«Αυτό που μας χάλασε ήταν οι επιδοτήσεις»
Η ηγουμένη εκτιμά ότι «ο πρωτογενής τομέας είναι ό,τι καλύτερο για να ασχοληθεί κανείς σήμερα στην Ελλάδα». Αντιτείνω ότι πολλοί θα διαφωνούσαν και κυρίως οι σημερινοί παραγωγοί. «Γιατί; Ειλικρινά θα ήθελα να κάνω διάλογο μαζί τους», μου απαντάει.
Αραδιάζω τα επιχειρήματα που έχω ακούσει: «Είναι μια σκληρή δουλειά, που δεν αμείβεται καλά, τα προϊόντα πωλούνται κάτω του κόστους παραγωγής και αν συμβεί μια θεομηνία, τα χάνουν όλα».
Η ηγουμένη μού ζητάει συγγνώμη γιατί χρειάζεται να στείλει ένα μέιλ. Σε λίγα λεπτά επιστρέφει με απαντήσεις. «Πιστεύω ότι έχουμε χάσει κάποιες αξίες όπως είναι η ολιγάρκεια, η μετριοπάθεια και η συνειδητοποίηση του πού βρισκόμαστε και ποιοι είμαστε ως λαός. Εμείς, δηλαδή, είμαστε πλούσιοι ποτέ; Από την αρχαιότητα είμαστε άνθρωποι που ξέραμε να χρησιμοποιήσουμε τα αγαθά και ήμασταν εργατικοί. Σε αυτό το μέρος έχω ζήσει κοντά 30 χρόνια πια και πιστεύω ότι αυτό που μας χάλασε ήταν οι επιδοτήσεις. Ο άνθρωπος θέλει πολλά και εύκολα. Περάστε λίγο από το κέντρο της Λάρισας το πρωί να δείτε τι γίνεται, οι άνθρωποι μετακόμισαν από τα χωριά στα καφενεία των πόλεων. Ξεχάσαμε να δουλεύουμε».
Οι νέοι δεν θέλουν να μείνουν στα χωριά, διευρύνοντας την τάση αστυφιλίας των τελευταίων δεκαετιών. «Γιατί έτσι τους έμαθαν. Εχουμε μια μοναχή από την Αυστρία, δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα εκεί. Τα σπίτια είναι μέσα στα χωράφια σου, τα παιδιά, δηλαδή, για να πάνε σχολείο βλέπουν πώς δουλεύουν οι γονείς τους και βεβαίως θέλουν να βοηθήσουν. Ειδικά για ένα παιδί, είναι πολύ ενδιαφέρουσες οι αγροτικές εργασίες. Μένουν, λοιπόν, στα χωριά και στους ίδιους χώρους κάνουν άλλα πράγματα, πάνε πιο μπροστά».
Οι μοναχές, αρκετές με πανεπιστημιακές σπουδές, έχουν παρακολουθήσει πολλά σεμινάρια και μαθήματα για να μάθουν πώς να καλλιεργούν, να εκτρέφουν και να μεταποιούν αγροτικά προϊόντα.
Το τηλέφωνο της μονής είναι πάντα διαθέσιμο για όσους χρειάζονται υποστήριξη. «Με τις πλημμύρες υπάρχουν πολλοί που έχασαν τα πάντα, αλλά δεν έχουν φωνή, δεν έχουν τρόπο να ακουστούν παραπέρα, φτάνουν μέχρι τον γείτονα και αν. Ακούμε τα παράπονα των απλών ανθρώπων και όπου μπορούμε βοηθάμε. Καλλιεργούμε, αποξηραίνουμε σπόρους και τους μοιράζουμε, βοηθάμε να οργανωθούν μικροί κήποι οπουδήποτε, δεν έχουμε χρήματα αλλά δίνουμε συμβουλές και κουράγιο. Μετά τις καταστροφές, μία φορά την εβδομάδα δίνουμε 250 λίτρα γάλα σε ένα χωριό, χωρίς ειδοποιήσεις, just like that. Πηγαίνουμε, χτυπάμε την καμπάνα της εκκλησίας, μαζεύεται ο κόσμος και ρωτάει τι έγινε και λέμε “τίποτα δεν συμβαίνει. Πάρτε ένα μπουκάλι γάλα”», διηγείται η ηγουμένη.
Το μοναστήρι είναι ανοιχτό σε όσους θέλουν να μάθουν, αλλά και να βοηθήσουν, υπό την προϋπόθεση ότι θα σεβαστούν τον χώρο και τις αρχές του. Το μεγαλύτερο μυστικό που θα ανακαλύψουν οι επισκέπτες του; «Ολοι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν τα πάντα. Είναι κάτι που το λέμε και οι ίδιες στον εαυτό μας κάθε μέρα».