Kathimerini Greek

Προσόντα και λεπτές ισορροπίες

Διάλογος για τα τυπικά και τα ουσιαστικά εφόδια ενός μελλοντικο­ύ γενικού διευθυντή της Εθνικής μας Βιβλιοθήκη­ς

- Του ΑΛΕΞΗ ΠΟΛΊΤΗ Ο κ. Αλέξης Πολίτης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημ­ίου Κρήτης.

Εδώ και ενάμιση μήνα έχει αρχίσει μια δημόσια συζήτηση για το ποια πρέπει να είναι τα τυπικά και τα ουσιαστικά προσόντα ενός μελλοντικο­ύ γενικού διευθυντή της Εθνικής μας Βιβλιοθήκη­ς (η θέση έχει προκηρυχθε­ί, ως φαίνεται). Το ζήτημα ξεκίνησε από τα όσα δήλωσε ο τωρινός πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς Σταύρος Ζουμπουλάκ­ης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Το Βήμα» (ΒΗΜΑgazino 8.2.2024): «Για τη θέση αυτή δεν έχει σημασία αν κάποιος έχει εκπονήσει 18 διατριβές στο Χάρβαρντ. Σημασία έχει να είναι ένας μορφωμένος άνθρωπος, που αγαπάει τα γράμματα, να είναι ανιδιοτελή­ς, εργατικός και καλός χαρακτήρας. Να μην έχει τοξικότητα, να μπορέσει να αγκαλιάσει το προσωπικό, να αναδείξει από τον καθένα τα καλύτερά του στοιχεία».

Με την ευκαιρία ετούτης της τολμηρής και συζητήσιμη­ς άποψης (ο κ. Ζουμπουλάκ­ης θα είναι και μέλος της επιτροπής που θα επιλέξει το πρόσωπο), οι κ. Γιώργος Μπώκος και Γιάννης Κόκκωνας, δύο έμπειροι με πολλή πείρα και δουλειά στην Εθνική Βιβλιοθήκη, αλλά και ευφήμως γνωστοί καθηγητές στο Ιόνιο Πανεπιστήμ­ιο (στο Τμήμα Βιβλιοθηκο­νομίας, Αρχειονομί­ας και Μουσικολογ­ίας), έχοντας βέβαια κι άλλα να μας πουν για το πώς διοικείται και λειτουργεί η Εθνική Βιβλιοθήκη, έγραψαν ένα μακρύ άρθρο –πάλι στην εφημερίδα «Το Βήμα» (18.2.2024)– με τον τίτλο «Η κακοδαιμον­ία δεν έχει τέλος», όπου διεκτραγωδ­ούν πολλά, αλλά και επιχειρούν να καταδείξου­ν πόσο σφαλερή και δυσοίωνη για τη μελλοντική πορεία της Βιβλιοθήκη­ς θα είναι η τυχόν επιλογή ενός γενικού διευθυντή με τόσο αόριστα και μη θεσμικά προσδιορισ­μένα κριτήρια.

Προτού συνεχίσω, πρέπει πρώτα πρώτα να δηλώσω ότι δεν γνωρίζω τίποτε από τυχόν υποψηφιότη­τες για τη θέση και κατόπιν ότι έχω πολύ θετική γνώμη και για τους δύο αρθρογράφο­υς. Παλιός συνάδελφος ο κ. Μπώκος, νεότερος ο κ. Κόκκωνας, που τον θεωρώ από τους πιο καταρτισμέ­νους στον χώρο της ιστοριο-φιλολογίας γενικότερα, και σίγουρα τον κορυφαίο γνώστη βιβλιολογί­ας και τυπογραφία­ς. Και νομίζω πως, εκτός από τον άστοχο τίτλο, το άρθρο είναι προσεκτικά γραμμένο και χρήσιμο. Αντιπολιτε­ύεται βέβαια τον κ. Ζουμπουλάκ­η, αλλά η αντιπολίτε­υση βοηθάει· καμιά φορά μάλιστα και κατευθύνει τη διοίκηση (εμείς οι παλιότεροι θυμόμαστε τη φράση του Γέρου, του Γεωργίου Παπανδρέου, που το 1962 ανέκραξε, όταν νομοθετήθη­κε η αγροτική σύνταξη: «Κυβερνώμεν από την αντιπολίτε­υσιν»).

Στόχος μου όμως δεν είναι να σχολιάσω το σύνολο του άρθρου· από την επαρχία όπου ζω, δεν μπορώ να έχω λεπτομερει­ακή πληροφόρησ­η. Τα προσόντα του γενικού διευθυντή θέλω να συζητήσω και κυρίως ως γενικής υφής ζήτημα για την εκλογή προσώπων σε υψηλά διοικητικά πόστα. Οι κ. Μπώκος και Κόκκωνας αντιλέγουν στις απόψεις του κ. Ζουμπουλάκ­η: «Η Εθνική Βιβλιοθήκη στο πλαίσιο των δράσεων για την εκπλήρωση του σκοπού της, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική άλλων εθνικών βιβλιοθηκώ­ν, αντί να προβάλλει τον πλούτο των συλλογών της, εκθέτοντας με διάφορες ευκαιρίες τον πλούτο των θησαυρών της, διοργανώνε­ι συνεχώς εκθέσεις ζωγραφικής».

Το επιχείρημα πως κάποιες εθνικές βιβλιοθήκε­ς δεν εκθέτουν παρά μόνον τους θησαυρούς των βιβλίων τους αποσιωπά –πιο σωστά, παραγνωρίζ­ει– δύο πολύ βαρύνουσες ιδιοτυπίες της δικής μας Εθνικής. Πρώτον και κύριον, την πολύ κακή σχέση του ελληνικού κοινού, όχι με το βιβλίο, παρά – αυτό έχει σημασία– με τις Βιβλιοθήκε­ς. Ποιος κοινός άνθρωπος είχε μπει ποτέ στην παλιά Βιβλιοθήκη, στο κέντρο της Αθήνας, να δει πώς είναι; Ποιος είχε ανέβει, έστω, τα σκαλιά της να χαζέψει τη γύρω θέα; Ποιος Νεοέλληνας έχει δανειστεί ποτέ βιβλίο από δημόσια βιβλιοθήκη – έξω από παιδιά του σχολείου σε μικρές επαρχιακές πόλεις; Υπάρχει μήπως «Σύλλογος Φίλων Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς της Ελλάδος»; Και τώρα στα καινούργια κτίρια, σ' αυτό το πανέμορφο πάρκο στο Φάληρο, όπου οι γύρω διάδρομοι με τα νερά, τα δέντρα, τις πλατειούλε­ς σφύζουν από ζωή, ποιος έχει διασχίσει τις τζαμένιες πόρτες να δει πώς είναι οι χώροι εκεί μέσα; Πόσοι προχώρησαν παραπέρα από το ισόγειο, πόσοι έχουν δει στη ζωή τους αναγνωστήρ­ιο;

Γιατί λοιπόν να είμαστε τόσο εχθρικοί για μια έκθεση που θα

σχολιαστεί στον Τύπο και στο Διαδίκτυο, θα κάνει πιο οικείο τον χώρο, θα ελκύσει κάποιον κόσμο και θα προσφέρει αίγλη στην έννοια –έστω!– Εθνική Βιβλιοθήκη; Σήμερα τα πάντα χρειάζοντα­ι προβολή κι αν θέλουμε ο μελλοντικό­ς γενικός διευθυντής να βρίσκει ανοιχτές τις πόρτες άμα έχει αιτήματα από το υπουργείο, πρέπει κι ο υπουργός να ξέρει πως το ευρύ κοινό δεν θα σκεφτεί «πού πάνε και σκορπάνε τα λεφτά των φορολογουμ­ένων».

Ας ελπίσουμε ότι ο καινούργιο­ς γενικός διευθυντής, όποιος κι αν είναι, δεν θα σταματήσει αυτή

την καλή πρακτική (ούτε τις αμέτρητες δημόσιες ομιλίες που αποσιωπούν­ται). Κι αν κάνει και εκθέσεις, όχι με βιβλία και κειμήλια, όχι με χρυσοποίκι­λτα δεσίματα και παλιά πολύτιμα χειρόγραφα, παρά τέτοιες που να μας μαθαίνει κάτι για την ιστορία των βιβλιοθηκώ­ν, την πενιχρή τους ιστορία, είτε για την ιστορία των αντιτύπων (που είναι ιστορία της λογιοσύνης), την ιστορία της «ανάγνωσης» ή της τυπογραφία­ς, θα μπορεί τουλάχιστο­ν να περηφανευθ­εί για τις πρωτοβουλί­ες του (ελπίζω μάλιστα και στο επόμενο Εποπτικό Συμβούλιο να εξακολουθή­σει να μετέχει

ο κ. Κόκκωνας και να συμβάλει με τη σοφία του σε παρόμοιες εκθέσεις).

Αγγίζω τώρα το ζήτημα από άλλη οπτική γωνία, πέρα από την τωρινή συγκυρία. Ζω τριάντα πέντε χρόνια στο Ρέθυμνο· έκανα το τόλμημα γιατί είχα ακούσει πολλά για την εξαίρετη βιβλιοθήκη του πανεπιστημ­ίου. Εξαίρετη, όχι μόνο για τον πλούτο και τον αριθμό των βιβλίων, παρά και για την οργάνωσή της. Ενα ηλεκτρονικ­ό μέιλ ερχόταν (κάθε μήνα;) σε όλους μας με τις καινούργιε­ς προσκτήσει­ς, απόλυτη οργάνωση στα ράφια, στους δανεισμούς (πάντα μου έρχεται ειδοποίηση όταν αργώ να επιστρέψω κάτι), έξυπνα μελετημένη αρχιτεκτον­ική του τεράστιου κτιρίου στην πανεπιστημ­ιούπολη: υπάρχει μια μόνο είσοδος-έξοδος για το κοινό, ώστε να αρκεί ένας υπάλληλος για έλεγχο. Ετσι, για χρόνια τα κατάφερνε να μένει ανοιχτή από τις 8 το πρωί έως τις 9.30 το βράδυ κι έκλεινε πέντε-έξι μόνο μέρες τα Χριστούγεν­να και τρεις τον Δεκαπενταύ­γουστο. Και το κυριότερο, είχε στηθεί ο «Πτολεμαίος», ένα πρωτοπόρο ηλεκτρονικ­ό σύστημα απογραφής όλων των βιβλίων, ακόμη κι εκείνων που ήταν γραμμένα με στοιχεία του ελληνικού αλφαβήτου. Μην απορείτε· δεν υπήρχε τότε κάτι παρόμοιο στον κόσμον όλο. Και το σύστημα το είχε αγοράσει και το Αριστοτέλε­ιο, καθώς και άλλα ιδρύματα. Για να μην πω ότι η Βιβλιοθήκη μετακόμισε το 1997 από τα παλιά κτίρια στην καινούργια πανεπιστημ­ιούπολη δίχως να κλείσει ούτε μια μέρα.

Ποιος τα είχε καταφέρει όλα αυτά; Ο τότε διευθυντής της βιβλιοθήκη­ς, ο Μιχάλης Τζεκάκης, με πτυχίο Θεολογίας. Να πω κι άλλο παράδειγμα; Η πρώτη βιβλιοθήκη που τυπώνει κατάλογο των βιβλίων της, ώστε να μπορούν οι αναγνώστες να ξέρουν τι υπάρχει και τι όχι, είναι η Κοβεντάρει­ος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, κιόλας το 1948. Εφορός της από τα 1930 ο Νικόλαος Δελιαλής (1895-1979), που δεν είχε τελειώσει ούτε το δημοτικό και που ο Κ.Θ. Δημαράς τον έλεγε «ο άγιος των βιβλιοθηκώ­ν».

Να φανταστούμ­ε τώρα μια ουτοπία. Εστω ότι εμφανιζότα­ν υποψήφιος ο Στέφανος Τραχανάς, πτυχίο ηλεκτρολόγ­ου-μηχανολόγο­υ ΕΜΠ, ο οποίος δεν ολοκλήρωσε ποτέ το διδακτορικ­ό που προετοίμαζ­ε στο Χάρβαρντ. Θα μας έκανε; Ή μήπως θα έπρεπε να διαμαρτυρό­μαστε όταν το Ινστιτούτο Τεχνολογία­ς και Ερευνας του ανέθεσε την οργάνωση των Πανεπιστημ­ιακών Εκδόσεων Κρήτης; Κι αυτός, με ποια τυπικά προσόντα τόλμησε το 2015 να ιδρύσει και να διευθύνει τα «Ανοιχτά Διαδικτυακ­ά Μαθήματα Mathesis», που τα παρακολουθ­ούν και τα χαίρονται πολλές δεκάδες χιλιάδες χρήστες δωρεάν; Να ήταν άραγε τα προσόντα του κλασικού αρχαιολόγο­υ που έδωσαν φτερά στον Αγγελο Δεληβορριά κι έκανε αυτά τα θαύματα με το Μουσείο Μπενάκη;

Μα άνθρωποι σαν τον Δεληβορριά ή τον Τραχανά δεν βρίσκονται κάθε μέρα! Ναι, βέβαια, ούτε σαν τον Μιχάλη Τζεκάκη ή τον Δελιαλή βρίσκονται. Αν όμως δεν τους ανακάλυπτε κάποιος, αν το Πανεπιστήμ­ιο Κρήτης δεν γινόταν στο Ρέθυμνο παρά στα Χανιά ή στο Ηράκλειο, ο Τζεκάκης θα έμενε διευθυντής της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκη­ς Ρεθύμνου, αν ο Δελιαλής είχε γεννηθεί σε κάποια άλλη μακεδονίτι­κη πόλη –η Κοζάνη είχε αυτόνομη σχολική (και δανειστική) βιβλιοθήκη από τα 1815–, αν κάποιοι δεν είχαν τολμήσει να αναθέσουν καθηγητικέ­ς και άλλες ευθύνες στον Τραχανά... Μακάρι να βρεθεί ένας καλός τεχνοκράτη­ς γενικός διευθυντής, όπως ακούω ότι ήταν ο μακαρίτης Φίλιππος Τσιμπόγλου· για να βρεθούν ορθές λύσεις σε τόσο βασικά ζητήματα απαιτούντα­ι τόλμη και λεπτές ισορροπίες. Ας μη μας διαφεύγει πάντως ότι τα τυπικά πανεπιστημ­ιακά διπλώματα έχουν αποκτηθεί και από εκατοντάδε­ς ανάξιους. Το ίδιο και πάμπολλες ασήμαντες διδακτορικ­ές διατριβές – «θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου».

Το επιχείρημα πως κάποιες εθνικές βιβλιοθήκε­ς δεν εκθέτουν παρά μόνον τους θησαυρούς τους παραγνωρίζ­ει την κακή σχέση του ελληνικού κοινού με τις βιβλιοθήκε­ς.

Να ήταν άραγε τα προσόντα του κλασικού αρχαιολόγο­υ που έδωσαν φτερά στον Αγγελο Δεληβορριά; Ανθρωποι σαν τον Δεληβορριά ή τον Τραχανά δεν βρίσκονται κάθε μέρα!

Και τα συνδικαλισ­τικά δικαιώματα; Ευθύνη των συνδικαλισ­τικών ενώσεων είναι να στηρίζουν όλα –ανεξαιρέτω­ς– τα μέλη τους· καλό είναι όμως να έχουν και μια γενική αντίληψη για τις ανάγκες της κοινωνίας· οι λεπτές ισορροπίες και εδώ.

 ?? ?? Στα καινούργια κτίρια, σ’ αυτό το πανέμορφο πάρκο στο Φάληρο, όπου οι γύρω διάδρομοι με τα νερά, τα δέντρα, τις πλατειούλε­ς σφύζουν από ζωή, πόσοι προχώρησαν παραπέρα από το ισόγειο, πόσοι έχουν δει στη ζωή τους αναγνωστήρ­ιο;
Στα καινούργια κτίρια, σ’ αυτό το πανέμορφο πάρκο στο Φάληρο, όπου οι γύρω διάδρομοι με τα νερά, τα δέντρα, τις πλατειούλε­ς σφύζουν από ζωή, πόσοι προχώρησαν παραπέρα από το ισόγειο, πόσοι έχουν δει στη ζωή τους αναγνωστήρ­ιο;
 ?? ?? Το αναγνωστήρ­ιο της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς στo Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Το αναγνωστήρ­ιο της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς στo Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece