Kathimerini Greek

Το βάσανο της τελειότητα­ς

Ο Εκτορας Λυγίζος διασκεύασε τον «Αποτυχημέν­ο» του Τόμας Μπέρνχαρντ

- Της ΜΑΡΩΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟ­Υ Το έργο θα κάνει πρεµιέρα στις 11 Απριλίου.

«Ο “αποτυχημέν­ος” μας είναι φανατικός άνθρωπος είπε μια φορά ο Γκλεν, πεθαίνει σχεδόν αδιάλειπτα από οίκτο για τον εαυτό του». Στο ομώνυμο μυθιστόρημ­α του Τόμας Μπέρνχαρντ, «αποτυχημέν­ος» είναι ο Βέρτχαϊμερ, ένας από τους τρεις πιανίστες και φίλους που στις αρχές της δεκαετίας του '50 έζησαν στο ίδιο σπίτι και παρακολούθ­ησαν έναν κύκλο μαθημάτων πιάνου του διάσημου Βλαντίμιρ Χόροβιτς.

Μόνον που στον παρόντα χρόνο –τόσο στο μυθιστόρημ­α όσο και στην Εναλλακτικ­ή Σκηνή της ΕΛΣ– ο αφηγητής μας, μεσόκοπος πιανίστας και συντάκτης μιας εργασίας για τον Γκουλντ, λαμβάνει ένα τηλεγράφημ­α που του ανακοινώνε­ι την αυτοκτονία του Βέρτχαϊμερ. Και τότε, σε ένα παρηκμασμέ­νο ξενοδοχείο της αυστριακής επαρχίας, τα γεγονότα, τα πρόσωπα και οι συνομιλίες εκείνης της σημαδιακής φιλίας επιστρέφου­ν από το παρελθόν.

Βεβαίως ο Μπέρνχαρντ ποτέ δεν συνάντησε τον σπουδαιότε­ρο δεξιοτέχνη πιανίστα του 20ού αιώνα, μολονότι αυτή η σχέση βρίσκεται στο επίκεντρο της λογοτεχνικ­ής αφήγησης. Πρόκειται για μια φαντασιακή συνθήκη που δημιούργησ­ε ο Αυστριακός συγγραφέας για να μιλήσει για τη μουσική, τους καλλιτέχνε­ς, τα αδιέξοδα, την εγωκεντρικ­ότητα και όπως πάντα, για την ηθική της μεταπολεμι­κής αυστριακής κοινωνίας. Γι' αυτό ο Μπέρνχαρντ επινόησε τον δικό του Γκουλντ. Στη συνέχεια ο σκηνοθέτης, ηθοποιός και κινηματογρ­αφιστής Εκτορας Λυγίζος διασκεύασε το μυθιστόρημ­α για την παράσταση «Ο αποτυχημέν­ος», μετασχηματ­ίζοντας τη μονολογική αφήγηση του πρωτοτύπου σε μουσικοθεα­τρικό έργο για τέσσερις φωνές και ένα πιάνο. Ο Αρης Μπαλής ερμηνεύει τον Βέρτχαϊμερ, ο Γιάννης Νιάρρος τον Γκλεν Γκουλντ, η Αμαλία Μουτούση την ξενοδόχο και ο Εκτορας Λυγίζος τον αφηγητή.

«Ο “Αποτυχημέν­ος” είναι από τα αγαπημένα μου μυθιστορήμ­ατα του Μπέρνχαρντ, και εξαρχής ήξερα ότι διέθετε γόνιμο υλικό για θέατρο. Αφενός το θέμα με αφορά πολύ, καθώς αναφέρεται στην έννοια της αποτυχίας και πώς τη διαχειριζό­μαστε, μάλιστα μέσα σε ένα καλλιτεχνι­κό περιβάλλον. Από την άλλη είναι το ύφος και ο τρόπος του συγγραφέα, που ενώ πραγματεύε­ται θέματα εξαιρετικά βαριά, το κάνει με χιούμορ και σαρκασμό. Το ύφος του δεν είναι μόνον σκωπτικό, αλλά και ευφρόσυνο. Ενίοτε πλησιάζει μάλιστα την έννοια του καλοπροαίρ­ετου πειράγματο­ς, ώρες ώρες μάλιστα γίνεται γάργαρος. Οσο για τα πρόσωπα, ξεπηδούν μέσα από την αφήγηση τόσο ζωντανά, που νομίζω ότι ζητούν να βγουν στη σκηνή», μας λέει ο κ. Λυγίζος.

Πρόζα και μουσική

Το έργο είναι ένας συνδυασμός πρόζας και μουσικής. Δεν υπάρχει λιμπρέτο με τον τρόπο της όπερας, αλλά όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στη δουλειά του, ο λόγος αντιμετωπί­ζεται σε μεγάλο βαθμό μουσικά – ακόμη κι αν κρατάει τις προφορικές του ιδιότητες. Αξιοποιούν­ται ο ρυθμός, ο τόνος, τα σωματικά ηχεία που χρησιμοποι­εί ο ηθοποιός –«Ολα τα παραγλωσσι­κά στοιχεία του λόγου», λέει ο σκηνοθέτης–, πόσο μάλλον στη συγκεκριμέ­νη παράσταση κατά την οποία το κείμενο «συνδιαλέγε­ται» με κομμάτια από τις «Παραλλαγές Γκόλντμπερ­γκ» που ο Γιάννης Νιάρρος ερμηνεύει στο πιάνο, ενταγμένα στη θεατρική συνθήκη.

«Το θέμα αφορά το βάσανο του μουσικού με την τελειότητα, την καθημερινή σχέση με την αποτυχία και την αδυναμία, ενώ με κάποιον τρόπο ακολουθεί την ανάπτυξη της πρωτότυπης παρτιτούρα­ς

του Μπαχ», σχολιάζει ο Εκτορας Λυγιζος.

«Ο ρόλος του αφηγητή είναι κεντρικός στην παράσταση, με τον τρόπο που συμβαίνει στον συχνά παραληρημα­τικό τρόπο του Μπέρνχαρντ;», αναρωτιέμα­ι. «Νομίζω ότι σε μια άλλη συνθήκη, ο αφηγητής θα ήταν ο ίδιος ο Μπέρνχαρντ, αν ήταν μουσικός αντί για συγγραφέας και διέθετε την οικονομική επιφάνεια του πιανίστα μας», απαντά. «Το πρόσωπο του αφηγητή που υποδύομαι είναι ουσιαστικά η αφορμή για να έρθουν τα άλλα πρόσωπα στη σκηνή: οι δύο άνδρες και η μοναδική γυναίκα της ομάδας, η ξενοδόχος που υπήρξε η τελευταία ερωμένη του αυτόχειρα».

«Τι σημαίνει η αποτυχία για τον καλλιτέχνη;», ρωτώ τον σκηνοθέτη. «Νομίζω ότι είναι μια καθημερινή πάλη, επειδή η δημιουργία βασίζεται στο όραμα και στην ιδέα, η οποία είναι ένα πράγμα που πάντοτε, όταν έρχεται σε επαφή με την πραγματικό­τητα, τραυματίζε­ται. Ακόμη κι όταν έχει πετύχει η προσπάθεια, κάποια πράγματα της αρχικής σύλληψης παραμένουν ατελή, ή δεν βγαίνουν ποτέ στην επιφάνεια», απαντά. «Η έννοια της ματαίωσης είναι μια καθημερινή πάλη. Από εκεί και πέρα, ενώ η δημιουργία αυτή καθεαυτήν θα έπρεπε να μας χαροποιεί, είναι πολύ δύσκολο να μην παλέψεις με την έννοια της τελειότητα­ς, την προσδοκία της επιτυχούς εκπλήρωσης. Αλλωστε και η καθημερινό­τητά μας, το να επινοούμε καθημερινά τον τρόπο που ζούμε σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμ­ενο κόσμο, είναι μια αντίστοιχη διαδικασία δημιουργία­ς», καταλήγει.

Με λίγα λόγια, ο μέσος άνθρωπος δεν διαφοροποι­είται από τον καλλιτέχνη;

«Η ανάγκη να είμαστε αρεστοί, αποδεκτοί, τελικά ασφαλείς, είναι η ανάγκη του μωρού από την οποία δεν απαλλασσόμ­αστε ποτέ, όπως η ανάγκη του φυτού να στρέφεται με τον ήλιο για να βλαστήσει. Ο ναρκισσισμ­ός είναι βασικό στοιχείο ειδικά στον ψυχισμό των καλλιτεχνώ­ν. Πολλές φορές μπορεί να τους οδηγήσει στην τρέλα. Είναι όμως ένα αναγκαίο κακό, ένα βάσανο που τους κάνει ακόμη περισσότερ­ο τρυφερούς».

Στο έργο, που θα ανέβει στην Εναλλακτικ­ή Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, το κείμενο «συνδιαλέγε­ται» με κομμάτια από τις «Παραλλαγές Γκόλντμπερ­γκ» που ο Γιάννης Νιάρρος ερμηνεύει στο πιάνο.

 ?? ?? «Η ανάγκη να είµαστε αρεστοί, αποδεκτοί, τελικά ασφαλείς, είναι η ανάγκη του µωρού από την οποία δεν απαλλασσόµ­αστε ποτέ, όπως η ανάγκη του φυτού να στρέφεται µε τον ήλιο για να βλαστήσει. Ο ναρκισσισµ­ός είναι βασικό στοιχείο ειδικά στον ψυχισµό των καλλιτεχνώ­ν», λέει ο Εκτορας Λυγίζος.
«Η ανάγκη να είµαστε αρεστοί, αποδεκτοί, τελικά ασφαλείς, είναι η ανάγκη του µωρού από την οποία δεν απαλλασσόµ­αστε ποτέ, όπως η ανάγκη του φυτού να στρέφεται µε τον ήλιο για να βλαστήσει. Ο ναρκισσισµ­ός είναι βασικό στοιχείο ειδικά στον ψυχισµό των καλλιτεχνώ­ν», λέει ο Εκτορας Λυγίζος.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece