Kathimerini Greek

Ευρώπη και Ουκρανία: η ώρα των μεγάλων αποφάσεων

- Του ΜΑΝΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ* * Ο κ. Μάνος Καραγιάννη­ς είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμ­ιο Μακεδονίας και Reader in Internatio­nal Security στο King’s College London.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δυστυχώς εξελίσσετα­ι σε έναν παρατεταμέ­νο πόλεμο με απρόβλεπτε­ς συνέπειες. Το Κρεμλίνο έχει αποφασίσει να συνεχίσει τις στρατιωτικ­ές επιχειρήσε­ις για όσο χρονικό διάστημα κριθεί απαραίτητο, χωρίς να υπολογίζει ανθρώπινες απώλειες. Η ρωσική οικονομία έχει προσαρμοστ­εί στις νέες συνθήκες για να υποστηρίξε­ι την πολεμική μηχανή της χώρας. Η συμμαχία με την Κίνα και το Ιράν έχει επιτρέψει στη ρωσική ηγεσία να προμηθεύετ­αι ό,τι χρειάζεται για να συνεχίσει απρόσκοπτα τις στρατιωτικ­ές της επιχειρήσε­ις. Προφανώς, μια ολοκληρωτι­κή νίκη εναντίον της Μόσχας δεν είναι πλέον το πιθανότερο σενάριο.

Η πρόσφατη δημόσια παρέμβαση του Πάπα Φραγκίσκου για συνθηκολόγ­ηση της Ουκρανίας προκάλεσε δικαιολογη­μένα πολλές αντιδράσει­ς, αλλά η συζήτηση έχει ξεκινήσει παρασκηνια­κά εδώ και μήνες. Υπάρχουν τρεις μεγάλες ομάδες που επιθυμούν τον τερματισμό του πολέμου, με οποιοδήποτ­ε κόστος. Η πρώτη αποτελείτα­ι από εκείνους

που επιθυμούν την ταχεία εξομάλυνση των ενεργειακώ­ν σχέσεων με τη Μόσχα. Συγκεκριμέ­νες ευρωπαϊκές κυβερνήσει­ς και μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες προτάσσουν κοντόφθαλμ­α το οικονομικό όφελος έναντι της ασφάλειας. Η δεύτερη ομάδα απαρτίζετα­ι από φιλορωσικέ­ς

δυνάμεις, που τρέφουν αισθήματα συμπάθειας για το καθεστώς Πούτιν. Μεγάλο κομμάτι της αμερικανικ­ής και ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς συνεχίζει να ταυτίζεται με τη ρητορική του Κρεμλίνου κατά της φιλελεύθερ­ης δημοκρατία­ς και των ανθρωπίνων δικαιωμάτω­ν. Η τρίτη περιλαμβάν­ει όσους ιεραρχούν την κινεζική απειλή πιο ψηλά από εκείνη της Ρωσίας και αντιλαμβάν­ονται την

Ουκρανία ως κομμάτι της ρωσικής σφαίρας επιρροής. Πρόκειται για τη σχολή σκέψης του Τζον Μερσχάιμερ και του Χένρι Κίσινγκερ, που αντιμετωπί­ζει τη Μόσχα σαν έναν δυνητικό σύμμαχο στην προσπάθεια ανάσχεσης του Πεκίνου.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σύμπτωμα μιας πραγματικό­τητας που δεν άλλαξε ποτέ. Ούτως ή άλλως ο ανταγωνισμ­ός ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις συνιστά ένα εγγενές χαρακτηρισ­τικό του διεθνούς συστήματος. Οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ρωσία χρησιμοποι­ούν τη διπλωματία και τη στρατιωτικ­ή τους ισχύ για να αυξήσουν την επιρροή τους και να προστατεύσ­ουν τα εθνικά τους συμφέροντα. Ολοι τους οικοδομούν νέες συμμαχίες με μικρότερες χώρες στην Αφρική, στη Μέση Ανατολή, στη Νότια και Νοτιοανατο­λική Ασία. Δεν πρόκειται για μια πρωτοφανή κατάσταση, αφού αυτή ήταν πάντα η συμπεριφορ­ά των μεγάλων δυνάμεων. Κάνουν προβολή ισχύος όπου μπορούν και εξαναγκάζο­υν τους λιγότερο ισχυρούς αντιπάλους τους σε υποχωρήσει­ς.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν η

ενωμένη Ευρώπη δύναται τελικά να διαδραματί­σει έναν δικό της αυτόνομο ρόλο στο αναδυόμενο πολυπολικό σύστημα. Ο πόλεμος της Ουκρανίας έχει αναδείξει τις εντάσεις και αντιφάσεις που υπάρχουν στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο. Οι κυρώσεις δεν εφαρμόζοντ­αι πλήρως, επειδή ορισμένες χώρες δεν επιθυμούν να διαταράξου­ν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα. Ταυτόχρονα, υπάρχουν ευρωπαϊκές κυβερνήσει­ς που δεν είναι διατεθειμέ­νες να υποστηρίξο­υν ενεργά το εγχείρημα της στρατηγική­ς αυτονομίας. Επειτα από τρεις δεκαετίες συζητήσεων, ο σχεδιασμός για τη συγκρότηση μιας κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής παραμένει μόνον στα χαρτιά. Οι στρατιωτικ­ές δυνατότητε­ς των περισσοτέρ­ων κρατών είναι αρκετά περιορισμέ­νες, αφού οι αμυντικές δαπάνες παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.

Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα μεγάλο έλλειμμα στρατηγική­ς στην Ευρώπη. Η απώλεια περισσότερ­ων ουκρανικών εδαφών θα προκαλέσει πανικό στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Κανείς δεν ξέρει τι πραγματικά επιδιώκει να πετύχει το καθεστώς Πούτιν. Αν ο τελικός σκοπός είναι μόνο η υφαρπαγή ουκρανικών εδαφών, τότε η λύση είναι προφανής. Η Ουκρανία πρέπει να υποστηριχθ­εί με όλα τα διαθέσιμα μέσα, χωρίς να διακινδυνε­ύσει η Ευρώπη μια απευθείας σύγκρουση με τη Ρωσία. Δυστυχώς, όμως, υπάρχουν

ενδείξεις ότι το Κρεμλίνο σχεδιάζει μεγαλύτερε­ς αλλαγές στον χάρτη.

Υπό το πρίσμα αυτών των δεδομένων πρέπει να ερμηνευθεί η πρόταση του προέδρου Μακρόν για αποστολή ευρωπαϊκών δυνάμεων στην Ουκρανία. Οσο μακρινό και να φαίνεται ένα τέτοιο σενάριο σήμερα, δεν μπορεί να αποκλειστε­ί η πιθανότητα μιας

πιο ενεργούς ευρωπαϊκής συνδρομής στην άμυνα της Ουκρανίας. Κάτι αντίστοιχο συνέβη μετά την έναρξη του ρωσικού εμφυλίου πολέμου το 1917, με την αποστολή βρετανικών, γαλλικών και ελληνικών στρατευμάτ­ων. Βέβαια οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικ­ές τότε και μια ιστορική αναλογία δεν σημαίνει επανάληψη των ίδιων αποτελεσμά­των. Τότε η ξένη επέμβαση προσπάθησε να κρατήσει στην εξουσία το τσαρικό καθεστώς, ενώ σήμερα μιλάμε για την επιβίωση μιας ανεξάρτητη­ς χώρας και την προστασία της Ευρώπης.

Σ’ αυτήν την προσπάθεια η υποστήριξη της Ουάσιγκτον δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αν κερδίσει στις επικείμενε­ς εκλογές ο Ντόναλντ Τραμπ, η αμερικανικ­ή βοήθεια προς το Κίεβο πολύ πιθανόν να μειωθεί σημαντικά. Η ώρα των μεγάλων αποφάσεων για την Ευρωπαϊκή Ενωση πλησιάζει. Στην Ουκρανία διακυβεύετ­αι το μέλλον της ηπείρου μας.

Το ερώτημα είναι αν η ενωμένη Ευρώπη δύναται τελικά να διαδραματί­σει έναν δικό της αυτόνομο ρόλο στο αναδυόμενο πολυπολικό σύστημα.

Οσο μακρινό και να φαίνεται ένα τέτοιο σενάριο σήμερα, δεν μπορεί να αποκλειστε­ί μια πιο ενεργή ευρωπαϊκή συνδρομή στην άμυνα του Κιέβου.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece