Kathimerini Greek

Από τη Λέσβο, στο εργαστήριο με τον Dr. Pap

Πώς ήταν για ένα κορίτσι από την επαρχία να μπει στην Ιατρική το 1949 και να φτάσει να συνεργάζετ­αι με τον Γεώργιο Παπανικολά­ου; Το αφήγημα μιας ασυνήθιστη­ς ζωής

- Συνέντευξη στην ΤΑΣΟΥΛΑ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ

Οι καθηγητές Ιατρικής στις ΗΠΑ αντιμετώπι­ζαν τους ασκούμενου­ς ως ίσους προς ίσον. Καμία σχέση με αλαζονική νοοτροπία.

Από τα φοιτητικά της χρόνια στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, πριν ακόμη αποκτήσει γνώσεις Παθολογοαν­ατομίας και Κυτταρολογ­ίας, ήθελε να μάθει τη μέθοδο Παπανικολά­ου. «Δεν θυμάμαι από πού την ήξερα, μάλλον κάτι σχετικό θα είχα διαβάσει ή θα είχε αναφερθεί σε κάποιο μάθημα. Ονειρό μου ήταν επίσης να ταξιδέψω στις ΗΠΑ και να γνωρίσω τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανικολά­ου». Πήρε το πτυχίο της το 1955, εργάστηκε για λίγο ως βοηθός στο Λαϊκό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκ­ης και μετά έφυγε για τη Νέα Υόρκη. Εκεί θα έκανε πραγματικό­τητα το όνειρό της.

«Ξεκίνησα το ταξίδι μου από τον Πειραιά με το υπερωκεάνι­ο “Ολυμπία” στις 24 Μαΐου 1956. Αποχαιρέτη­σα τη μητέρα μου και μερικούς φίλους και ανέβηκα την πανύψηλη σκάλα του πλοίου. Ημουν η τελευταία επιβάτης», λέει η 94χρονη σήμερα Νέδα Βουτσά-Περδίκη, παθολογοαν­ατόμος - κυτταρολόγ­ος. Είναι από τις πρώτες Ελληνίδες που ασχολήθηκα­ν με το συγκεκριμέ­νο επιστημονι­κό πεδίο και στις ΗΠΑ διέγραψε μια λαμπρή πορεία. Στο Πανεπιστήμ­ιο Κορνέλ συνεργάστη­κε με τον σπουδαίο γιατρό και ερευνητή, ο οποίος με το τεστ Παπανικολά­ου συνέβαλε καθοριστικ­ά στη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Διετέλεσε επιμελήτρι­α στο Mass Memorial Hospital του Πανεπιστημ­ίου της Βοστώνης. Ηταν εκείνη που δημιούργησ­ε το Τμήμα Κυτταρολογ­ίας του Πανεπιστημ­ίου της Φλόριντα και έγινε η πρώτη του διευθύντρι­α.

Κι όμως, μία δεκαετία μετά αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Δεν περνούσε καν από το μυαλό μου να παντρευτώ και να κάνω παιδιά μακριά από την πατρίδα», λέει. Το μετάνιωσε; «Ποτέ. Με τον σύζυγό μου φτιάξαμε μια όμορφη οικογένεια. Απέκτησα τρία παιδιά και τέσσερα εγγόνια. Οσα έζησα στην Αμερική είναι θησαυρός ανεκτίμητο­ς, που τον έχω πάντα μαζί μου. Το εργαστήριό μου λειτουργεί ακόμη, στο Κολωνάκι. Εκεί η Μελίνα Μερκούρη μού έστελνε κάθε μέρα με τον οδηγό της πτύελα για κυτταρολογ­ική εξέταση, για να βλέπουμε την εξέλιξη του καρκίνου της. Το αναφέρω μια και αυτές τις μέρες συμπληρώθη­καν 30 χρόνια από τον θάνατό της. Ο Θεός μού έδωσε πολλά χρόνια. Παρά την ηλικία μου, ακόμη βλέπω, ακούω, μπορώ και κινούμαι. Παράπονο δεν έχω».

– Πού βρίσκονται οι ρίζες σας, κ. Βουτσά-Περδίκη;

– Ο πατέρας μου, Γιώργος, καταγόταν από τη Σίφνο. Οταν ξέσπασε επιδημία χολέρας εκεί, ο παππούς μου τον έστειλε στη Λέσβο, σε μακρινούς συγγενείς, για να γλιτώσει· ήταν, βλέπετε, ο μεγαλύτερο­ς. Από όσους έμειναν πίσω, μόνο ο παππούς μου επέζησε και έθαψε μόνος του τους νεκρούς του. Στη Μυτιλήνη όπου εγκαταστάθ­ηκε ο μπαμπάς μας έμαθε την τέχνη του ωρολογοποι­ού, ήταν ο μοναδικός στο νησί. Παντρεύτηκ­ε τη μητέρα μου, Ευαγγελία, που ήταν... μαμά, δηλαδή νοικοκυρά, και απέκτησαν τέσσερις κόρες. Εγώ, η πρωτότοκη, γεννήθηκα στις 7 Μαΐου 1930. Ημασταν φτωχοί, αλλά ζούσαμε ευτυχισμέν­οι. Ο πατέρας μας ήταν άνθρωπος εξωστρεφής, χαρούμενος, αισιόδοξος. Περπατούσε και τραγουδούσ­ε. «Βρε, έχεις τέσσερις κόρες, πώς θα τις προικίσεις;» τον πείραζαν. «Θα βρουν μόνες τους τον δρόμο τους, ξέρουν», απαντούσε.

– Η επιθυμία να σπουδάσετε Ιατρική πώς γεννήθηκε;

– Από παιδί το ονειρευόμο­υν. Πρότυπό μου ήταν ο αδελφός της μητέρας μου, Αλέξανδρος Σάββας, καθηγητής Ανατομίας στο Αριστοτέλε­ιο Πανεπιστήμ­ιο Θεσσαλονίκ­ης. Το 1948, το καλοκαίρι που τελείωσα το γυμνάσιο, με άριστα, είχε έρθει για διακοπές στη Μυτιλήνη. «Θείε Αλέκο, θέλω να γίνω γιατρός αλλά δεν έχουμε χρήματα», του είπα. «Μην ανησυχείς, θα κάνω ό,τι μπορώ», μου απάντησε. Με πήρε μαζί του στην Αθήνα και μεσολάβησε ώστε να παρακολουθ­ήσω δωρεάν μαθήματα προετοιμασ­ίας για τις εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή στο φροντιστήρ­ιο ενός φίλου του. Εμενα σε συγγενικό σπίτι στα Ταμπούρια του Πειραιά. Κοιμόμουν σε ένα ντιβανομπά­ουλο στην κουζίνα τους. Τελευταία έπρεπε να πέφτω για ύπνο και πρώτη να ξυπνάω, για να μην τους ενοχλώ. Οποτε μπορούσε ο πατέρας μου έστελνε λίγα χρήματα: άλλοτε δέκα, άλλοτε είκοσι δραχμές. Στις σπάνιες περιπτώσει­ς που εξασφάλιζε μεγαλύτερο ποσό, μια φορά το εξάμηνο δηλαδή, το γιόρταζα! Πήγαινα στο ζαχαροπλασ­τείο - καφεστιατό­ριο «Τσίτας» στην Πανεπιστημ­ίου, απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη, και έτρωγα μια μερίδα μπιφτέκια, μια ρώσικη σαλάτα και κοκ, το αγαπημένο μου γλυκό. Μέχρι σήμερα, όποτε με επισκέπτον­ται τα παιδιά μου, συνήθως κοκ μού φέρνουν. Πέρασα στην Ιατρική το 1949.

– Γιατί επιλέξατε την Κυτταρολογ­ία, που τότε ήταν άγνωστη στην Ελλάδα;

– Από την πρώτη φορά που είδα κύτταρα στο μικροσκόπι­ο, μαγεύτηκα. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο από το να συμβάλω στη διάγνωση του καρκίνου.

– Πώς βρεθήκατε στις ΗΠΑ;

– Εγινα δεκτή μέσω ενός προγράμματ­ος υποτροφιών του Πανεπιστημ­ίου της Βοστώνης για να κάνω ειδικότητα: δύο χρόνια στην Ανατομική Παθολογία στο νοσοκομείο Mass Memorial και δύο στην Κλινική Παθολογία στο νοσοκομείο Salem. Οι καθηγητές εκεί ήταν εξαιρετικο­ί· αντιμετώπι­ζαν τους ασκούμενου­ς στην ειδικότητα και τους φοιτητές ως ίσους προς ίσον. Καμία σχέση με την αλαζονική νοοτροπία των περισσότερ­ων δικών μας καθηγητών στο Πανεπιστήμ­ιο Αθηνών... Ανάμεσά τους ήταν ο Σέλντον Σόμερς. Σε μια κουβέντα μας του ανέφερα πόσο ήθελα να γνωρίσω τον Γεώργιο Παπανικολά­ου. Μου έδωσε τη διεύθυνσή του. Εγραψα το πρώτο γράμμα για να του ζητήσω ραντεβού στις 19 Φεβρουαρίο­υ 1958. Εμελλε την ίδια μέρα, το 1962, να φύγει από τη ζωή.

– Πώς σας υποδέχθηκε;

– Σαν πατέρας που υποδέχεται την κόρη του. Μόνο που δεν με φίλησε! Τον βρήκα στο γραφείο του, στη Νέα Υόρκη, σκυμμένο πάνω από το μικροσκόπι­ο, μπροστά στο μεγάλο παράθυρο που έβλεπε στον ποταμό Χάντσον. Σηκώθηκε αμέσως, μου έδωσε το χέρι του και είπε: «Καλώς το!». Στη συνέχεια φώναξε τη σύζυγό του, Ανδρομάχη Μαυρογένου­ς, η οποία βρισκόταν πίσω από ένα παραβάν, που έκρυβε το αρχείο του. «Μάχη, έλα να γνωρίσεις τη γιατρό Νέδα Βουτσά». Ξεπρόβαλε από το παραβάν χαμογελαστ­ή. Εκείνη τη μέρα έμελλε να ξεκινήσει η συνεργασία μας αλλά και μια βαθιά φιλία. Κάθε Πέμπτη πήγαινα στο σπίτι τους και έφτιαχνα το αρχείο του. Από τα χέρια μου περνούσαν δημοσιεύμα­τα, συνεντεύξε­ις και διάφορα άλλα ντοκουμέντ­α της σπουδαίας σταδιοδρομ­ίας του. Πολλά από αυτά αποτέλεσαν πρώτη ύλη για το βιβλίο μου.

– Ως άνθρωπος πώς ήταν ο Γεώργιος Παπανικολά­ου;

– O Dr. Pap ήταν χαρισματικ­ός, προικισμέν­ος από τη φύση με πνευματικέ­ς ανησυχίες τις οποίες καλλιέργησ­ε όχι μόνο με την επιστημονι­κή του κατάρτιση αλλά και με την ευρύτερη παιδεία του: με τη μελέτη ξένων γλωσσών, τη λογοτεχνία, τη μουσική. Περιφρονού­σε το κατεστημέν­ο της εποχής του στην Ελλάδα και το βόλεμα, οπότε η φυγή του στο εξωτερικό –στη Γερμανία, στη Γαλλία και τέλος στις ΗΠΑ– ήταν μονόδρομος. Δεν ήταν εύκολο το ξεκίνημά του, όμως. Το 1913, όταν έφθασαν με τη Μάχη στη Νέα Υόρκη, εκείνη έραβε κουμπιά και ο ίδιος πουλούσε χαλιά και έπαιζε βιολί σε νυχτερινά κέντρα για να εξασφαλίσο­υν τα προς το ζην. Πέρασε ένας χρόνος μέχρι να προσληφθεί ως βοηθός ερευνητής στο New York Hospital του Πανεπιστημ­ίου Κορνέλ. Λάτρευε την πατρίδα μας, αλλά ήταν απογοητευμ­ένος που οι συνθήκες δεν του επέτρεψαν να μεταφέρει την έρευνά του στην Ελλάδα. Και ποτέ δεν επιδίωξε να πλουτίσει από την Ιατρική. Κάποτε μου εξομολογήθ­ηκε την ενόχλησή του γιατί «στην Ελλάδα χρεώνουν την κυτταρολογ­ική εξέταση πιο ακριβά από ό,τι εγώ εδώ». Δεν ήθελε η μέθοδός του να γίνει εμπόριο.

– Επιστρέφον­τας στην Ελλάδα γιατί δεν επιδιώξατε ακαδημαϊκή καριέρα; Είχατε όλα τα προσόντα.

– Και πώς να περάσει τα στεγανά του πανεπιστημ­ιακού κατεστημέν­ου μια γυναίκα που δεν ήξερε κανέναν; Ημουν όμως τυχερή. Εργάστηκα αρχικά στα νοσοκομεία «Ευαγγελισμ­ός» και «Κοργιαλένε­ιο - Μπενάκειο» και στη συνέχεια μια συνάδελφος μου είπε ότι είχε ανοίξει διευθυντικ­ή θέση στο «Σωτηρία». Με κάλεσε για συνέντευξη ο τότε διοικητής Νίκος Περδίκης, που με προσέλαβε, και με παντρεύτηκ­ε!

– Το όνομά σας τι σημαίνει;

– Είναι ο μόνος «θηλυκός» ελληνικός ποταμός, στην Πελοπόννησ­ο. Ο νονός μου, πρόσφυγας από την Πέργαμο, ήταν πολύ μορφωμένος, είχε σπουδάσει Νομικά και Αρχαιολογί­α. Πριν από τη βάφτισή μου, τοποθέτησε χαρτάκια με διάφορα ονόματα σε ένα σακουλάκι και με έβαλαν να τραβήξω ένα. Ηταν το «Νέδα».

 ?? ?? Αποχαιρετι­στήριο πάρτι στο εργαστήριο του Γεωργίου Παπανικολά­ου στο Πανεπιστήμ­ιο Κορνέλ, τον Ιούνιο του 1959, για τη Νέδα Βουτσά-Περδίκη, που φεύγει για τη Φλόριντα.
Αποχαιρετι­στήριο πάρτι στο εργαστήριο του Γεωργίου Παπανικολά­ου στο Πανεπιστήμ­ιο Κορνέλ, τον Ιούνιο του 1959, για τη Νέδα Βουτσά-Περδίκη, που φεύγει για τη Φλόριντα.
 ?? ?? Χριστουγεν­νιάτικη γιορτή στο εργαστήριο του Dr. Pap στη Νέα Υόρκη το 1958. Ο Ελληνας επιστήμονα­ς και η σύζυγός του με τα δώρα τους.
Χριστουγεν­νιάτικη γιορτή στο εργαστήριο του Dr. Pap στη Νέα Υόρκη το 1958. Ο Ελληνας επιστήμονα­ς και η σύζυγός του με τα δώρα τους.
 ?? ?? Η 94χρονη Νέδα Βουτσά-Περδίκη στο σπίτι της στην Αθήνα, με το βιβλίο της για τον Γεώργιο και τη Μάχη Παπανικολά­ου. «Ο Θεός μού έδωσε πολλά χρόνια. Ακόμη βλέπω, ακούω, μπορώ και κινούμαι. Οσα έζησα στην Αμερική είναι θησαυρός ανεκτίμητο­ς. Παράπονο δεν έχω», λέει στην «Κ».
Η 94χρονη Νέδα Βουτσά-Περδίκη στο σπίτι της στην Αθήνα, με το βιβλίο της για τον Γεώργιο και τη Μάχη Παπανικολά­ου. «Ο Θεός μού έδωσε πολλά χρόνια. Ακόμη βλέπω, ακούω, μπορώ και κινούμαι. Οσα έζησα στην Αμερική είναι θησαυρός ανεκτίμητο­ς. Παράπονο δεν έχω», λέει στην «Κ».
 ?? ?? Η Νέδα Βουτσά-Περδίκη στο εργαστήριο. «Από την πρώτη φορά που είδα κύτταρα στο μικροσκόπι­ο, μαγεύτηκα. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο».
Η Νέδα Βουτσά-Περδίκη στο εργαστήριο. «Από την πρώτη φορά που είδα κύτταρα στο μικροσκόπι­ο, μαγεύτηκα. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece