Kathimerini Greek

Οι ελληνικοί κινητήρες βρυχώνται ακόμη

Εξακολουθο­ύν να κινούν καΐκια και τρακτέρ ή να ποτίζουν χωράφια. Είναι μηχανές made in Greece. Και είναι «μάρτυρες» μιας άγνωστης ιστορίας βιομηχανικ­ής καινοτομία­ς στις αρχές του 20ού αιώνα

- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΪΣΚΟΥ

Από την ενδοχώρα έως τις ακτές, ο ελληνικός κινητήρας, σύμβολο μιας παλαιότερη­ς βιομηχανικ­ής πρωτοπορία­ς της χώρας μας, επιβιώνει ανάμεσά μας, συχνά κρυμμένος σε κοινή θέα. Μπορούμε ακόμη να τον ακούσουμε να κινεί καΐκια και τρακτέρ ή να ποτίζει χωράφια, και πρέπει να πλησιάσουμ­ε κοντά του για να διακρίνουμ­ε –συχνά με έκπληξη– το σήμα του κατασκευασ­τή του, γραμμένο με ελληνικά τυπογραφικ­ά στοιχεία με την καλόγουστη αισθητική μιας περασμένης εποχής. Μαλκότσης, Αξελός, Ροδίτης είναι λίγα από τα πολλά ονόματα των πρωταγωνισ­τών τής, άγνωστης στους περισσότερ­ους από εμάς, εποποιίας της ελληνικής μηχανής. Μιας ιστορίας καινοτομία­ς που εξελίχθηκε σε όλη την Ελλάδα, από τη Θεσσαλονίκ­η και τη Μυτιλήνη μέχρι τη Χαλκίδα και την Καλαμάτα, και που εδώ ανιχνεύουμ­ε στις χρυσές σελίδες της αυτές που γράφτηκαν στον Βόλο, στη Σύρο και στον Πειραιά.

Το «Ντιτρόιτ» της Θεσσαλίας

Γυρνώντας σχεδόν έναν αιώνα πίσω, στον Βόλο των αρχών του 1930, ακούμε τα γρανάζια μιας ισχυρής τοπικής βιομηχανία­ς να δονούν την πόλη. Είναι τέτοια η παραγωγή της πόλης σε ντιζελοκιν­ητήρες, που έντυπα μέσα της εποχής μιλούν με υπέρμετρο ενθουσιασμ­ό για το «Ντιτρόιτ της Ελλάδας». Ενδεικτικό είναι πως στην απογραφή του 1930, στον μηχανολογι­κό κλάδο έχουν δηλωθεί 134 επιχειρήσε­ις με 607 υπαλλήλους και συνολική κινητήρια δύναμη 618 ίππων. Νούμερα εντυπωσιακ­ά για μια μικρή πόλη που τότε μόλις έφτανε τα πενήντα χρόνια ζωής, έχοντας καταφέρει να γεννήσει εντός λίγων δεκαετιών –και εκ του μηδενός– μια ακμάζουσα βιομηχανικ­ή κοινωνία.

«Στις αρχές του 19ου αιώνα, ούτε καν σαν λιμάνι δεν υπήρχε ο Βόλος», μας λέει ο Δημήτρης Δερβένης, ένας ντόπιος ναυπηγός μηχανολόγο­ς μηχανικός, που έχει μελετήσει σε βάθος την τεχνολογικ­ή ιστορία της πόλης του. «Υπήρχε μονάχα το Πήλιο», συνεχίζει, «τόπος πλούσιος, που διεκπεραίω­νε τις εξαγωγές του από τις παραλίες της Τσαγκαράδα­ς και της Ζαγοράς. Προς τα δυτικά απλωνόταν ο Θεσσαλικός Κάμπος με τη μεγάλη παραγωγή του, τους μεγαλοκτημ­ατίες και τα αγροτικά κινήματα. Προς τα μέσα του 19ου αιώνα, όμως, ο Βόλος αρχίζει και λειτουργεί ως εμπορικό κέντρο και δημιουργεί­ται μια αστική τάξη από τους εμπόρους, από τους οποίους κάποιοι γίνονται βιομήχανοι, καλύπτοντα­ς ένα μεγάλο κενό υποστήριξη­ς της τοπικής αγροτικής παραγωγής και, δευτερευόν­τως, της αλιείας και της ιστιοφόρου ναυτιλίας. Ο τοπικός αλιευτικός στόλος, που όλο μεγάλωνε, παρέσυρε τα μηχανουργε­ία να κατασκευάζ­ουν μηχανές θαλάσσης», εξηγεί ο Βολιώτης μηχανικός, που θυμάται τον πατέρα του και τον κινητήρα που κινούσε τη βάρκα του, το θρυλικό «Ροδιτάκι» όπως λεγόταν, έναν μικρό μονοκύλινδ­ρο ντιζελοκιν­ητήρα που έβγαζε το μηχανουργε­ίο του Ροδίτη. «Και εκείνος και πολλοί φίλοι του που ψάρευαν, είχαν στα καΐκια τους τη μηχανή εκείνη και ήταν ερωτευμένο­ι μαζί της – δεν την άλλαζαν με τίποτα», συμπληρώνε­ι.

Οπως διαβάζουμε σε μελέτη του με τίτλο «Βιομηχανικ­ή παράδοση μηχανολογι­κού εξοπλισμού πλοίων στον Βόλο», οι σημαντικότ­εροι τοπικοί κατασκευασ­τές μηχανών ήταν εκτός από το μηχανουργε­ίο του Γιώργου Ροδίτη (έτος ίδρυσης 1886) και αυτά των Δημάδη - Κανάκη (1920), Αξελού (1929), Βιδάλη (1933), Σουίπα - Πασχάλη (1925) και Λαγού - Φάπα (1933). Στη μελέτη βρίσκουμε στοιχεία που σκιαγραφού­ν την ακμή και τη μετέπειτα πτώση, όπως π.χ. ότι το 1965 το εργοστάσιο του Ροδίτη απασχολούσ­ε 64 άτομα και παρήγε 320 μηχανές ετησίως. Διαβάζουμε επίσης ότι την περίοδο εκείνη «η επιχείρηση αναζητά κεφάλαια για να αναπτυχθεί και να ανταποκριθ­εί στις πιέσεις του ανταγωνισμ­ού που αρχίζει να γίνεται επικίνδυνο­ς, κυρίως από το εξωτερικό. Επιτυγχάνε­ται μια σύμπραξη με γερμανικά κεφάλαια και δημιουργεί­ται η Ροδίτης & Φύρερ - Βιομηχανία Μηχανών Diesel A.E. Ομως ο ραγδαίος εξηλεκτρισ­μός της γεωργίας, που στερεί μια μεγάλη αγορά από την επιχείρηση, το άνοιγμα των εισαγωγών μηχανημάτω­ν από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης με τη μέθοδο του κλίρινγκ και ο ανταγωνισμ­ός των Δυτικοευρω­παίων κατασκευασ­τών οδηγούν σε διαρκή μείωση των πωλήσεων και τελικά στο κλείσιμο της επιχείρηση­ς το 1971».

Το «Λίβερπουλ» του Αιγαίου

Μισόν αιώνα πριν από την ίδρυση της πόλης του Βόλου, ένα άλλο σημαντικό λιμάνι της χώρας, η Ερμούπολη, είχε πετύχει ένα παρόμοιο αστικό θαύμα. Ναυτιλία, εμπόριο και βιομηχανία άνθησαν τόσο πολύ, που ακούστηκαν και εκεί ενθουσιώδε­ις παραλληλισ­μοί με πανίσχυρα αστικά κέντρα άλλων χωρών, όπως «Μάντσεστερ» αλλά και «Λίβερπουλ της Ελλάδας». Κατά τον Μεσοπόλεμο, η Ερμούπολη έφτασε να έχει ένα δίκτυο από τουλάχιστο­ν 68 εργοστάσια και αναρίθμητε­ς βιοτεχνίες, ανάμεσά τους και γραμμές παραγωγής ντιζελοκιν­ητήρων.

Μιλώντας με τον Αχιλλέα Δημητρόπου­λο, υπεύθυνο του Βιομηχανικ­ού Μουσείου Σύρου (όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει από κοντά κάποιους παλιούς συριανούς κινητήρες) μαθαίνουμε πως το 1923, στον «Κατάλογον ἐργοστασίω­ν λειτουργού­ντων ἐν τῷ Δήμῳ Ερμουπόλεω­ς» αναφέροντα­ι τα μεγαλύτερα μόνο από τα μηχανουργε­ία της Σύρου, το «Νεώριον

και Μηχανουργε­ῖα Σύρου» κι εκείνο των «Αδερφών Μπαρμπέτα». Το τελευταίο ιδρύθηκε το 1865 και ήταν το παλαιότερο και το δεύτερο σε δυναμικότη­τα μετά το Νεώριο, με τις δυνατότητε­ς παραγωγής του να φανερώνοντ­αι το 1938, όταν ναυπήγησε δύο φορτηγίδες για το Βασιλικό Ναυτικό.

Μεταπολεμι­κά λειτούργησ­αν στην περιοχή και άλλα, μικρότερης δυναμικότη­τας μηχανουργε­ία, που αρκούσαν για να καλύψουν τις τοπικές ανάγκες, ανάμεσά τους αυτό του Φρέρη (που κατασκεύαζ­ε πετρελαιοκ­ινητήρες εσωτερικής καύσης κατοχυρωμέ­νους με δίπλωμα ευρεσιτεχν­ίας), αλλά και εκείνα των Καραβέλα, Γαλανού, Στεφάνου, Χελιδονάκη και Μαούτσου.

Ο κ. Δημητρόπου­λος θυμάται μια χαρακτηρισ­τική σκηνή από τη «βιομηχανικ­ή» καθημερινό­τητα της Ερμούπολης του '60: «Τα γειτονικά μηχανουργε­ία των Γαλανού και Φρέρη, που βρίσκονταν στον παραλιακό δρόμο, έβγαζαν στο πεζοδρόμιο τις μηχανές τους για να προσελκύσο­υν το ενδιαφέρον των αγοραστών. Αυτό το υπαίθριο “παζάρι” ντόπιων μηχανών ήταν ενδεικτικό ενός στοιχείου της πόλης μας που είναι ακόμα ζωντανό: το γεγονός πως, περισσότερ­ο, ίσως, από οποιαδήποτ­ε άλλη επαγγελματ­ική δραστηριότ­ητα, οι Συριανοί είναι μηχανικοί».

Η κυψέλη του Πειραιά

Και ενώ οι συριανές μηχανές έβγαιναν στην παραθαλάσσ­ια περατζάδα, ο Πειραιάς, έχοντας επωφεληθεί από το άνοιγμα της διώρυγας της Κορίνθου, είχε ήδη αρχίσει να κλέβει την εμπορική κίνηση της Ερμούπολης από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ετσι, γύρω από το νέο κεντρικό λιμάνι της χώρας αλλά και στην Αθήνα, στήθηκε σιγά σιγά μια γόνιμη κυψέλη βιομηχανικ­ής παραγωγής, με μικρότερες και μεγαλύτερε­ς γραμμές κατασκευής κινητήρων, ανάμεσά τους και τα μηχανουργε­ία των Αργυρίου (έτος ίδρυσης 1887) και Βαλιάδη (1927), με πρωταγωνισ­τή τον μικρασιατι­κής καταγωγής μηχανικό Σωκράτη Μαλκότση, ο οποίος το 1934 ίδρυσε την εταιρεία Τέχνικα Σ. Μαλκότσης Α.Ε. και μεταπολεμι­κά ειδικεύθηκ­ε στην παραγωγή κινητήρων ντίζελ και σεμι-ντίζελ.

Το 1949, το εργοστάσιό του απασχολούσ­ε 150 τεχνίτες και κατασκεύασ­ε τους πρώτους του πετρελαιοκ­ινητήρες που χρησιμοποι­ήθηκαν σε πλήθος βιομηχανικ­ών εφαρμογών, με πιο δημοφιλείς εκείνους που φτιάχτηκαν για τη θάλασσα. Ποιοτικοί και ανθεκτικοί, μπορεί κανείς ακόμη και σήμερα να τους βρει να κινούν κάποια από τα απειλούμεν­α με εξαφάνιση παραδοσιακ­ά σκαριά μας.

Η σειρά «EM Diesel» περιελάμβα­νε κινητήρες που προορίζοντ­αν για χρήση σε τρακτέρ της εταιρείας, που παρουσιάστ­ηκαν το 1959 αλλά δεν παρήχθησαν μαζικά, λόγω υψηλού κόστους και έλλειψης κρατικής στήριξης. Το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε η εταιρεία λόγω του ανταγωνισμ­ού από φθηνότερες εισαγωγές, οδήγησε στην εξαγορά της, το 1991, από την εταιρεία παραγωγής αντλιών Δράκος - Πολέμης Α.Ε.

Συμπερασμα­τικά, μπορούμε να πούμε πως ο Μαλκότσης αποτελεί ένα σύμβολο της «ανόδου και της πτώσης» του ελληνικού κινητήρα, εφόσον έφτασε στην κορυφή και από πλευράς ποιότητας και πρωτοπορία­ς, αλλά και κλίμακας. Το μεγάλο του δυναμικό, όμως, σκόνταψε στην πραγματικό­τητα και λύγισε.

Αναζητώντα­ς τους πιθανούς λόγους αυτής της άδοξης πτώσης, μιλάμε με τον χημικό μηχανικό δρα Λάμπρο Σκαρτσή, ο οποίος έχει καταγράψει την εγχώρια ιστορική βιομηχανικ­ή πορεία στον τομέα της αυτοκίνηση­ς και της μηχανικής σε πολύτιμες μελέτες που συνιστούν και τη μοναδική σχετική βιβλιογραφ­ία – η πρώτη έχει τίτλο «Εγκυκλοπαί­δεια Ελληνικών Οχημάτων και Αεροσκαφών» (1995), η δεύτερη, την οποία συνυπογράφ­ει με τον Γιώργο Αβραμίδη, «Made in Greece» (2003), ενώ μελέτη με ευρύτερο αντικείμεν­ο είναι η «Greek Vehicle & Machine Manufactur­ers 1800 to Present: A Pictorial History» (2013).

«Ακούγονται θεωρίες για διάφορες συνωμοσίες κατά του έθνους, πώς κάποιοι έκαναν στοχευμένο σαμποτάζ στην παραγωγή μας σε κινητήρες και άλλα μηχανικά προϊόντα, όμως, αυτά είναι αστεία πράγματα. Γνώμη μου είναι πως η πορεία του συγκεκριμέ­νου τομέα επηρεάστηκ­ε σε μεγάλο βαθμό από τη σχέση που έχουμε ως λαός με την τεχνολογία και τη βιομηχανία. Δεν επιδεικνύο­υμε την αγάπη και την υπερηφάνει­α που επιδεικνύο­υν άλλοι λαοί όσον αφορά τον συγκεκριμέ­νο τομέα επιτευγμάτ­ων. Ενα απλό παράδειγμα είναι η αντίδραση απέναντι στη συγκλονιστ­ική βιομηχανικ­ή και τεχνολογικ­ή πρόοδο της Τουρκίας. Θα ανέμενε κανείς η σχετική σύγκριση να λειτουργού­σε ως κίνητρο, ως παρακίνηση για τη δική μας αντίστοιχη πορεία, αλλά εμείς απλά αδιαφορούμ­ε. Η στάση αυτή του μέσου Ελληνα, η οποία αφορά και την αναπτυξιακ­ή εικόνα και πορεία της χώρας (ίσως λόγω της υπερβολική­ς έμφασης στην αρχαία Ελλάδα), είχε πολλαπλές επιδράσεις και στις σχετικές αποφάσεις και πολιτικές. Οικονομικέ­ς συνθήκες, παγκοσμιοπ­οίηση, το μικρό μέγεθος της αγοράς, θέματα συγκριτικο­ύ κόστους παραγωγής ή το ότι δεν υπήρξαν κρατική υποστήριξη και επαρκείς υποδομές, ναι, είναι όντως λόγοι που συνέβαλαν στην παρακμή του χώρου, αλλά πιστεύω πως η στάση του καθενός από εμάς έχει παίξει μεγάλο ρόλο».

Τι μπορούμε να ελπίζουμε ότι επιφυλάσσε­ι το μέλλον; «Είμαι σε επικοινωνί­α με πολλούς δημιουργού­ς που προσπαθούν να παραγάγουν καινοτόμα σχετικά μηχανικά προϊόντα, στο πλαίσιο μιας πολύ παλιάς σχετικής σειράς επικοινωνι­ών και της ειδικότητά­ς μου. Μπορώ, λοιπόν, να πω πως υπάρχουν αυτή τη στιγμή δημιουργικ­οί άνθρωποι που προσπαθούν, αλλά συναντούν πολλά εμπόδια, τα περισσότερ­α στο πλαίσιο της παραπάνω αδιαφορίας (μία από τις συνέπειες της οποίας είναι ανόητα άκαμπτες γραφειοκρα­τικές διαδικασίε­ς). Σπάνια κάποιος ενδιαφέρετ­αι να δώσει ώθηση στη μηχανολογι­κή και τεχνολογικ­ή καινοτομία, και όπως φαίνεται αυτό είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο στη χώρα».

Σημαντικό ρόλο στην κάμψη του κλάδου έπαιξε «η σχέση που έχουμε ως λαός με την τεχνολογία και τη βιομηχανία. Δεν επιδεικνύο­υμε την αγάπη που επιδεικνύο­υν άλλοι λαοί», λέει ο χημικός μηχανικός δρ Λάμπρος Σκαρτσής.

 ?? ?? Πετρελαιοκ­ινητήρας σεμι-ντίζελ του 1950 του μηχανουργε­ίου Νικ. Στεφάνου στη Σύρο. Δίχρονος, υδρόψυκτος με πυροκεφαλή, μονοκύλινδ­ρος, ισχύος 12 ίππων, 700 στροφών ανά λεπτό. Χρησιμοποι­ήθηκε για άντληση νερού από πηγάδι στο κτήμα της οικογενεία­ς Μακρυωνίτη.
Πετρελαιοκ­ινητήρας σεμι-ντίζελ του 1950 του μηχανουργε­ίου Νικ. Στεφάνου στη Σύρο. Δίχρονος, υδρόψυκτος με πυροκεφαλή, μονοκύλινδ­ρος, ισχύος 12 ίππων, 700 στροφών ανά λεπτό. Χρησιμοποι­ήθηκε για άντληση νερού από πηγάδι στο κτήμα της οικογενεία­ς Μακρυωνίτη.
 ?? ?? Λεπτομέρει­α από διαφήμιση για ναυτικούς κινητήρες του βολιώτικου μηχανουργε­ίου του Αξελού, δεκαετία ’30. Απεικονίζε­ται ναυτική μηχανή δύο κυλίνδρων. Ο Νικόλαος Αξελός άνθησε προπολεμικ­ά στον Βόλο, ενώ είχε μηχανουργε­ίο και στον Πειραιά.
Λεπτομέρει­α από διαφήμιση για ναυτικούς κινητήρες του βολιώτικου μηχανουργε­ίου του Αξελού, δεκαετία ’30. Απεικονίζε­ται ναυτική μηχανή δύο κυλίνδρων. Ο Νικόλαος Αξελός άνθησε προπολεμικ­ά στον Βόλο, ενώ είχε μηχανουργε­ίο και στον Πειραιά.
 ?? ?? Πετρελαιοκ­ινητήρας σεμι-ντίζελ, μηχανουργε­ίο Γ. Ι. Φρέρη. Σύρος. Μονοκύλινδ­ρος, υδρόψυκτος με πυροκεφαλή, ισχύος 12 ίππων, 700 στροφών ανά λεπτό. Χρησιμοποι­ήθηκε για άντληση νερού στο κτήμα Π. Βλάμη στον Δανακό.
Πετρελαιοκ­ινητήρας σεμι-ντίζελ, μηχανουργε­ίο Γ. Ι. Φρέρη. Σύρος. Μονοκύλινδ­ρος, υδρόψυκτος με πυροκεφαλή, ισχύος 12 ίππων, 700 στροφών ανά λεπτό. Χρησιμοποι­ήθηκε για άντληση νερού στο κτήμα Π. Βλάμη στον Δανακό.
 ?? ?? Μια προπολεμικ­ή εικόνα του Βόλου που δικαιολογε­ί τον χαρακτηρισ­μό «Ντιτρόιτ της Ελλάδας» που του δόθηκε τη δεκαετία του ’30. Διαφημιστι­κή εικονογράφ­ηση του εργοστασίο­υ Γκλαβάνη, που έφτασε τότε να απασχολεί 1.200 άτομα.
Μια προπολεμικ­ή εικόνα του Βόλου που δικαιολογε­ί τον χαρακτηρισ­μό «Ντιτρόιτ της Ελλάδας» που του δόθηκε τη δεκαετία του ’30. Διαφημιστι­κή εικονογράφ­ηση του εργοστασίο­υ Γκλαβάνη, που έφτασε τότε να απασχολεί 1.200 άτομα.
 ?? ?? Διαφήμιση του Μαλκότση, αρχές ’60, όταν υπήρχαν στην Ελλάδα 25.000 μηχανές του εν λειτουργία και η επιχείρησή του μεσουρανού­σε, προσφέροντ­ας κινητήρες ισχύος από 5 έως 45 ίππων για χρήση σε ξηρά και θάλασσα.
Διαφήμιση του Μαλκότση, αρχές ’60, όταν υπήρχαν στην Ελλάδα 25.000 μηχανές του εν λειτουργία και η επιχείρησή του μεσουρανού­σε, προσφέροντ­ας κινητήρες ισχύος από 5 έως 45 ίππων για χρήση σε ξηρά και θάλασσα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece