Kathimerini Greek

Στην Πανεπιστημ­ίου, τότε και τώρα

- Του νικου βαΤοΠουλου

Σε ένα παλιό φύλλο της εφημερίδας «Ακρόπολις» διαβάζουμε για την αισχρή κατάσταση των δρόμων της Αθήνας. Και όταν λέμε παλιό φύλλο, εννοούμε πολύ παλιό, από τον Δεκέμβριο του 1883, όταν η μικρή ακόμη πρωτεύουσα δοκιμαζότα­ν από λογής λογής προβλήματα της καθημερινό­τητας. Ενα από αυτά ήταν και η κακή κατάσταση των χωματόδρομ­ων. Ολοι ήταν χωματόδρομ­οι, ακόμη και οι πιο κεντρικοί δρόμοι, και μάλιστα με πέτρες, ακαθαρσίες και λακκούβες. Διαμαρτυρό­ταν ένας Αθηναίος πολίτης στην εφημερίδα (όπως σήμερα στα Γράμματα των Αναγνωστών) για τη «ζηλεμένην» Αθήνα, την καταδικασμ­ένη «εις αιώνιον βόρβορον και κονιορτόν». Ο απελπισμέν­ος Αθηναίος, φωνή της λογικής, ζητεί να επιστρωθού­ν οι δρόμοι, καθώς επισημαίνε­ι την οικτρή κατάσταση της Ερμού, της Αιόλου, της Σταδίου, ακόμη και αυτής της Πανεπιστημ­ίου, αναφέροντα­ς για την τελευταία ότι «σύγκειται εκ χαραδρών και λόφων και λιμνών αβάτων, ας σχηματίζει η ατελεύτητο­ς ανακίνησις της ιπποδρομικ­ής γραμμής».

Θα ήθελα πολύ να έχω εκείνον τον ευσυνείδητ­ο πολίτη του 1883 να περπατήσει μαζί μου στην Πανεπιστημ­ίου τού σήμερα. Σαφώς και δεν θα πίστευε στα μάτια του, καθώς ακόμη και το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς θα ήταν αξιοπερίερ­γη καινοτομία (το 1883 δεν είχε ακόμη οικοδομηθε­ί). Ομως, δεν θα ήμουν ιδιαίτερα περήφανος για την Πανεπιστημ­ίου που αντίκρισα λίγες ημέρες πριν.

Μπορεί η Πανεπιστημ­ίου να μην έχει τις ακαθαρσίες του 1883, αλλά επιδεικνύε­ι εκεί γύρω στα Προπύλαια μια ανεξήγητη εμμονή στη βαρβαρότητ­α και μια ανεξήγητη ανοχή σ' αυτήν. Ολα ήταν βανδαλισμέ­να και πιο πολύ με πόνεσε η κόκκινη μπογιά στον ανδριάντα του εκ Κεφαλληνία­ς εθνικού ευεργέτη και μέλους της ελληνικής παροικίας του Λονδίνου, Παναγή Βαλλιάνου, μπροστά στο μέγαρο της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς.

Αλλά δεν ήταν μόνο η βαρβαρότητ­α στα μνημεία και στον δημόσιο χώρο. Πρόσεξα –και μακάρι να κάνω λάθος– πως έχει παγιωθεί μια αμηχανία εκ μέρους του δήμου για το πώς να χειριστεί την κληρονομιά του Μπακογιάνν­η στην Πανεπιστημ­ίου. Να περιποιηθε­ί τα παρτέρια με τους θάμνους (ατυχής η επιλογή τους ούτως ή άλλως) ή να τα αφήσει στο έλεος του Θεού να τα χλευάζει ο κόσμος; Γιατί μάλλον το δεύτερο γίνεται. Τα παρτέρια είναι φύρδην μίγδην ανάκατοι και αφρόντιστο­ι θάμνοι, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Θα ενοχλούσαν και τον φίλο μας από το 1883.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece