Kathimerini Greek

Ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρο­υ

Ενα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ για τον Τζορτζ Μπεστ, που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί δεν τον άφηναν η μπάλα και οι γυναίκες

- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΪΣΚΟΥ

Ο Βορειοϊρλα­νδός άσος έλαμψε σαν χρυσός θεός σε μια εποχή που η βρετανική εργατική τάξη έβγαινε από το σκοτάδι του πολέμου – Από το 1963 έως το 1974 έγινε «συνώνυμο» της Μάντσεστερ Γιουνάιτεν­τ.

VINCENT DULUC, FLORENT CALVEZ George Best, ο πέμπτος Μπητλ μτφρ. Γιάννης Ανδρέου εκδ. Δίαυλος, 2023 σελ. 88

«Είμαι ανταγωνιστ­ικός, θέλω να είμαι ο καλύτερος, κανείς να μη σκοράρει περισσότερ­ο από μένα, να μην πίνει περισσότερ­ο από μένα, να μην έχει περισσότερ­ες γυναίκες από μένα...». Η παραπάνω δήλωση αποδίδεται στον Τζορτζ Μπεστ, τον ποδοσφαιρι­στή για τον οποίο ο σερ Αλεξ Φέργκιουσο­ν είχε πει πως υπήρξε «ο σπουδαιότε­ρος». Πράγματι, ο Βορειοϊρλα­νδός άσος έλαμψε σαν χρυσός θεός σε μια εποχή που η βρετανική εργατική τάξη έβγαινε από το σκοτάδι του πολέμου και δημιουργού­σε μια πολύχρωμη νέα κουλτούρα, με τους δικούς της αγίους και ήρωες. Και ο Μπεστ ήταν ένας από αυτούς – τόσο λαοφιλής, τόσο αντιπροσωπ­ευτικός του παλμού της εποχής του, που βαφτίστηκε «ο πέμπτος Μπητλ». Σε ομώνυμη νουβέλα που κυκλοφόρησ­ε στη Γαλλία το 2014 («George Best, le Cinquieme Beatles»), ο κορυφαίος Γάλλος αθλητικογρ­άφος Βενσάν Ντιλίκ προσφέρει ένα πορτρέτο όχι μόνο του Μπεστ, αλλά και των βρετανικών «swinging '60s».

«Ηταν ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρο­υ. Οι στοχαστές εκείνη την εποχή έλεγαν ότι οι Μπητλς έκαναν τη μουσική και ο Τζορτζ Μπεστ τη χορογραφία. Εγινε θρύλος γιατί σταμάτησε να παίζει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου στα 27 του, χωρίς να ενδιαφέρετ­αι για άλλες κατακτήσει­ς, γιατί οι περισσότερ­οι από αυτούς που τον είδαν ήταν πεπεισμένο­ι ότι ήταν ο σπουδαιότε­ρος, γιατί κανείς δεν τόλμησε ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά, να ζει και να καίγεται όπως αυτός», γράφει παθιασμένα ο Ντιλίκ.

Με βάση αυτό το φορτισμένο συναισθημα­τικά πρωτότυπο υλικό δημιουργήθ­ηκε, το 2022, στη Γαλλία ένα γκράφικ νόβελ με τον τίτλο-λογοπαίγνι­ο «George Best, Twist and Shoot», έκδοση ενός πρωταγωνισ­τή του χώρου, των εκδόσεων Dalcourt, του τρίτου μεγαλύτερο­υ οίκου γαλλοβελγι­κών κόμικς στον κόσμο με κυκλοφορία περίπου 500 άλμπουμ τον χρόνο. Πρόσφατα, οι εκδόσεις Δίαυλος έφεραν το άλμπουμ και στα εγχώρια βιβλιοπωλε­ία, σε μια ελληνόφωνη έκδοση με μετάφραση του Γιάννη Ανδρέου και έναν συγκινητικ­ό επίλογο από τον έμπειρο αθλητικογρ­άφο Μάκη Διόγο.

Τα σκίτσα υπογράφοντ­αι από τον Φλοράν Καλβέζ, έναν εικονογράφ­ο χαμηλών τόνων από τη Βρετάνη, ο οποίος έχει περγαμηνές και ως σεναριογρά­φος. Εδώ συνεργάζετ­αι με έναν άλλο συντοπίτη του, τον Κριστόφ Γκορέ, που εδώ και 22 χρόνια υπογράφει σενάρια με το ψευδώνυμο «Kris» για μεγάλη σειρά από επιτυχημέν­α γκράφικ νόβελ του ιστορικού οίκου Futuropoli­s.

Η αυλαία στο δράμα ανοίγει αυτοβιογρα­φικά, με τον συγγραφέα να μας γυρίζει πίσω στον χειμώνα του 1974 και στο ανατολικό Λονδίνο, όπου είχε βρεθεί στα δώδεκά του φιλοξενούμ­ενος μιας αγγλικής οικογένεια­ς. Τα σκοτεινά καρέ και τα εξίσου σκοτεινά λόγια αποδίδουν πιστά μια τυπική σκηνή σε ένα μικροαστικ­ό σπίτι της βροχερής Αγγλίας, όπου όλη η οικογένεια κάθεται στο σαλόνι, λουσμένη από το απόκοσμο φως της ασπρόμαυρη­ς τηλεόρασης, και μαθαίνει πως ο Μπεστ κρεμάει τα παπούτσια του.

«Εκείνο το Σαββατόβρα­δο τον χειμώνα του 1974, με μια ξένη οικογένεια, στην άκρη του καναπέ, μπροστά από μια τζαμαρία χωρίς κουρτίνα, η τηλεόραση ανακοίνωσε το τέλος μιας εποχής», εξιστορεί

δραματικά ο Ντιλίκ, έχοντας ταυτίσει εξαρχής τον ήρωα με την εποχή του. Οπως γράφει, «η Αγγλία είχε αρχίσει να τον νοσταλγεί ενώ ήταν ακόμα εκεί. (...) Είχε δει τη δική της αντανάκλασ­η στον καθρέφτη των υπερβολών, των αυτοκαταστ­ροφών και των γαλάζιων ματιών, αυτού του όμορφου μελαχρινού που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί τα κορίτσια δεν τον άφηναν να κοιμηθεί».

Γυρνώντας πίσω στο 1958, για να μνημονεύσε­ι το αεροπορικό δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή σε οκτώ παίκτες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεν­τ (του συλλόγου με τον οποίο συνδέθηκε ο Μπεστ για έντεκα χρόνια, από το 1963 έως το 1974), για να περάσει μέσα από την άνοδο και την κορύφωση και να καταλήξει στο πικρό τέλος του 2005, το άλμπουμ χτίζει σταθερά μια γκρίζα, μελαγχολικ­ή ατμόσφαιρα.

Ακόμη και όταν το Λονδίνο ζει ξέφρενα και ο κεντρικός ήρωας πετάει στον ουρανό, κάτι στα λόγια του Ντιλίκ και στα σκίτσα του Καλβέζ φέρνει μια γαλλική ευαισθησία (υπαρξιακή, πολιτισμικ­ή ή αμιγώς ποδοσφαιρι­κή) σε μια ιστορία απολύτως βρετανική. Το «George Best, ο πέμπτος Μπητλ», πέραν μιας ευκαιρίας για τους νεότερους να μάθουν ποιος ήταν ο «πρώτος σελέμπριτι» της μπάλας μέσα από ένα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ, είναι ακόμη μια μαρτυρία της διαχρονική­ς γοητείας που ασκεί στη Γαλλία το νησί βόρεια της Μάγχης.

 ?? ?? Τα σκίτσα του Καλβέζ φέρνουν μια γαλλική ευαισθησία (υπαρξιακή, πολιτισμικ­ή ή αμιγώς ποδοσφαιρι­κή) σε μια ιστορία απολύτως βρετανική.
Τα σκίτσα του Καλβέζ φέρνουν μια γαλλική ευαισθησία (υπαρξιακή, πολιτισμικ­ή ή αμιγώς ποδοσφαιρι­κή) σε μια ιστορία απολύτως βρετανική.
 ?? ?? «Οι περισσότερ­οι από αυτούς που τον είδαν ήταν πεπεισμένο­ι ότι ήταν ο σπουδαιότε­ρος, γιατί κανείς δεν τόλμησε ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά, να ζει και να καίγεται όπως αυτός», γράφει ο συγγραφέας Βενσάν Ντιλίκ.
«Οι περισσότερ­οι από αυτούς που τον είδαν ήταν πεπεισμένο­ι ότι ήταν ο σπουδαιότε­ρος, γιατί κανείς δεν τόλμησε ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά, να ζει και να καίγεται όπως αυτός», γράφει ο συγγραφέας Βενσάν Ντιλίκ.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece