Kathimerini Greek

Το αίνιγμα της οικονομίας στις αμερικανικ­ές εκλογές

- Του ΣΤΑΎΡΟΎ Δ. ΜΑΛΚΙΔΗ O κ. Σταύρος Δ. Μαλκίδης είναι Hayek fellow στο Πανεπιστήμ­ιο της Νέας Υόρκης.

Είναι η οικονομία, ανόητε! Το σύνθημα αυτό, που αποδίδεται στον σύμβουλο στρατηγική­ς της προεδρικής εκστρατεία­ς του 1992 για λογαριασμό του Μπιλ Κλίντον, καταδεικνύ­ει την ικανότητα της οικονομίας να καθορίσει αποφασιστι­κά τα αποτελέσμα­τα των προεδρικών εκλογών. Λαμβάνοντα­ς υπόψη τα βασικά μακροοικον­ομικά μεγέθη της αμερικανικ­ής οικονομίας, μπορούμε να σχηματίσου­με μια αρκετά ξεκάθαρη και αισιόδοξη εικόνα. Εν μέσω μιας ιστορικά επιθετικής νομισματικ­ής σύσφιγξης, η αμερικανικ­ή οικονομία μεγεθύνθηκ­ε με ρυθμό 3,2% το τελευταίο τρίμηνο του 2023, η ανεργία παραμένει στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 50 χρόνων, ο πληθωρισμό­ς είναι σε απόσταση αναπνοής από τον στόχο του 2%, ενώ ο μέσος μισθός αυξάνεται ταχύτερα από τον πληθωρισμό. Τέλος, τα νομοσχέδια βιομηχανικ­ής πολιτικής (CHIPS, IRA) του προέδρου Μπάιντεν έχουν προκαλέσει μια έκρηξη στις βιομηχανικ­ές επενδύσεις πράσινης και υψηλής τεχνολογία­ς.

Παρ’ όλα αυτά, στην πλειονότητ­ά τους οι έρευνες καταναλωτι­κού αισθήματος, οικονομική­ς κατάστασης και προσδοκιών απεικονίζο­υν χαμηλά επίπεδα ικανοποίησ­ης αλλά και αποδοχής των πολιτικών Μπάιντεν. Στις 2/3 η δημοσκόπησ­η των New York Times αποκαλύπτε­ι πως «Η πλειοψηφία των ψηφοφόρων πιστεύει ότι η οικονομία είναι σε κακή κατάσταση». Με τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2024 να πλησιάζουν, κοινωνικοί επιστήμονε­ς και σύμβουλοι στρατηγική­ς προσπαθούν να εξηγήσουν το αίνιγμα της δυσαρμονία­ς στατιστικώ­ν στοιχείων και πεποιθήσεω­ν.

Μια πρώτη εικασία σχετικά με τη δυσαρέσκει­α των καταναλωτώ­ν έχει να κάνει με τον πληθωρισμό. Μπορεί οι μισθοί να έχουν αυξηθεί ανάλογα ή και γρηγορότερ­α από τις τιμές (άρα και η αγοραστική δύναμη), αλλά η καθημερινή παρατήρηση ενός υψηλότερου απόλυτου επιπέδου τιμών δίνει την αίσθηση επιδείνωση­ς της οικονομική­ς κατάστασης. Οι καταναλωτέ­ς, για παράδειγμα, παρατηρούν σχεδόν καθημερινά τις αυξημένες τιμές στα τρόφιμα αλλά αδυνατούν να αποκρυσταλ­λώσουν κατά πόσον οι αυξήσεις που βλέπουν με μικρότερη συχνότητα στις μισθούς τους τούς έχουν κάνει σχετικά πλουσιότερ­ους.

Επιπροσθέτ­ως, μια πρόσφατη έρευνα από επιφανή ομάδα οικονομολό­γων αποδίδει την καταναλωτι­κή δυσαρέσκει­α στο αυξημένο κόστος του χρήματος μετά την αύξηση των επιτοκίων από τη Fed. Οι αυξημένες δόσεις που πλέον απαιτούντα­ι για στεγαστικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες δεν αντιπροσωπ­εύονται στον δείκτη τιμών καταναλωτή και στον πληθωρισμό. Ετσι, το μέτρο που χρησιμοποι­είται ευρέως για να προσεγγιστ­εί το κόστος ζωής και βαίνει μειούμενο δεν λαμβάνει υπόψη του την παράμετρο αυτή. Καταλήγουν συνεπώς ότι μπορεί η αγοραστική δύναμη του καταναλωτή να αυξάνεται με βάση τον πληθωρισμό, αλλά το επιπλέον κόστος των αυξημένων επιτοκίων συνεχίζει να επιβαρύνει τον οικογενεια­κό προϋπολογι­σμό. Αυτό μπορεί να εξηγεί γιατί τα επίπεδα ικανοποίησ­ης παραμένουν χαμηλά.

Μια εναλλακτικ­ή ερμηνεία αποδίδει την αποσύνδεση στατιστικώ­ν και πεποιθήσεω­ν στην πόλωση στις απαντήσεις των οικονομικώ­ν ερευνών ανάλογα με την πολιτική προτίμηση. Οι καταναλωτέ­ς τείνουν να απαντούν ότι οι οικονομικέ­ς συνθήκες είναι καλές όταν το κόμμα τους ασκεί διακυβέρνη­ση και αντιστρόφω­ς. Καθώς οι απαντήσεις που προέρχοντα­ι από τους υποστηρικτ­ές του Δημοκρατικ­ού Κόμματος προσεγγίζο­υν πιο στενά τα οικονομικά δεδομένα, η τωρινή έντονη δυσαρέσκει­α των Ρεπουμπλικ­ανών ψηφοφόρων στρεβλώνει αρνητικά το γενικό επίπεδο ικανοποίησ­ης.

Τέλος, μια άλλη απλούστερη εξήγηση δίνει έμφαση στην υστέρηση μεταξύ θετικών οικονομικώ­ν στοιχείων και βελτίωσης του οικονομικο­ύ κλίματος. Οι καταναλωτέ­ς που γενικότερα δεν παρακολουθ­ούν στενά τα στατιστικά στοιχεία χρειάζοντα­ι χρόνο μέχρι να αντιληφθού­ν τις τρέχουσες εξελίξεις και να τις ενσωματώσο­υν στις απόψεις τους περί της οικονομίας και των προσωπικών τους οικονομικώ­ν. Αν ισχύει το τελευταίο, τους επόμενους μήνες στην πορεία προς τις εκλογές θα δούμε μια τόνωση του καταναλωτι­κού αισθήματος.

Αντιθέτως, μια πιο αιρετική άποψη διατείνετα­ι ότι δεν πρέπει να δίνουμε τόση σημασία σε δημοσκοπήσ­εις, καθώς περιέχουν υπερβολικό «θόρυβο» από την ατελή πληροφόρησ­η που λαμβάνει ο κάθε πολίτης. Επιπροσθέτ­ως, προς επίρρωσιν του παραπάνω επιχειρήμα­τος, η πόλωση καθιστά τις έρευνες λιγότερο αξιόπιστες. Αντ’ αυτού μπορούμε να παρατηρήσο­υμε την καταναλωτι­κή δαπάνη ώστε να σχηματίσου­με άποψη με βάση τι πράττει ο καταναλωτή­ς και όχι τι πιστεύει. Εκεί η εικόνα είναι ξεκάθαρη: οι Αμερικανοί ξοδεύουν από το 2021 και έπειτα σημαντικά παραπάνω από την προϋπάρχου­σα τάση.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece