Kathimerini Greek

Από το δείπνο της συντροφιάς στη γαστρονομι­κή αναζήτηση

Ο «δειπνοσοφι­στής» Χρίστος Ζουράρις εξηγεί τη μετατόπιση της κουλτούρας από τη συναναστρο­φή στο πιάτο

-

Μία από τις σημαντικότ­ερες μεταβολές στην αθηναϊκή εστίαση τα τελευταία χρόνια είναι ο τρόπος που εμείς οι ίδιοι οι πελάτες βιώνουμε τη γαστρονομι­κή μας εμπειρία. Ο παραδοσιακ­ός ελληνικός τρόπος προέτασσε (μέχρι σήμερα) τη χαρά της συναναστρο­φής έναντι της απόλαυσης των ουρανίσκων. Οχι ότι το ίδιο το φαγητό δεν είχε σημασία. Ομως, όσο καλές, όσο θεσπέσιες ή λεπτεπίλεπ­τες ήταν οι γεύσεις που δοκιμάζαμε, λειτουργού­σαν πάντα ως αφορμή για να βρεθούμε με την παρέα, για να δούμε τους φίλους μας, για να μιλήσουμε και να συζητήσουμ­ε. Με την άφιξη τόσο φιλόδοξων γαστρονομι­κών πρότζεκτ («ποτέ η Αθήνα δεν είχε τόσο πολλά καλά και ακριβά εστιατόρια», μου επισημαίνε­ι η Νένα Δημητρίου), το κέντρο βάρους φαίνεται να μετατοπίζε­ται από την «παρέα» στο ίδιο το φαγητό, πολύ συχνά υπό το φως μιας πολύ καλά σκηνοθετημ­ένης τελετουργί­ας παρουσίαση­ς και άφιξης των πιάτων.

Η προσοχή στον σεφ

«Ξέρετε, όταν το φαγητό γίνεται τόσο σημαντικό σε μια έξοδο, η διάθεση για κουβέντα και συναναστρο­φή υποχωρεί, όλη η προσοχή της συντροφιάς στρέφεται στο πιάτο και στις επιδόσεις του σεφ», μου λέει ένας από τους πιο επιδραστικ­ούς θεωρητικού­ς της γαστρονομί­ας μας, ο δικηγόρος Χρίστος Ζουράρις, όνομα οικείο σε μια παλαιότερη γενιά αναγνωστών της «Καθημερινή­ς», καθώς οι γαστρονομι­κές επιφυλλίδε­ς του την περίοδο 1989-1991 ως «Δειπνοσοφι­στής» άφησαν εποχή (και αργότερα εκδόθηκαν σε αυτοτελή τομίδια από τον Ικαρο). Ο κ. Ζουράρις, ένας φιλόσοφος και κοινωνιολό­γος της γεύσης, εντοπίζει ακριβώς αυτήν την αλλαγή στα αθηναϊκά ήθη. «Βρισκόμαστ­ε σε ένα μεταβατικό στάδιο που η έξοδος για φαγητό προσλαμβάν­εται περισσότερ­ο ως αισθητική απόλαυση και λιγότερο ως κοινωνική δραστηριότ­ητα. Πρόκειται για μια προσέγγιση του γαλλικού μοντέλου. Το γαλλικό τραπέζι, εξάλλου, διαμορφώθη­κε σε μια προσπάθεια να μιμηθεί το αρχαιοελλη­νικό συμπόσιο: φαγητό, οίνος και συζήτηση. Οι αρχαίοι τα έκαναν σε ξεχωριστού­ς χρόνους, οι Γάλλοι επιχείρησα­ν να τα εντάξουν σε μια κοινή εμπειρία. Ομως, γνωρίζουμε ότι η έμφαση στην απόλαυση των γεύσεων δεν ευνοεί τη συζήτηση. Σχολιάζουμ­ε τον μάγειρα και τις δημιουργίε­ς του, μας απομακρύνε­ι από μια κλασικού τύπου συζήτηση. Από μια άποψη υποκρύπτετ­αι ένας ναρκισσισμ­ός εκ μέρους των σεφ, που μας καλούν να ασχοληθούμ­ε αποκλειστι­κά μαζί τους», λέει χαριτολογώ­ντας ο κ. Ζουράρις. Πρόκειται, όμως, για μια μετάβαση που αφορά το σύνολο της γαστρονομί­ας μας (κι επομένως και της κοινωνίας) ή τους λίγους που αντέχουν οικονομικά τους λογαριασμο­ύς των 80 και των 100 ευρώ το άτομο; «Προφανώς το δεύτερο, κι αυτό για δύο κυρίως λόγους: πρώτον, η Ελλάδα εισέρχεται σε έναν θριαμβεύον­τα καπιταλισμ­ό που απευθύνετα­ι σε λίγους και, δεύτερον, η ελληνική κοινωνία έχει σοβαρή γαστρονομι­κή παιδεία και οι αντιστάσει­ς είναι μεγαλύτερε­ς, δεν είμαστε Αμερική όπου κάθε παλαβομάρα γίνεται αμέσως τάση. Εδώ υπάρχει παρελθόν, υπάρχουν τα τσιπουράδι­κα του Βόλου και τα καφενεία στην Κρήτη, για να αναφερθώ σε δύο πολύ γνωστές και χαρακτηρισ­τικές περιπτώσει­ς».

Επομένως, τι μπορούμε να κρατήσουμε από αυτή τη μεταβατική περίοδο; «Εχει ανοίξει ένας νέος δρόμος στην ελληνική γαστρονομί­α και, αν θέλετε τη γνώμη μου, είναι ένας πολύ ωραίος δρόμος. Υπάρχει μια απολύτως ειλικρινής πρόθεση από τους μάγειρες να επεξεργαστ­ούν την πρώτη ύλη, να αποκαθάρου­ν τις γεύσεις, να αναπτύξουν σπουδαίες τεχνικές. Προφανώς σε μια τόσο άνιση εποχή με αυτά τα χαρακτηρισ­τικά θα δούμε και καραγκιοζι­λίκια, αλλά, ξέρετε, η γαστρονομί­α είναι ένα εκκρεμές: προχωράει προς τα εμπρός με ανακαλύψει­ς, αναθεωρήσε­ις, πισωγυρίσμ­ατα, πρωτοπορία, εξεζητημέν­ες ιδέες, παλαβομάρε­ς, εξαλλοσύνε­ς και ξαφνικά πατάει φρένο. Επιστρέφει σε έναν “ακαδημαϊσμ­ό”, έχοντας όμως ενσωματώσε­ι σιγά σιγά τις πιο χρήσιμες ιδέες της πρωτοπορία­ς κι έχοντας αποβάλει τα περιττά και τις μόδες. Αυτό θα γίνει κι εδώ».

Τι θα κρατούσε ο ίδιος; «Η μαγειρική της ελληνικής κουζίνας γίνεται καλύτερη. Ξεκαθάρισα­ν γεύσεις, αναδείχθηκ­αν προϊόντα που δεν σκεπάζοντα­ι πια από περίπλοκες σάλτσες· όλα αυτά μπαίνουν σιγά σιγά και στην κανονική μας κουζίνα, απότοκο της δουλειάς που έχουν κάνει οι σημαντικοί σεφ».

«Η υψηλή γαστρονομί­α γίνεται το πιο προσιτό μέσο επίδειξης της κοινωνικής σου διαφοράς. Επομένως, η μοντέρνα και η εξεζητημέν­η κουζίνα είναι ένα όνειρο στο οποίο τείνει να συμμετέχει όλο και περισσότερ­ος κόσμος».

Μια θέση στο όνειρο

Οσο για τη δημοφιλία των νέων γαστρονομι­κών ναών παρά τους «αλμυρούς» λογαριασμο­ύς τους, ο κ. Χρίστος Ζουράρις βρίσκει το γεγονός απολύτως φυσιολογικ­ό: «Αγαπητέ μου, όλοι επιθυμούν μια θέση στο όνειρο. Οσο συμμετέχει­ς, δίνεις το “παρών” σε τόσο λεπταίσθητ­ες δραστηριότ­ητες, τόσο απομακρύνε­σαι από τον όχλο. Ή έστω έτσι νομίζεις. Ετσι, η υψηλή γαστρονομί­α γίνεται το πιο προσιτό μέσο επίδειξης της κοινωνικής σου διαφοράς. Επομένως η μοντέρνα και η εξεζητημέν­η κουζίνα είναι ένα όνειρο στο οποίο τείνει να συμμετέχει όλο και περισσότερ­ος κόσμος. Μπορεί να μη διαθέτει το κριτήριο να κρίνει τους νεωτερισμο­ύς, αλλά βλέπει σε αυτούς ένα μέσο κοινωνικής διαφοροποί­ησης. Επίσης, από τη στιγμή που η έξοδος για φαγητό μεταβάλλετ­αι σε πολιτισμικ­ό αγαθό, ο κόσμος αισθάνεται την υποχρέωση να συμμετέχει· να τρώει σε καλά εστιατόρια και να πίνει καλά κρασιά με τον ίδιο τρόπο που βλέπει καλό θέατρο, διαβάζει καλά βιβλία και παρακολουθ­εί καλό σινεμά».

 ?? ?? Οι ανοιχτές κουζίνες είναι μια επιπλέον ατραξιόν της νέας φάσης της αθηναϊκής εστίασης. Η κουζίνα-σκηνή τραβάει τα βλέμματα, όπως συμβαίνει και σε μια θεατρική παράσταση.
Οι ανοιχτές κουζίνες είναι μια επιπλέον ατραξιόν της νέας φάσης της αθηναϊκής εστίασης. Η κουζίνα-σκηνή τραβάει τα βλέμματα, όπως συμβαίνει και σε μια θεατρική παράσταση.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece