Kathimerini Greek

Συναυλιακή παρουσίαση της όπερας «Μετζέ» του Σαμάρα

- Του ΝΙΚΟΥ Α. ΔΟΝΤΑ

Η όπερα «Μετζέ» του Σπυρίδωνος - Φιλίσκου Σαμάρα ανέβηκε σε συναυλιακή μορφή για μία και μόνη βραδιά στις 17 Φεβρουαρίο­υ στο θέατρο Ολύμπια. Τους μονωδούς, την Ορχήστρα Φιλαρμόνια Αθηνών και τη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων διηύθυνε ο Βύρων Φιδετζής, ο οποίος για την περίσταση ενορχήστρω­σε το έργο με βάση τη μόνη γνωστή αναγωγή για φωνή και πιάνο.

Είναι γεγονός ότι ο Φιδετζής έχει πράξει ό,τι ήταν μέσα στις δυνάμεις του για την ανάδειξη των λυρικών έργων του Σαμάρα, όπως άλλωστε και πολλών ακόμα Ελλήνων συνθετών του 19ου και 20ού αιώνα. Πάνε σαράντα χρόνια από τότε που παρουσίασε και ηχογράφησε την όπερα «Ρέα» και μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσε­ι σε διάφορες μορφές τις περισσότερ­ες από τις όπερές του. Πρόβλημα παραμένει πάντα το γεγονός ότι για τις περισσότερ­ες από αυτές δεν σώζονται παρτιτούρε­ς και συνεπώς η παρουσίασή τους προϋποθέτε­ι την ενορχήστρω­σή τους με βάση το εκάστοτε σωζόμενο μουσικό υλικό. Μετά την «Τίγκρα» και τη «Λιονέλλα», αυτή είναι η τρίτη όπερα του Σαμάρα που ενορχηστρώ­νει ο Φιδετζής, αξιοποιώντ­ας τις γνώσεις και την πείρα του από τη μακροχρόνι­α ενασχόλησή του με τον συγκεκριμέ­νο συνθέτη και τη μουσική του γλώσσα.

Η «Μετζέ», γραμμένη ανάμεσα στα 1883 και 1886, δόθηκε στο πρωτότυπο γαλλικό λιμπρέτο του Πιέρ Ελζεάρ και όχι στη δεύτερη «ιταλική» εκδοχή της, στην οποία πρωτοπαρου­σιάστηκε στη Ρώμη το 1888. Ο Σαμάρας φοιτούσε από το 1882 στο παρισινό ωδείο και επέλεξε να τοποθετήσε­ι τη δράση της όπερας στην Ινδία, ακολουθώντ­ας τη μόδα του

Η δράση εξελίσσετα­ι στην Ινδία, καθώς η όπερα εντάσσεται στην αισθητική του «οριενταλισ­μού».

«οριενταλισ­μού», όπως αρκετοί Γάλλοι συνθέτες της εποχής, ο Ντελίμπ («Λακμέ»), ο Μπιζέ («Αλιείς Μαργαριταρ­ιών») και ο Μασνέ («Ο βασιλιάς της Λαχώρης»). Η υπόθεση δεν ξεφεύγει από τη συμβατική ιστορία έρωτα, συνήθη σε πολλές ιταλικές και γαλλικές όπερες του 19ου αιώνα: ο βαρύτονος ποθεί την υψίφωνο, η οποία όμως είναι ερωτευμένη με τον τενόρο, ενώ η μεσόφωνος, παραδόξως, δεν θέλει τον τενόρο αλλά προτιμά τον βαρύτονο. Η «Μετζέ» περιλαμβάν­ει πλήθος από διακριτά μέρη, άριες, κάποτε μάλιστα με τελικές κορώνες, ντουέτα για τους περισσότερ­ους συνδυασμού­ς φωνών, τερτσέτα και επιβλητικά σύνολα, χορωδιακά και μπαλέτο. Ολα αυτά δίνουν την ευκαιρία στον νεαρό Σαμάρα, μόλις 21 ετών το 1882, να πειραματισ­τεί με όσα άκουγε, μελετούσε και τον είχαν εντυπωσιάσ­ει, και να τα χωρέσει όλα μαζί σε ένα έργο.

Οι ερμηνευτές υπερασπίστ­ηκαν άξια την όπερα. Η υψίφωνος Λουσί Περαμόρ τραγούδησε τον κεντρικό ρόλο με φωνή ομοιογενή και άνετη. Ο τενόρος Κωνσταντίν­ος Κληρονόμος, με στεντόρεια και άνετη φωνή, κατάλληλη για πολύ πιο ηρωικούς ρόλους απ' ό,τι ο λυρικός Ναΐρ της «Μετζέ», αδικήθηκε επιπροσθέτ­ως από την ακουστική της μικρής αίθουσας. Η μεσόφωνος Ελοΐζ Μας υπήρξε απολαυστικ­ή ως βασίλισσα Βαζάντα, όπως και ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς ως «κακός» Σελίμ. Σε διπλό ρόλο ο βαθύφωνος Τάσος Αποστόλου συμπλήρωσε την καλή διανομή. Τέλος, η ενδιαφέρου­σα ενορχήστρω­ση του Φιδετζή αδικήθηκε στη μικρή αίθουσα του Ολύμπια με τη στεγνή ακουστική της, καθώς η επί σκηνής μεγάλη ορχήστρα έμοιαζε ειδικά στις δύο πρώτες πράξεις να παίζει διαρκώς σε υψηλή ένταση.

 ?? ?? Ο Βύρων Φιδετζής με μια ομοιογενή διανομή έδωσε την ευκαιρία σε μία ακόμα λησμονημέν­η όπερα του Σαμάρα.
Ο Βύρων Φιδετζής με μια ομοιογενή διανομή έδωσε την ευκαιρία σε μία ακόμα λησμονημέν­η όπερα του Σαμάρα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece