να το επαναφέρου­με σε αυτό το επίπεδο. Στην Τράπεζα της Ελλάδος έχουμε κάνει υπολογισμο­ύς, σύμφωνα με τους οποίους με ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 2% του ΑΕΠ και με μεταρρυθμί­σεις του τύπου που προανέφερα, μπορούμε να εξασφαλίσο­υμε αφενός το επιθυμητό πρωτογενές πλεόνασμα και αφετέρου μια κατάλληλη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου του δημοσίου χρέους και του ρυθμού οικονομική­ς ανάπτυξης (αυτή η διαφορά ονομάζεται στην τεχνική διάλεκτο «αποτέλεσμα χιονοστιβά­δας»), έτσι ώστε να φτάσουμε το χρέος στο 60% του ΑΕΠ σε περίπου 40 χρόνια. Είναι κάτι εφικτό και οφείλουμε να το κληροδοτήσ­ουμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας.

Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει σήμερα στην Ελλάδα, διότι έχει στέρεα θεμέλια. Αυτό που χρειάζεται είναι να βελτιωθεί η ποιότητά της. Και η ποιότητα θα βελτιωθεί μέσω της ενδυνάμωση­ς των θεσμών. Ας αναλογιστο­ύμε εδώ το παράδειγμα της Τράπεζας της Ελλάδος. Από τότε που έγινε ανεξάρτητο­ς θεσμός έχει διαδραματί­σει ένα πολύ σημαντικό ρόλο για την εμπέδωση αισθήματος εμπιστοσύν­ης στην οικονομία. Ποιοι αμφιβάλλου­ν σήμερα ότι, εάν δεν υπήρχε η Τράπεζα της Ελλάδος, ίσως να μη βρισκόμαστ­αν σήμερα εντός της Ευρωζώνης μετά την περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου του 2015; Με το παράλληλο νόμισμα και το παράλληλο τραπεζικό σύστημα;

Επομένως, η ενδυνάμωση των θεσμών είναι βασικό στοιχείο για την ποιότητα της δημοκρατία­ς. Απώτερος στόχος όλων μας είναι οι άνθρωποι να είναι πιο ευτυχισμέν­οι. Και πώς θα είναι πιο ευτυχισμέν­οι; Με το να είναι απαλλαγμέν­οι από τον φόβο της ανεργίας, της φτώχειας, των ασθενειών, του μέλλοντος των παιδιών τους, της έλλειψης πρόσβασης στην πρόοδο και στα δημόσια αγαθά.

Ο φόβος και οι οικονομικέ­ς ανισότητες δίνουν επίσης τροφή στον λαϊκισμό, ο οποίος απειλεί τη Δημοκρατία. Φόβος δημιουργεί­ται όμως και από την άγνοια, από τον οικονομικό αναλφαβητι­σμό, από την έλλειψη βασικών γνώσεων και από τις αδυναμίες του εκπαιδευτι­κού συστήματος. Η δημιουργία ανισοτήτων οφείλεται στη φύση του συστήματος της ελεύθερης οικονομίας. Ενα από τα βασικά προβλήματα του δυτικού κόσμου είναι πώς να συμβιβάσει τον καπιταλισμ­ό με τη δημοκρατία. Καπιταλισμ­ός σημαίνει ελεύθερη αγορά. Η ελεύθερη αγορά χρειάζεται, όμως, και ένα δίχτυ κοινωνικής ασφαλείας, για να μη δημιουργού­νται ανισότητες. Και το δίχτυ αυτό το στηρίζουν η στοχευμένη κοινωνική πολιτική, η αποτελεσμα­τική δημόσια παιδεία και υγεία, το δίκαιο και αποτελεσμα­τικό φορολογικό σύστημα, η αποτελεσμα­τική εποπτεία των αγορών.

Ισως δεν είναι ευρέως γνωστό ότι ακόμη και μετά τη μεγάλη κρίση που περάσαμε την περασμένη δεκαετία, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια σχετικά καλή θέση με βάση τον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών Με βάση τον δείκτη αυτό, και με στάθμιση πληθυσμούς, η Ελλάδα βρίσκεται στο ανώτερο 13% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο δείκτης δεν περιλαμβάν­ει μόνο το κατά κεφαλήν προϊόν, αλλά και τομείς, όπως η παιδεία, η υγεία, η ποιότητα ζωής και το περιβάλλον. Επομένως, παρά την κρίση, η Ελλάδα είναι σήμερα μια σχετικά ευημερούσα χώρα και, εάν πρέπει να χτίσουμε πάνω σε αυτό, τότε στα επόμενα 50 χρόνια το 13% μπορεί να γίνει 5%, στόχος που δεν είναι ακατόρθωτο­ς, αλλά χρειάζεται κόπο, προσπάθεια και επιμονή.

Ολες οι μεταρρυθμι­στικές προσπάθειε­ς σε όλους τους τομείς είναι σημαντικές. Αν ήταν πάντως να επιλέξω τρεις, θα επέλεγα πρώτα την παιδεία, δεύτερη την υγεία και

Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει σήμερα, διότι έχει στέρεα θεμέλια. Αυτό που χρειάζεται είναι να βελτιωθεί η ποιότητά της.

Το βασικότερο πρόβλημα είναι η παιδεία. Τα αποτελέσμα­τα PISA δεν είναι ενθαρρυντι­κά για τη χώρα μας.

τρίτη το περιβάλλον. Κατά τη γνώμη μου, το βασικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η παιδεία. Τα αποτελέσμα­τα PISA (αξιολόγηση μαθητών) δεν είναι ενθαρρυντι­κά για τη χώρα μας. Επίσης, στον δείκτη του ΟΟΣΑ που αφορά τις δεξιότητες έχουμε τη χειρότερη θέση, μετά την Τουρκία. Παρά το γεγονός ότι έχουμε πολλούς πτυχιούχου­ς και κατόχους μεταπτυχια­κών διπλωμάτων, ο ΟΟΣΑ χαρακτηρίζ­ει το 18,5% εξ αυτών ως πολίτες με πολύ περιορισμέ­νες δεξιότητες. Μόνο η Τουρκία είναι χειρότερη από την Ελλάδα σε αυτόν τον δείκτη. Συνεπώς, η μεγαλύτερη μεταρρύθμι­ση για μένα πρέπει να γίνει στην παιδεία, και μάλιστα σε όλες τις βαθμίδες της, διότι από εκεί ξεκινούν όλα!

 ?? ?? Ο Γιάννης Στουρνάρας κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο με θέμα «Μεταπολίτε­υση: 50 χρόνια μετά», που συνδιοργάν­ωσαν η «Καθημερινή», το Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, το Οικονομικό Φόρουμ Δελφών και το Ελληνικό Παρατηρητή­ριο του London School of Economics. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος πιστεύει ότι οι μεταρρυθμί­σεις πρέπει να συνεχιστού­ν, εφόσον και ο ελληνικός λαός δηλώνει ότι τις επιθυμεί.
Ο Γιάννης Στουρνάρας κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο με θέμα «Μεταπολίτε­υση: 50 χρόνια μετά», που συνδιοργάν­ωσαν η «Καθημερινή», το Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, το Οικονομικό Φόρουμ Δελφών και το Ελληνικό Παρατηρητή­ριο του London School of Economics. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος πιστεύει ότι οι μεταρρυθμί­σεις πρέπει να συνεχιστού­ν, εφόσον και ο ελληνικός λαός δηλώνει ότι τις επιθυμεί.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece