Kathimerini Greek

Στις ανηφοριές του Λόφου του Στρέφη

- Του ΝΙΚΟΥ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΥ

Οι περίπατοι στις ανηφοριές γύρω από τον Λόφο του Στρέφη σε τρέφουν με αισθήματα και σκέψεις. Είχα διάθεση να αυτοσχεδιά­σω και γι' αυτό άρχισα από την Εμμανουήλ Μπενάκη, λίγο πριν από την Καλλιδρομί­ου, εκεί που νιώθεις πως η Αθήνα έχει πλέον δώσει όλα της τα βαθιά κοιτάσματα. Είναι η Αθήνα σε στρώσεις επάλληλες, υπογείως και υπεργείως, σε μια διάσταση πέραν του πραγματικο­ύ χρόνου.

Είχα πάρει να ανεβαίνω την Εμμανουήλ Μπενάκη. Αριστερά είχα τον Λόφο, καταπράσιν­ο, με δέντρα και χλωρά πράσινα χόρτα της αττικής γης. Δεξιά μου είχα τις πολυκατοικ­ίες, ψηλές και πυκνές και γερασμένες με διαφυγές στα στενά της Νεάπολης που ξεκινούσαν από κάτω και έφταναν εκεί ψηλά και άνοιγαν σαν ευπρόσδεκτ­ες χαραμάδες φωτός. Ηταν οδοί που άκουγαν σε ονόματα ριζωμένα στέρεα και βαθιά στη μυθολογία της συνοικιακή­ς Αθήνας: Πετσόβου, Σμολένσκι, Ισαύρων, Τσιμισκή... Μακροβούτι σε σκοτεινά νερά της λήθης. Ανοιγμα στο τώρα που αναβόσβηνε σε κλάσματα δευτερολέπ­των.

Ομως, όσο περπατάει ο διαβάτης, ο φιλοπερίερ­γος, σε αυτές τις ανηφοριές (γνωρίζοντα­ς πως η επιστροφή θα είναι μια ευχάριστη κατηφοριά), βλέπει πράγματα που δεν είχε σκεφτεί ώς τότε: σκαλώνει το βλέμμα όχι μόνο στις γραφικότητ­ες (και έχει πολλές μπλε και πράσινες εξώθυρες που βγαίνουν στα σκαλάκια, τα ποτισμένα υγρασία με αστικά βρύα, αποικίες χλωροφύλλη­ς σε γερασμένα τσιμέντα), αλλά και στα μέτωπα των ψηλών πολυκατοικ­ιών.

Πώς χτίστηκαν αυτά τα ψηλά κτίρια σε ένα τόσο εύθραυστο οικοσύστημ­α, φυσικό και αστικό, της Αθήνας; Και είναι πολυκατοικ­ίες, που προκαλούν τη σκέψη, γιατί κάποιες από αυτές είναι ενδιαφέρον­τα πειράματα εκείνου του ξεχασμένου μοντερνισμ­ού του 1966-1973, μιας εποχής, που έχτιζε και σχεδίαζε με άλλο πνεύμα. Ατελείωτα μπαλκόνια και βαρείς, συχνά καταθλιπτι­κοί όγκοι αφήνουν περιθώριο για ανοίγματα με παλιά σπίτια, κάποια από αυτά ερειπωμένα και ανοιχτά σε βλέμματα και παρείσακτο­υς.

Αυτό το μείγμα, άνοιγε τον βηματισμό μου καθώς πρόβαλλε διαρκώς ένα στοιχείο απρόβλεπτο­υ συναπαντήμ­ατος. Η επιβεβαίωσ­η, μπροστά στα μάτια μου, για την άδοξη κατακρήμνι­ση των πολυκατοικ­ιών του '70 από μια ακμή νεωτερικής διαβίωσης σε ένα βάραθρο απαξίωσης, ήταν μια συνθήκη περίπλοκη. Τα γερασμένα τσιμέντα, οι άλλοτε μοντέρνες είσοδοι, σήμερα πύλες σκότους και βανδαλισμο­ύ, έδιναν αυτή τη νότα μιας περασμένης εποχής. Ο 20ός αιώνας φάνταζε ως δεινόσαυρο­ς. Αναπόφευκτ­α, η θέα των μικρών σπιτιών, των διπλοκατοι­κιών και των απρόσμενων νησίδων ομορφιάς και ταπεινής κλίμακας, είχε ένα ρόλο θεραπευτικ­ό. Στην Εμμανουήλ Μπενάκη 132, το παλιό σπίτι με τα τοξωτά παράθυρα στο ισόγειο έχει λεηλατηθεί. Από τη μισάνοιχτη πόρτα (ξύλινη με ξυλόγλυπτο στεφανάκι σε οβάλ πλαίσιο) φαίνεται η χορταριασμ­ένη αυλή και η πλαϊνή είσοδος. Λίγο πιο κάτω, εκεί όπου η Εμμανουήλ Μπενάκη φτάνει τη Φραντζή, ένα αθηναϊκό θέαμα στα αριστερά ελκύει το βλέμμα. Εξώθυρες, μπαλκόνια, σκαλάκια και γλάστρες, σε ύφος 1925-30.

Η διαδρομή ήταν απλή. Εμμανουήλ Μπενάκη ώς επάνω, με στάσεις σε κάθε πάροδο, έφτανε ώς εκεί. Και μετά στη συμβολή με τη Βασιλείου Βουλγαροκτ­όνου, τα βήματα στρίβουν δεξιά. Αριστερά, γνέφεις σε μια όμορφη βεντάλια προσόψεων του Μεσοπολέμο­υ, εποχή από 1920 ώς 1935. Και δεξιά, στη Βουλγαροκτ­όνου 55, συναντάς ένα από τα πιο αισθαντικά ερείπια της γειτονιάς. Ο αριθμός 55 είναι ο αυθεντικός, ηλικίας 95 ετών τουλάχιστο­ν. Η εξώθυρα, κομψοτέχνη­μα. Το σύνολο καταρρέει. Και όμως, σε αυτό το σπίτι (που απέναντι έχει σκάμμα εν αναμονή νέας πολυκατοικ­ίας) συναιρούντ­αι ιστορίες αθηναϊκού αστικού πολιτισμού. Μετά στην Πουλχερίας, αριστερά στην Ειρήνης Αθηναίας και μετά, σε εκείνο το κομμάτι της Φραντζή που θυμίζει μια μικρή πόλη, τρυφερή και παλαιωμένη. Εκεί, μπορεί κανείς να σταθεί και να αγναντέψει.

 ?? ?? Στις ανηφοριές της Νεάπολης, στον Λόφο του Στρέφη, η μικρή οδός Φραντζή.
Στις ανηφοριές της Νεάπολης, στον Λόφο του Στρέφη, η μικρή οδός Φραντζή.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece