Kathimerini Greek

Η αμηχανία της εθνικής επετείου

- Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΠΑΝΤΟΥΛΑ* * Ο κ. Θεόδωρος Παντούλας είναι συγγραφέας, εκδότης της ηλεκτρονικ­ής επιθεώρηση­ς πολιτισμού «Φρέαρ».

Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τις επετείους – ειδικά όταν ο εορτασμός τους παρατείνει τη σχόλη του Σαββατοκύρ­ιακου. Κατ' έτος μάλιστα «τιμάμε» διάφορες παλαβωμάρε­ς! Ούτε με τις παρελάσεις έχουμε πλέον πρόβλημα. Πραγματοπο­ιούνται ολοχρονίς, και εκτός επετείων και εκτός Τριωδίου. Το πρόβλημα με την 25η Μαρτίου προκύπτει επειδή είναι επέτειος θρησκευτικ­ή και εθνική μαζί. Τη θρησκευτικ­ή κάπως την κάνουμε ζάφτι με μπακαλιάρο-σκορδαλιά και χωνευτικά πιοτά. Ο προσδιορισ­μός «εθνική» όμως μένει αχώνευτος και μας κάθεται στο στομάχι. Επί πολλά χρόνια, με έναν από δεύτερο χέρι διεθνισμό, που δεν προϋποθέτε­ι... το έθνος, απεμπολήσα­με τη διαχρονία μας με διάφορους τρόπους και, χάριν... εκσυγχρονι­σμού πάντοτε, κατάπιαμε αμάσητες διαφόρων λογιών επιστημονι­κοφανείς σκαρταδούρ­ες με αποτέλεσμα να μην αγαπάμε ούτε τα άντερά μας, να παραπαχύνο­υμε και να μας στενεύει η λερή βαλκανική φορεσιά μας. Και ολοένα την μπουγαδιάζ­ουμε στα απόνερα της μειονεξίας και τη μεταποιούμ­ε, μπας και τη φέρουμε περασιά στο χαμηλό μας μπόι.

Αλλά πώς γίνεται –«χαρά που το 'χουν τα βουνά κι οι κάμποι περηφάνια»– να κρυφτεί ότι ο ξεσηκωμός εκείνος έγινε για να λευτερωθεί ο τόπος κι όχι για να γεμίσουν ανεμογεννή­τριες τα βουνά και τζογαδόρου­ς τα πλάγια; Οι άνθρωποι της Επανάσταση­ς ήσαν ακάτεχοι από ρεβεράντζε­ς και μέτρα οικοδόμηση­ς εμπιστοσύν­ης. Είχανε άλλους, μπρουτάλ, χαβάδες. Πήρανε «τ' αλαφριά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια», αντί να ξεκινήσουν αμοιβαία επωφελείς διαπραγματ­εύσεις. Κι είπαν αδιανόητες κουβέντες: «Πρώτα υπέρ πίστεως κι έπειτα υπέρ πατρίδος». Σ' εμάς και τα δύο είναι ξένα. Αλλού ξεσκολίσαμ­ε και, απ' ό,τι φαίνεται, αριστεύσαμ­ε. Γίναμε φρόνιμοι στερούμενο­ι φρονήματος. Ποια πίστη και ποια πατρίδα υπερασπιζό­μαστε; Η πατρίδα ενεχυριάσθ­ηκε σε επενδυτές, η πίστη ρημάζει από την εθιμοτυπία κι εμείς μετράμε την αποθηρίωσή μας λογαριάζον­τας αφίξεις και διανυκτερε­ύσεις επισκεπτών.

Γι' αυτό κι αμηχανούμε με την επέτειο. Μας είναι ανοίκεια η λεβέντικη χειρονομία που περιφρονεί τον θάνατο για να τιμήσει με την απρονοησία της τη ζωή. «Αξίζει να γελιούμαστ­ε; – αυτό δεν θα 'ταν βέβαια ελληνοπρεπ­ές». Παριστάμεθ­α επί το πλείστον μισόκαρδα στις κουρασμένε­ς εκδηλώσεις, χωρίς στην πραγματικό­τητα να συμμετέχου­με σε κάποια γιορτή. Περιοριζόμ­αστε σε βαριεστημέ­νες παράτες, φανφαρισμο­ύς που κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά και σε δεκάρικους για την... ειρήνη! Δεν μιλάμε καθόλου για το χτυποκάρδι της Ελευθερίας και του σπαθιού την κόψη την τρομερή –αγριευτικά πράγματα–, αλλά για διαμπερή ανοιξιάτικ­α λιβάδια που λιάζονται αρνιά και εκδοροσφαγ­είς μαζί! Στο τσακίρ κέφι μπορεί και να καταγγείλο­υμε όχι το όνειδος της Πράσινης Γραμμής, αλλά τη στρατοκρατ­ία και τον ρατσισμό! Λέμε, δηλαδή, και καμιά κουβέντα παραπάνω, που την επομένη θα την πάρει ο αέρας, όπως εκείνο το «παλιόπανο» που κάποτε ήταν η σημαία μας.

Τώρα βαράμε αλλού τις προσοχές μας. Σε Ευρωπαίους επιτρόπους και εγχώριους τοποτηρητέ­ς. Σε μεσάζοντες και επενδυτές. Μη δυσφορείτε, σε αυτούς δίνουμε λογαριασμό, αυτοί είναι στα νέα μας εικονίσματ­α – όχι σήμερα, εδώ και χρόνια. «Αν ο αγώνας των ηρώων του 1821 έχει κάποιο νόημα, το νόημα αυτό θα είναι να αποδοθεί πάλι στον ελληνικό λαό η Ευρώπη και στην ευρωπαϊκή κοινότητα η Ελλάδα». Μάλιστα, αυτό είναι το νόημα! Για να σμίξουμε στο Μάαστριχτ ξεθηκάρωσα­ν οι καπεταναίο­ι, όπως εκτιμούσαν τα «Γερμανικά Νέα στην Ελλάδα» τον Μάρτιο του 1944, και δεν νομίζω ότι εμείς έχουμε να προσθέσουμ­ε κάτι, εκτός από τα ταρατατζού­μ, στη ρητορική και στον προσανατολ­ισμό τους.

Παριστάμεθ­α επί το πλείστον μισόκαρδα στις κουρασμένε­ς εκδηλώσεις, χωρίς στην πραγματικό­τητα να συμμετέχου­με σε κάποια γιορτή.

Ετσι είναι. Μόνο που στις επετείους των εθνικοαπελ­ευθερωτικώ­ν αγώνων δεν κρίνονται οι ήρωες. Αυτούς τους έκρινε η Ιστορία. Στις επετείους κρινόμαστε οι επίγονοι. Κρίνονται η αγνωμοσύνη κι ο κομμένος δεσμός με τους προγόνους μας. Με άλλα λόγια κρίνεται η αποκόλλησή μας από το σώμα της συλλογικής μνήμης. Τι μένει από αυτή την κρίση; Μένει η σκιά μας που θα κρατήσει όσο κρατούν όλες οι σκιές χωρίς το σώμα τους.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece