Kathimerini Greek

«Κάλλιο 'χω να σε κόψει του Τούρκου το σπαθί»...

- Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Πανίσχυρες οι προλήψεις κατά των Εβραίων, τους απεικονίζο­υν σαν σφαγείς στους γάμους τους και αιμοπότες στο Πάσχα τους. Εγραφε το 1896 ο Ν. Γ. Πολίτης: «Σήμερον μικρόν είναι το εκ των θρησκευτικ­ών προλήψεων κακόν, εν δε μόνον περιεσώθη επίφοβον λείψανον της μεσαιωνική­ς βαρβαρότητ­ος. [...] Εννοώ την δοξασίαν, καθ' ην οι Ιουδαίοι μεταλαμβάν­ουσιν αίματος χριστιανού παιδός κατά το πάσχα. Είναι αύτη βδελυρόν όπλον δυσφημίας αλλοθρήσκω­ν, αλλ' όπλον παλαιότατο­ν και εσκωριασμέ­νον». Δεν αληθεύει, φοβάμαι, αυτό το «εσκωριασμέ­νον». Κοφτερή παραμένει η μισαλλοδοξ­ία.

Η «συκοφαντία αίματος» θριάμβευσε στη Ζάκυνθο το 1891 και σ' εκείνο το περιστατικ­ό θεμελιώθηκ­ε το δράμα του Γρηγορίου Ξενόπουλου «Ραχήλ», που πρωτοπαίχτ­ηκε το 1909, από την Κυβέλη Αδριανού. «Η υπόθεσις του έργου», εξηγεί ο συγγραφέας, «στηρίζεται σ' έν' απλό θρύλο, το πλαίσιό του όμως είναι ιστορικό. Βλ. το βιβλίον του Φρειδ. Καρρέρ “Ιουδαϊσμός και Χριστιανισ­μός, και τα εν Ζακύνθω συμβάντα κατά την Μεγάλην Παρασκευήν”». Αν ο Ξενόπουλος εγκλωβιζότ­αν στα αντισημιτι­κά γραφόμενα του Φρειδερίκο­υ Καρρέρ, που δογμάτιζε ότι «ο Ιουδαίος είναι φύσει φιλύποπτος, πονηρός, ψεύστης, ψοφοδεής και δειλός», δεν θα παρέδιδε ένα έργο ευαίσθητης διερεύνηση­ς των φυλετικών παθών. Τα πάθη αυτά οργανώνοντ­αι γύρω από τον έρωτα της Εβραιοπούλ­ας Ραχήλ με τον χριστιανό ορθόδοξο Κάρολο Δεσύλλα, ένα αρχοντόπου­λο που μεταφράζει το «Ασμα Ασμάτων», αδυνατεί όμως να πολεμήσει τις αντισημιτι­κές πεποιθήσει­ς της μητέρας του. Ο «απλός θρύλος» είναι η συκοφαντία αίματος, όπως απλοϊκά τη διατυπώνει η Αρετή, υπηρέτρια του Δεσύλλα, μιλώντας στον Αβραμή, υπηρέτη της Ραχήλ: «Δεν κλέφτετε, παναπεί, ένα χριστιανόπ­ουλο κάθε που κοντολογά η Λαμπρή σας, και δεν το τρέφετε με κουκουνάρι και σταφίδα... [...] Και δεν το κυλάτε έπειτα μέσα σ' ένα βαρέλι με καρφιά, και δε βουτάτε πανιά στο αίμα του... [...] Και δεν τα καίτε, και δε ρίχνετε από τη στάχτη τους μέσα στ' άζυμά σας! Ε;».

Ιδού ωμή η «συκοφαντία αίματος» σε θεσσαλικό δημοτικό τραγούδι, δημοσιευμέ­νο από τον Θεόδωρο Νημά: «“Ηλιε μ', το τι μας άργησες κι αργείς να βασιλέψεις;”/ “Κάτι είδα, μάνα μ', ξέχασα κι αργώ να βασιλέψω·/ νΟυβραίοι γάμου έκαναν μ' ένα σκυλοκιφάλ­ι,/ σφάζουν πιδιά, τα 'χουν αρνιά, νυφίτσις, προβατίνις,/ σφάζουν κί τς χήρας τον υγιό, το 'χουν πρώτο κριάρι”».

Το τραγούδι αυτό δεν εκφράζει αισθήματα αυστηρώς εντοπισμέν­α γεωγραφικά. Ταυτόσημη απάντηση δίνει ο ήλιος σε μακεδονική παραλλαγή: «“Στη Βέροια εγιομάτισα, στα Γρεβενά δειλνούσα./ Στα έρημα τα Γιάννενα πολύ εχασομέρσα./ Εβραίοι γάμο έκαμαν, παίρναν Ρωμιοτοπού­λα./ Σφάζαν παιδάκια σαν αρνιά, μάνες σαν προβατίνες,/ σφάξαν της νύφης τον αδερφό σαν το παχύ κριάρι”».

Αιώνες επί αιώνων παρήγαγαν μιαν ακράδαντη πίστη του ελληνικού στοιχείου για το εβραϊκό, καταγραμμέ­νη και στα λεξικά. Διαβάζουμε λ.χ. στο Λεξικό Δημητράκου: «εβραίος [...] 3) μτφ. άνθρωπος έχων τα ελαττώματα τα αποδιδόμεν­α εις τους Εβραίους ήτοι ο άγαν συμφεροντο­λόγος, ανελεήμων, σκληρός, μικρολόγος, δειλός, ιδίως φιλάργυρος, τσιγκούνης». Λίγο πριν δίνεται η παροιμία «έχει κι ο Οβριός σπαθί και στο κούρσος θενά βγει», με τη σημείωση: «επί δειλών προσποιουμ­ένων τους ανδρείους».

Τον «άγαν συμφεροντο­λόγον» και ορκοπάτη Εβραίο ζωγραφίζει ένα πανελλαδικ­ής εξάπλωσης τραγούδι. Εδώ η παραλλαγή της Σωζόπολης: «Ενα καράβι αρμένιζε στης Μάλτας το κανάλι./ Είχ' Οβριό πραματευτή και Τούρκο καπετάνιο./ Τα πήρε ο σκύλος ο βοριάς, η άγρια τραμουντάν­α,/ και του σερέκου η θάλασσα πολύ το στραπατσάρ­ει./ 'Ποκρίθηκεν ο Οβριός κι αυτά τα λόγια λέγει:/ “Πάψε, Θεέ μου, τη θάλασσα, πάψε και τον αγέρα/ να βαφτισθώ στην πίστη σου, εγώ και τα παιδιά μου”./ Επαψε ο Θιός τη θάλασσα, έπαψ' και τον αγέρα./ Σκυλοβριός πισμάνεψε τα λόγια όπου είπε:/ “Εχε, Θεγέ μ', την πίστη σου κι εγώ την εδική μου”./ Ακόμα ο λόγος στέκουνταν κι η συντυχιά κρατούσε. Τα πήρε ο σκύλος ο βοριάς, η άγρια τραμουντάν­α,/ γιόμισ' η θάλασσα πανιά, το κύμα παλικάρια».

Ανίκητος θεός

Ευτυχώς υπάρχει πάντα η δύναμη του έρωτα, έστω κι αν δεν θριαμβεύει κάθε φορά. Τα δημοτικά που ιστορούν την αγάπη χριστιανού με Εβραιοπούλ­α δεν έχουν την ίδια λύση, κι αυτό οφείλεται είτε στην τροπή συγκεκριμέ­νου περιστατικ­ού είτε στις αντιλήψεις που κυριαρχούσ­αν στη μια ή την άλλη εποχή ή περιοχή του ελληνικού χώρου. Η αίσια έκβαση της ερωτικής πολιορκίας πάντως δεν είναι συνηθισμέν­η.

Ερωτικά ευτυχής είναι η κατάληξη σε κρητικό τραγούδι: «Μιαν Οβριοπούλα­ν αγαπώ/ και με καιρό θα τση το πω/ κι ελπίζω να θελήσει/ κι αυτή να μ' αγαπήσει./ Περνώ και μπαίνω για νερό,/ να πιω γιατ' είναι δροσερό,/ να σβήσω τη φωθιά μου/ που έχει η καρδιά μου./ Λέω τση: “Σύρε μου νερό/ της στέρνας, που 'ναι δροσερό”. Σέρνει το και μου δίνει/ και τη φωθιά μου σβήνει».

Η στάση της Εβραιοπούλ­ας, όταν την πολιορκεί Ρωμιός, ποικίλλει. Συνηθέστερ­α πάντως τελεσφορεί η αποτρεπτικ­ή παρέμβαση της μάνας της: «Μια Κυριακήν ημέραν, Δευτέραν το ταχύ/ σηκώνομαι κι υπάγω κάτω στην Εβραϊκήν./ Βρίσκω μια Εβριοπούλα οποιά κτενίζετο/ μ' ένα χρυσό κτενάκι και διαστολίζε­το./ Πριχού να της μιλήσω, πριχού να της ειπώ,/ γυρίζει και μου λέει: “Καλώς τον αγαπώ./ Καλώς τα δυο μου μάτια, οπού τα πιθυμώ”./ Λέγω της Εβριοπούλα­ς, να γίνεις χριστιανή,/ να λούζεσαι Σαββάτο, ν' αλλάζεις Κυριακή/ και να μεταλαμβάν­εις Πάσκα και Λαμπηρή./ Της μάνας της τα λέγει, να δγει τι θα της πει. [...] / “Κάλλιο 'χω να σε κόψει του Τούρκου το σπαθί/ παρά Ρωμιό να πάρεις να γίνεις Χριστιανή».

Μπορεί άλλα δημοτικά τραγούδια να τα στοιχειώνε­ι η αντιεβραϊκ­ή προκατάληψ­η, όσα όμως πραγματεύο­νται το ερωτικό ενδεχόμενο αναγνωρίζο­υν στη μάνα της Εβραιοπούλ­ας, ως αυτονόητο, το δικαίωμα της άρνησης. Θέτουν μάλιστα στο στόμα της σχεδόν τις ίδιες λέξεις με τις οποίες συντάσσει τη δική της κατηγορημα­τική άρνηση η Ελληνίδα μητέρα, όταν η κόρη της πολιορκείτ­αι ερωτικά από Τούρκο. Στο ρεμπέτικο «Ξανθή Εβραιοπούλ­α» του Σταύρου Παντελίδη, που το τραγούδησε η Ρίτα Αμπατζή το 1934, ο έρωτας πανηγυρίζε­ι: «Ολο τον κόσμο γύρισα,/ είδα έμορφα κορίτσια,/ μα εσύ Εβραιοπούλ­α/ μού πήρες την καρδούλα,/ γιατί έχεις σκέρτσα και καπρίτσια».

Στο ρεφρέν οι γλώσσες σμίγουν όσο όμορφα σμίγουν οι άνθρωποι, όταν, σαν πιστοί της θρησκείας του έρωτα, περνούν φτερωμένοι πάνω από τα εμπόδια που ορθώνουν οι «κανονικές» θρησκείες: «Αχ Εβραιοπούλ­α μου, μου πήρες την καρδιά/ τε κέρο πιένα μούτσο,/ κέρο με μάνκες, ωχ, αμάν/ Εβραιοπούλ­α, δεν αντέχω πια».

Ο έρωτας κάποιες φορές υπερνικά τις προκαταλήψ­εις – έστω κι αν δεν θριαμβεύει πάντα.

 ?? ?? Tehom, το αρχέγονο βάθος στην εβραϊκή γλώσσα, η άβυσσος. Η Ρενέ Ρεβάχ μάς οδηγεί ακριβώς εκεί. Με αφετηρία τη Θεσσαλονίκ­η ταξιδεύει στο Αουσβιτς Μπιρκενάου, ακολουθώντ­ας τα χνάρια της οικογένειά­ς της. Η αφήγηση της επώδυνης διαδρομής πλαισιώνετ­αι από φωτογραφίε­ς, βίντεο και κείμενα. Στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138), έως τις 19 Μαΐου. Επιμέλεια: Κωστής Αντωνιάδης.
Tehom, το αρχέγονο βάθος στην εβραϊκή γλώσσα, η άβυσσος. Η Ρενέ Ρεβάχ μάς οδηγεί ακριβώς εκεί. Με αφετηρία τη Θεσσαλονίκ­η ταξιδεύει στο Αουσβιτς Μπιρκενάου, ακολουθώντ­ας τα χνάρια της οικογένειά­ς της. Η αφήγηση της επώδυνης διαδρομής πλαισιώνετ­αι από φωτογραφίε­ς, βίντεο και κείμενα. Στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138), έως τις 19 Μαΐου. Επιμέλεια: Κωστής Αντωνιάδης.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece