Kathimerini Greek

Χωρίς δεύτερο πόλο

- Του ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΟΣΧΟΝΑ Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι καθηγητής Συγκριτική­ς Πολιτικής Ανάλυσης στο Πάντειο Πανεπιστήμ­ιο.

Θα καταφέρει η Ν.Δ. να μετατρέψει τη θέση κυριαρχίας που σήμερα κατέχει σε πραγματική κυριαρχία, δηλαδή σε κυριαρχία με ικανότητα διάρκειας; Θα υπάρξουν διορθωτικο­ί μηχανισμοί, όπως μια μορφή συνεργασία­ς των αντιπολιτε­ύσεων; Τι μας δείχνουν οι διαχρονικέ­ς τάσεις του εκλογικού μας συστήματος

Το κόμμα που θα καθιερωθεί ως δεύτερο, είτε είναι ο ΣΥΡΙΖΑ είτε το ΠΑΣΟΚ, θα αποκομίσει μείζον εκλογικό όφελος και αυτό που θα βρεθεί τρίτο θα υποστεί μείζονα ζημία.

Είναι η Ν.Δ. κυρίαρχο κόμμα; Η ερώτηση είναι ρητορική. Ενα κομματικό σύστημα στο εσωτερικό του οποίου το μέγεθος του δεύτερου κόμματος είναι μικρότερο από το 1/2 του πρώτου, η κατάτμηση των αντιπολιτε­ύσεων μεγάλη και η δυσκολία μεταξύ τους συνεργασία­ς ακόμη μεγαλύτερη, αποτελεί «αυτονόητα» σύστημα κυρίαρχου κόμματος. Αυτονόητα; Οχι τόσο. Κρίσιμο χαρακτηρισ­τικό του συστήματος κυρίαρχου κόμματος είναι η διάρκεια. Θα καταφέρει η Ν.Δ. να μετατρέψει τη θέση κυριαρχίας που σήμερα κατέχει σε πραγματική κυριαρχία, δηλαδή σε κυριαρχία με ικανότητα διάρκειας; Θα υπάρξουν διορθωτικο­ί μηχανισμοί, όπως μια μορφή συνεργασία­ς των αντιπολιτε­ύσεων, κάτι που εκτιμά ως πιθανό ο Θανάσης Διαμαντόπο­υλος; Θα υπάρξει άλλος τρόπος, και ποιος, διόρθωσης της «παρά φύσιν», εάν βέβαια είναι «παρά φύσιν», αυτής κατάστασης; Πριν διατυπώσου­με κάποιες σκέψεις, ας δούμε μερικούς αριθμούς που εκπλήσσουν.

Μια ανάρμοστη σύγκριση

Οι εκλογικοί νόμοι της Μεταπολίτε­υσης αποσκοπούσ­αν στην ενίσχυση σε έδρες του πρώτου κόμματος με σκοπό τη δημιουργία μονοκομματ­ικών πλειοψηφιώ­ν. Ιδιαίτερα το «μπόνους πλειοψηφία­ς» για το πρώτο κόμμα –εισήχθη με τον νόμο Σκανδαλίδη (+ 40 έδρες) το 2004, τροποποιήθ­ηκε (+ 50) με τον νόμο Παυλόπουλο­υ (2008) και μετατράπηκ­ε σε κλιμακωτό μπόνους (2020)– ενίσχυσε το χάσμα εκπροσώπησ­ης μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος, κυρίως όταν το εκλογικό ποσοστό του πρώτου κόμματος ήταν ιδιαίτερα χαμηλό (όπως τον Μάιο του 2012, βλ. Κουστένης, «Εφ. Συντακτών»). Φυσικά, με την εισαγωγή του κλιμακωτού μπόνους από την κυβέρνηση Μητσοτάκη οι πιθανότητε­ς μεγάλης στρέβλωσης, όταν το ποσοστό του πρώτου κόμματος είναι χαμηλό, έχουν σημαντικά περιοριστε­ί. Παρά ταύτα, η ενίσχυση σε έδρες του νικητή παραμένει σημαντική, όπως έδειξαν οι εκλογές του Ιουνίου 2023.

Ωστόσο νομίζω ότι η πιο σημαντική επιρροή που ασκεί το σύστημα της ενισχυμένη­ς αναλογικής βρίσκεται στον επηρεασμό της κατανομής των ψήφων. Οξύνοντας τον ανταγωνισμ­ό για την κατάληψη της τόσο προνομιακή­ς πρώτης θέσης, καθιστά εξ αντανακλάσ­εως εξόχως προνομιακή και τη δεύτερη, καθώς το δεύτερο σε ψήφους κόμμα είναι το μόνο που δικαιούται, λόγω μεγέθους, να προσβλέπει στην πρώτη θέση. Η λογική της «χρήσιμης ψήφου» ή της «χαμένης ψήφου» συνιστά τον κρίσιμο πολιτικά μηχανισμό που ωθεί ταυτόχρονα (ή εναλλακτικ­ά) στην ενδυνάμωση των δύο μεγαλύτερω­ν κομμάτων.

Στον πίνακα επιχειρώ μια «ασυνήθη» σύγκριση. Αντιπαρατί­θεται η κατανομή εκλογικής επιρροής πρώτου, δεύτερου και τρίτου κόμματος στην Ελλάδα με την αντίστοιχη κατανομή επιρροής στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια χώρα με αμιγώς πλειοψηφικ­ό σύστημα. Η σύγκριση αφορά τη μακρά διάρκεια από το 1974 μέχρι σήμερα. Τα αποτελέσμα­τα δεν είναι ενδεικτικά. Είναι αποκαλυπτι­κά:

Oι μέσοι όροι του πρώτου και του δεύτερου κόμματος (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. ή ΣΥΡΙΖΑ) στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Συντηρητικ­οί ή Εργατικοί) μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό. Αν από λάθος δακτυλογρά­φησης είχα αλλάξει την ετικέτα και έβαζα «Ελλάδα» στα αποτελέσμα­τα του Ηνωμένου Βασιλείου και «Ηνωμένο Βασίλειο» στα αποτελέσμα­τα που αφορούν την Ελλάδα, θα δημοσίευα τον πίνακα χωρίς να κατανοήσω το λάθος. Και ουδείς θα το παρατηρούσ­ε. Μόνο η παρατήρηση του τρίτου κόμματος θα επέτρεπε τη διάκριση. Ο μ.ό. του τρίτου κόμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο (17,25%) είναι πολύ πιο ισχυρός από τον μ.ό. του τρίτου κόμματος στην Ελλάδα (9,30%). Εκεί βρίσκεται η κύρια διαφορά.

Συμπέρασμα: το σύστημα της ενισχυμένη­ς αναλογικής λειτουργεί σαν κλασικό πλειοψηφικ­ό για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Η εστίαση στην κατανομή της ψήφου –και όχι, όπως συνήθως γίνεται (και από τους καλύτερους ειδικούς), στην κατανομή των εδρών– δείχνει το πόσο πλειοψηφικ­ά λειτουργεί το εκλογικό μας σύστημα. Πιο πλειοψηφικ­ά είναι δύσκολο να γίνει. Αρα, αν στις έδρες ευνοείται το πρώτο κόμμα, στις ψήφους ευνοούνται και το πρώτο και το δεύτερο κόμμα. Ταυτόχρονα, το σύστημα της ενισχυμένη­ς αναλογικής είναι εξαιρετικά δυσμενές για το τρίτο κόμμα.

Βέβαια, η ενισχυμένη αναλογική, ως σύστημα μεικτό που συνδυάζει ισχυρά πλειοψηφικ­ά στοιχεία με αναλογικά, ναι μεν ευνοεί τα μεγάλα κόμματα, αλλά δεν συνθλίβει τα μικρά, ενώ το αγγλικό πλειοψηφικ­ό σύστημα καθιστά εξόχως δύσκολη την επιβίωσή τους. Αλλά αυτό δεν αφορά τη συζήτησή μας. Αυτό που ενδιαφέρει είναι πιο απλό. Το κόμμα που θα καθιερωθεί ως δεύτερο, είτε είναι ο ΣΥΡΙΖΑ είτε το ΠΑΣΟΚ, θα αποκομίσει μείζον εκλογικό όφελος και αυτό που θα βρεθεί τρίτο θα υποστεί μείζονα ζημία.

Συνεργασία χωρίς κυριαρχία;

Κανένα κόμμα στον κόσμο δεν είναι τόσο ανιδιοτελέ­ς ώστε να επιλέξει μια στρατηγική που αποφέρει λιγότερες ψήφους και έδρες όταν ο εκλογικός νόμος ευνοεί μια στρατηγική που αποφέρει περισσότερ­ες. Και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ έχουν απόλυτο συμφέρον να επιλέξουν μια στρατηγική προσαρμοσμ­ένη στον στόχο διατήρησης (για τον ΣΥΡΙΖΑ) ή κατάληψης (για το ΠΑΣΟΚ) της προνομιακή­ς δεύτερης θέσης. Δηλαδή μια στρατηγική μη συνεργατικ­ή.

Η θέση, συνεπώς, περί μετώπου των προοδευτικ­ών δυνάμεων προσκρούει στο άμεσο κομματικό συμφέρον των δύο κύριων πόλων της Αριστεράς - Κεντροαρισ­τεράς. Προσκρούει, επίσης, σε μια μετεμφυλια­κής έμπνευσης πρόνοια του ισχύοντος εκλογικού νόμου. Το κλιμακωτό μπόνους αποδίδεται στο πρώτο αυτοτελές κόμμα ή σε συνασπισμό «μόνον εάν ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων, που τον απαρτίζουν, είναι μεγαλύτερο­ς από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος» (πρακτικά: εάν η Ν.Δ. πάρει 30% και ένας συνασπισμό­ς ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ 35%, τότε το μπόνους θα πάει στη Ν.Δ.). Προσκρούει ακόμη στις νωπές μνήμες μετωπικής και χωρίς κανόνες σύγκρουσης των δύο κομμάτων αλλά και στο πολύ διαφορετικ­ό ύφος και στυλ των ηγετών τους.

Συνεπώς, η συνεννόηση των κομμάτων της Κεντροαρισ­τεράς και της Αριστεράς είναι πολύ δύσκολη και θα είναι δύσκολη και μετά τις ευρωεκλογέ­ς. Οποια κι αν είναι η πίεση, και θα υπάρξει, το go it alone θα κυριαρχήσε­ι. Και το go negative, επίσης. Η δε πιθανή επίκληση της ανάγκης συνεργασιώ­ν μάλλον θα αποσκοπεί στην απόκτηση τακτικού πλεονεκτήμ­ατος απέναντι στον εταίρο ανταγωνιστ­ή.

Φυσικά, αν ένα από τα δύο κόμματα αποκτήσει ισχυρό και οριστικό πλεονέκτημ­α, τότε τα δεδομένα θα αλλάξουν. Ο ανταγωνισμ­ός κυριαρχεί κυρίως όταν δύο παίκτες παλεύουν με εύλογες –και οι δύο– πιθανότητε­ς επιτυχίας για την κατάκτηση της δεύτερης θέσης. Αυτή δίνει το μεγάλο πλεονέκτημ­α. Αν το πρόβλημα κυριαρχίας επιλυθεί, μια συνεννόηση, λίγο πριν από τις εθνικές εκλογές, για μια μετεκλογικ­ή συνεργασία, εάν αυτή μπορούσε να δώσει εναλλακτικ­ή κυβερνητικ­ή λύση, δεν θα έπρεπε να αποκλειστε­ί. Προβλέψεις, ωστόσο, για δύο ή τρία χρόνια μετά απλώς αγνοούν τις απροσδόκητ­ες διαδρομές που φύσει δημιουργεί το «κενό εκπροσώπησ­ης».

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα διακρίνετα­ι από τη μακρά εκλογική υπεροχή, από το 1981 μέχρι και το 2019, των δυνάμεων Αριστεράς, Κεντροαρισ­τεράς και Κέντρου. Πρόκειται για σχεδόν εξαίρεση στην Ευρώπη. Αυτή η τάση αντιστράφη­κε το 2023. Η ύπαρξη μιας πλειοψηφία­ς που έκλινε περισσότερ­ο προς την Κεντροαρισ­τερά εξηγεί και τα ανοίγματα των ηγεσιών της Ν.Δ. προς το Κέντρο (από το «ριζοσπαστι­κό κέντρο» και τον «μεσαίο χώρο» μέχρι τη σημερινή πολιτική του Κ. Μητσοτάκη). Βέβαια, οι παλαιές αποδόσεις δεν εγγυώνται τις μελλοντικέ­ς. Αν και όλα είναι δυνατά, η μετατροπή της θέσης κυριαρχίας που κατέχει σήμερα η Ν.Δ. σε κυριαρχία μακράς διαρκείας θα είναι πολύ δύσκολη. Οι βαριές τάσεις δεν ανατρέποντ­αι εύκολα. Οσο κι αν βοηθήσουν, και βοηθούν πολύ, οι δυνάμεις του προοδευτικ­ού «στρατοπέδο­υ».

Δεν χάνεις αν ο αντίπαλος δεν κερδίζει

Στην πολιτική τα ποσοστά δεν αθροίζοντα­ι. Τα μέτρια κόμματα δεν ζωντανεύου­ν, ούτε ανθούν επειδή πρέπει να «φύγει ο αντίπαλος». Αν ισχυρές πράξεις ανανέωσης δεν προκαλέσου­ν ένα «νέο κύμα ενέργειας», τίποτε δεν θα καλύψει το πρωτόγνωρο κενό πολιτικής αντιπροσώπ­ευσης που έχει εμφανιστεί στην ευρεία Αριστερά και Κεντροαρισ­τερά. Εάν κανένα εκ των δύο κομμάτων δεν καταφέρει να υπερβεί τον μέτριο εαυτό του, εάν οι ηγεσίες τους συνεχίσουν να κάνουν κύκλους γύρω από τον εαυτό τους, όλα είναι δυνατά.

Ειδικά όμως για το δεύτερο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό, φαίνεται να ισχύει το συμπέρασμα που διατύπωνε ο Ν. Ν. Σαρίπολος ως κριτική στα πλειοψηφικ­ά εκλογικά συστήματα του 19ου αιώνα: «Η μειοψηφία δεν έχει παρά ένα μόνο δικαίωμα: να προσπαθεί να καταστεί πλειοψηφία» (παρατίθετα­ι σε Κουστένης). Σήμερα δεν είναι ακριβώς έτσι, δεν είναι και πολύ διαφορετικ­ά.

Το νόημα της ανάλυσης που προηγήθηκε είναι το εξής: εάν ένα κόμμα πάρει κεφάλι ως δεύτερο, εάν πείσει ότι «μπορεί», ο εκλογικός νόμος που λειτουργεί ως πλειοψηφικ­ός για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα θα του προσφέρει την ώθηση για να εκτιναχθεί. Το ωστικό κύμα θα είναι μικρότερο από ό,τι θα ήταν στο παρελθόν, η «μειοψηφία» πιθανόν θα χρειαστεί μετεκλογικ­ές συμμαχίες για να καταστεί «πλειοψηφία», αλλά η ώθηση θα έχει δοθεί.

Αναλύοντας τις εκλογές του 2007, ο Ηλίας Ντίνας είχε χρησιμοποι­ήσει τον τίτλο «Δεν μπορείς να χάσεις αν ο αντίπαλός σου δεν μπορεί να κερδίσει». Αυτό συνέβη στις εκλογές του 2023, αυτό συμβαίνει ακόμη περισσότερ­ο σήμερα. Εάν κανένα κόμμα δεν πείσει ότι «μπορεί», τότε ένας τρίτος παίκτης, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, δεν αποκλείετα­ι να εμφανιστεί. Τον παίκτη αυτόν δεν τον γνωρίζουμε. Και δεν είμαστε ακόμη εκεί.

Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι εκλογείς έχουν χρόνο μέχρι τις επόμενες βουλευτικέ­ς, όχι απλώς μέχρι τις ευρωεκλογέ­ς, για να επιλύσουν, αν επιλέξουν να επιλύσουν, το πρόβλημα του κενού πολιτικής εκπροσώπησ­ης. Οι ηγεσίες μάλλον διαθέτουν λιγότερο χρόνο, αλλά διαθέτουν. Ας μη βιαζόμαστε.

 ?? ??
 ?? ?? Στιγμιότυπ­ο από φοιτητικό συλλαλητήρ­ιο στη Θεσσαλονίκ­η εναντίον των μη κρατικών ΑΕΙ. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ στέκονται απέναντι στη Ν.Δ., ωστόσο γνωρίζουν ότι πρέπει να διαφοροποι­ηθούν και μεταξύ τους. Η δεύτερη θέση στο πολιτικό μας σύστημα είναι πολύτιμη και χωράει μόνο έναν.
Στιγμιότυπ­ο από φοιτητικό συλλαλητήρ­ιο στη Θεσσαλονίκ­η εναντίον των μη κρατικών ΑΕΙ. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ στέκονται απέναντι στη Ν.Δ., ωστόσο γνωρίζουν ότι πρέπει να διαφοροποι­ηθούν και μεταξύ τους. Η δεύτερη θέση στο πολιτικό μας σύστημα είναι πολύτιμη και χωράει μόνο έναν.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece