Εκφοβισμός ως φάσμα
Αν παρακολουθήσει κανείς προσεκτικά το βίντεο που συνοδεύει την εθνική καμπάνια εναντίον του σχολικού εκφοβισμού, θα παρατηρήσει, πέραν του δυσάρεστου θεάματος της δραματοποιημένης κακοποίησης, κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό: η σκηνή κατά την οποία ο άτυχος μαθητής γρονθοκοπείται από τους συμμαθητές του, δεν εκτυλίσσεται στο σχολείο, αλλά στον δρόμο. Το στοιχείο αυτό δεν αποτελεί σεναριακό/σκηνοθετικό σφάλμα, ίσα ίσα, αντανακλά μια πραγματικότητα απολύτως ρεαλιστική, αλλά πολύ πιο σύνθετη από αυτήν που θα μπορούσε να περιγράψει μια εκστρατεία επικοινωνίας με συγκεκριμένες παραμέτρους: ο «σχολικός εκφοβισμός» δεν είναι αμιγώς σχολικός· δεν γίνεται απαραιτήτως σε σχολικούς χώρους, δεν οργανώνεται κατ' ανάγκην από ενδοσχολικούς τραμπούκους, δεν περιορίζεται μεταξύ μαθητών του ίδιου σχολείου. Η προσπάθειά μας να τυποποιήσουμε το μπούλινγκ με όρους ρητούς και ξεκάθαρους κρύβει κάτι από τη μεγάλη, συγκεχυμένη εικόνα, αυτή που δεν χωράει στα κουτάκια των κανονισμών και των απαγορεύσεων, αλλά ορίζει θεμελιωδώς την κατάσταση. Η αλήθεια είναι ότι εκείνοι που προσπαθούν να πατάξουν τον σχολικό εκφοβισμό δεν έχουν πρόσφατη την εμπειρία του. Εχουν ξεχάσει, λοιπόν, ότι ο λόγος που είναι τόσο αποτελεσματικός μες στη μοχθηρία του είναι η πολυμορφικότητά του. Αν του κόψεις το ένα κεφάλι, ο σχολικός εκφοβισμός βγάζει άλλα δύο, που τα κρύβει επιμελώς όταν πρέπει, και τα αποκαλύπτει ξανά όταν το θύμα είναι και πάλι ευάλωτο· μόνο που τότε τα κεφάλια έχουν γίνει τέσσερα.
Ενα βασικό ψεγάδι
Ακριβώς επειδή το μπούλινγκ προσαρμόζεται στις περιστάσεις, έχει εξελιχθεί σε συστημικό γνώρισμα· εκεί είναι που σκοντάφτουν, λοιπόν, οι συστημικές λύσεις: ψάχνουν σφάλμα στο σύστημα, την ώρα που το πρόβλημα έχει αφομοιωθεί από αυτό ως κανονικότητα. Η δημιουργία της ψηφιακής πλατφόρμας καταγγελιών περιστατικών σχολικού εκφοβισμού είναι ένα θετικό βήμα, όμως το γεγονός ότι ο έλεγχος των καταγγελιών γίνεται σε πρώτο επίπεδο από τους σχολικούς παράγοντες, είναι εκ των πραγμάτων προβληματικό. Σε πολλές περιπτώσεις, το ίδιο το σχολικό περιβάλλον είναι που ευνοεί τις εκφοβιστικές συμπεριφορές. Αν οι ίδιοι που επί χρόνια δίνουν το ελεύθερο στους τραμπούκους να δρουν, αποκτήσουν και επίσημη αρμοδιότητα διαχείρισης των περιστατικών που έχουν μάθει να αγνοούν, ποιος μας λέει ότι δεν θα συνεχίσουν στο ίδιο μοτίβο; Ποιος μας λέει ότι δεν θα απορρίπτουν τις υποβαλλόμενες αναφορές ως «εκτός αρμοδιότητας πλατφόρμας», είτε από δημοσιοϋπαλληλική αδιαφορία είτε «για να μην μπλέξουν»; Η γραφειοκρατικοποίηση της αντιμετώπισης του προβλήματος, με την επινόηση βαθμίδων αρμοδιότητας, ομάδων και επιτροπών, ενδέχεται να εντείνει το πρόβλημα ή απλώς να περάσει ξυστά από δίπλα του. Οσο οι υπεύθυνοι θα πασχίζουν να αποφασίσουν αν το εκάστοτε περιστατικό εμπίπτει στις διατάξεις του νόμου και τίνος σειρά είναι να το ρυθμίσει, οι δράστες θα συνεχίζουν ανενόχλητοι το βίαιο χόμπι τους – και μάλιστα γνωρίζοντας ότι το σχολικό επιχειρησιακό σύστημα λειτουργεί συνήθως υπέρ τους.
Θέμα πρόθεσης
Ολα αυτά τα χρόνια δεν έχουν λείψει οι ιδέες, οι πρωτοβουλίες και οι «καινούργιες μέθοδοι». Δεν ανακαλύφθηκε φέτος η παθογένεια του σχολικού εκφοβισμού, ούτε προέκυψαν ξαφνικά λύσεις που κανείς δεν είχε σκεφτεί πέρυσι. Η εθνική στρατηγική που παρουσιάστηκε πριν από λίγες ημέρες είναι καλοδεχούμενη, όμως σημαντικότερη από τον σχεδιασμό είναι η πρόθεση, υπό την έννοια ότι, για να λειτουργήσει ο πρώτος, η δεύτερη πρέπει να υπάρχει ήδη, ισχυρή και αταλάντευτη. Είμαστε έτοιμοι να επιβάλουμε κυρώσεις σε ανήλικους κακοποιητές ή θα ενδώσουμε στο πρώτο κύμα λαϊκίστικου ακτιβισμού υπέρ των τραμπούκων από τις γνωστές πολιτικές δυνάμεις που λατρεύουν την κολακεία της νιότης; Είμαστε έτοιμοι να γίνουμε δυσάρεστοι σε γονείς, θείους και γιαγιάδες που προτιμούν να κηρύξουν πόλεμο από το να παραδεχτούν ότι κάτι δεν πάει καλά με το παιδί τους; Είμαστε έτοιμοι να τα βάλουμε με τη νοοτροπία (που με την αναμενόμενα στερεοτυπική του γραφικότητα εξέφρασε ο Γιώργος Τσίπρας πριν από λίγες ημέρες) ότι για κάθε εσκεμμένη υλική ζημιά από το χέρι μαθητή ευθύνεται το κράτος; Αν ναι, μπορεί και να σημειώσουμε κάποτε μια μικρή πρόοδο.