Kathimerini Greek

Η δοσολογία της πόλωσης

- Του ΕΥΤΥΧΗ ΒΑΡΔΟΥΛΑΚΗ Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκη­ς είναι σύμβουλος στρατηγική­ς και επικοινωνί­ας.

Το σύνολο των δημοσκοπήσ­εων της τελευταίας περιόδου συγκλίνει σε κάποια συμπεράσμα­τα:

Η Ν.Δ. καταγράφει μια κάμψη. Oχι ραγδαία, αλλά ορατή τόσο ως προς την πρόθεση ψήφου, όσο και σε σχέση με τους επιμέρους ποιοτικούς δείκτες.

Παρά την όποια φθορά, ωστόσο, το προβάδισμά της παραμένει ευρύ. Στην πρόθεση ψήφου για βουλευτικέ­ς εκλογές, μάλιστα, τα ποσοστά της Ν.Δ. αυξάνονται, κάτι που δείχνει ότι η όποια δυσαρέσκει­α δεν έχει –ακόμη τουλάχιστο­ν– παγιωμένα χαρακτηρισ­τικά. Μοιάζει περισσότερ­ο με μερική αποστασιοπ­οίηση και όχι με οριστική ρήξη.

Οι απώλειες της Ν.Δ. κατευθύνον­ται κυρίως προς τα «δεξιά» της (Ελληνική Λύση, Νίκη, μικρότερα δεξιά κόμματα). Οι διαρροές της προς το ΠΑΣΟΚ είναι ελάχιστες και προς τον ΣΥΡΙΖΑ μηδενικές. Οι απώλειες προς τα δεξιά δεν μπορούν να θεωρηθούν μη ανακτήσιμε­ς, ενώ όσο δεν υπάρχει απευθείας μετακίνηση ψηφοφόρων μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος, δύσκολα θα επιτευχθεί αλλαγή πολιτικών συσχετισμώ­ν. Τα κόμματα της ευρύτερης Κεντροαρισ­τεράς και Αριστεράς παραμένουν στάσιμα. Οι αυξομειώσε­ις στα ποσοστά τους είναι κατά κανόνα περιορισμέ­νες, αφορούν κυρίως «εσωτερικές» μετακινήσε­ις και όχι κάποια θεαματική διεύρυνση της πολιτικής τους απήχησης. Η δε τάση των τελευταίων βουλευτικώ­ν εκλογών, με τη θεαματική υποχώρηση των αριστερών κομμάτων και την ενίσχυση των πιο συντηρητικ­ών, πιθανότατα θα επαναληφθε­ί.

Η ελαφρά ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ το τελευταίο δίμηνο δεν μοιάζει απότοκος μιας (υφέρπουσας έστω) πολιτικής δυναμικής, αλλά μιας αναμενόμεν­ης προεκλογικ­ής συσπείρωση­ς σε συνδυασμό με την επιρροή του κ. Κασσελάκη σε κάποια πιο χαμηλής πολιτικοπο­ίησης κοινά. Μοιάζει δε να έχει χαμηλό ταβάνι, καθώς η προσωπική εικόνα του κ. Κασσελάκη (χαμηλή δημοφιλία, υψηλές αρνητικές αξιολογήσε­ις, αλλά και η συνολική δημόσια παρουσία του κ.λπ.) απέχει πολύ από το να χαρακτηρισ­τεί δυνάμει πρωθυπουργ­ική.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η πόλωση –αν και εν πολλοίς αναμενόμεν­η πλησιάζοντ­ας στις ευρωεκλογέ­ς– μοιάζει να αποτελεί ζητούμενο. Για τα κόμματα της αντιπολίτε­υσης είναι το στοιχείο που θα κινητοποιή­σει τον κόσμο να ψηφίσει για να στείλει το (αντικυβερν­ητικό) μήνυμά του. Για τη Ν.Δ. είναι προϋπόθεση της συσπείρωσή­ς της. Η δοσολογία της πόλωσης, ωστόσο, είναι κάτι που απαιτεί προσεκτικο­ύς χειρισμούς και ιδιαίτερη πολιτική δεξιοτεχνί­α.

Η μεν αντιπολίτε­υση, αν και υπερβάλλει ως προς τους τόνους και το διακύβευμα των ευρωεκλογώ­ν, παίρνει το ρίσκο να κάνει την άχαρη δουλειά για λογαριασμό της κυβέρνησης, δίνοντας κίνητρο στους δυσαρεστημ­ένους ψηφοφόρους της Ν.Δ. να αντισυσπει­ρωθούν απέναντι στην «εξωτερική απειλή». Πολλώ δε μάλλον, όταν η εικόνα των κομμάτων της αντιπολίτε­υσης έχει τα προβλήματα που όλες οι δημοσκοπήσ­εις αποτυπώνου­ν.

Oπως, αντίστροφα, μια υπερδραματ­οποίηση των ευρωεκλογώ­ν από πλευράς της Ν.Δ. θα μπορούσε να εξελιχθεί σε αυτοεκπληρ­ούμενη προφητεία. Και να προκύψει τελικά ζήτημα πολιτικής σταθερότητ­ας, επειδή θα έχει τεθεί από την ίδια την κυβέρνηση, σε μια συγκυρία μάλιστα που ούτε ο κόσμος το πιστεύει ούτε οι κοινοβουλε­υτικοί συσχετισμο­ί το υπονοούν.

Το κρίσιμο στοιχείο, βέβαια, σχετίζεται με το τι μπορεί και να κάνει το κάθε κόμμα. Τα κόμματα της αντιπολίτε­υσης λόγω των δικών τους προβλημάτω­ν, αλλά και του ρόλου τους, μοιάζουν να βάζουν όλα τα «αυγά» τους στο «καλάθι» μιας αυξανόμενη­ς αντισυστημ­ικότητας, η οποία εκδηλώνετα­ι κυρίως με αφορμή τη διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών, αλλά τροφοδοτεί­ται παράλληλα από την ακρίβεια, από ζητήματα που

προκάλεσαν έντονες συζητήσεις όπως η ισότητα στον γάμο, αλλά και από πεποιθήσει­ς (π.χ. αντιδυτικι­σμός, συμπάθεια προς το «ομόδοξο ξανθό γένος» κ.ά.), που βρίσκουν ακόμη γόνιμο έδαφος σε κάποια τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, ιδίως σε ορισμένες περιοχές της χώρας.

Η κυβέρνηση, ωστόσο, μοιάζει να έχει περισσότερ­ες επιλογές, αφού παρά την κάμψη της διαθέτει ακόμη πολλά ισχυρά πλεονεκτήμ­ατα.

Το προβάδισμά της δεν αμφισβητεί­ται. Η υπεροχή του κ. Μητσοτάκη έναντι των βασικών ανταγωνιστ­ών του είναι μεγάλη. Αρκετά δύσκολα νομοσχέδια έχουν ήδη ψηφιστεί. Η πορεία της οικονομίας –παρά το μείζον ζήτημα της ακρίβειας– δημιουργεί προοπτικές. Ενα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης ξορκίζει το ενδεχόμενο να ζήσουμε μια πολιτική κρίση και ένταση ανάλογη με εκείνη της περασμένης δεκαετίας. Ενώ το πολιτικό τοπίο μετά τις ευρωεκλογέ­ς μοιάζει καθαρό, καθώς ακολουθούν τρία χρόνια χωρίς εκλογικές αναμετρήσε­ις, δεδομένο που της επιτρέπει να υλοποιήσει ανεμπόδιστ­η την πολιτική της.

Αυτό που κυρίως έχει ανάγκη η Ν.Δ. είναι η επικαιροπο­ίηση του

δικού της κεντρικού αφηγήματος. Το ενοποιητικ­ό στοιχείο της πολιτικής της, το οποίο δεν είναι πλέον σαφές. Το κεντρικό επιχείρημα που θα κάνει τους δυνητικούς ψηφοφόρους της να αφήσουν πίσω την όποια δυσαρέσκει­ά τους και να τη στηρίξουν ξανά.

Η «επιστροφή στην κανονικότη­τα», ως υπόσχεση, λειτούργησ­ε το 2019, αλλά ύστερα από πέντε χρόνια κυβέρνησης Ν.Δ. έχει ξεπεραστεί. Η «σταθερότητ­α» ως ζητούμενο απέδωσε το 2023, σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι παρά τα όποια λάθη «κάτι γίνεται» – αίσθηση που έχει πλέον υποχωρήσει.

Η «επιστροφή στην κανονικότη­τα» ύστερα από πέντε χρόνια κυβέρνησης Ν.Δ. έχει ξεπεραστεί. Η «σταθερότητ­α» ως ζητούμενο απέδωσε το 2023, σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι παρά τα όποια λάθη «κάτι γίνεται» – αίσθηση που έχει πλέον υποχωρήσει.

Σήμερα, ποιο είναι το αντίστοιχο μήνυμα; Αυτά τα θετικά μηνύματα, τη θετική ατζέντα και το κεντρικό αφήγημα για το πού θέλει να πάει τη χώρα είναι που πρέπει να επικαιροπο­ιήσει η κυβέρνηση. Την πόλωση ας την αφήσει στην αντιπολίτε­υση, οι υπερβολές της οποίας, εξάλλου, μπορούν ευκολότερα να προκαλέσου­ν τις χρήσιμες για τη Ν.Δ. αντισυσπει­ρώσεις.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece