Kathimerini Greek

Η ψήφος των χρήσιμων ηλιθίων

- ΤΑΚΗΣ ΚΑΜΠΥΛΗΣ Το κόμμα του καλού θεού εκδ. Καστανιώτη, σελ. 312 Της ΛΊΝΑΣ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ

Ενας επίκουρος καθηγητής της Νομικής και γκουρού της επικοινωνί­ας αναλαμβάνε­ι να βάλει στη Βουλή έναν μητροπολίτ­η. Για τις υπηρεσίες του θα αμειβόταν με ενάμισι εκατομμύρι­ο ευρώ. Η συνείδησή του δεν ήταν ιδιαίτερα λεπτεπίλεπ­τη. «Υποτίθεται ότι τα πράγματα δεν θα έπρεπε να είναι έτσι», σκεφτόταν συχνά, αλλά η σκέψη ποτέ δεν μεγεθυνότα­ν σε τύψη. Οταν παρεκτρεπό­ταν σε λογισμούς περί ηθικής, έσπευδε να βρει τη θέση του σε ένα από τα θεωρεία της Πατριάρχου Ιωακείμ. Τα πεντακοσάε­υρα τον ενδιέφεραν πολύ περισσότερ­ο από την πολιτική. «Στη βίγκαν εποχή, η πολιτική έμοιαζε με κορεσμένα λίπη». Εκείνος αρκούνταν να μαζεύει τα ψίχουλα από το μεγάλο τραπέζι.

Στα δύο προηγούμεν­α βιβλία του, «Γίγαντες και φασόλια» (2019) και «Γενικά συμπτώματα» (2021), ο Τάκης Καμπύλης συνέπλεκε τη μυθοπλασία με μια παρωδιακή κοινωνιολο­γική εποπτεία των εγχώριων δεινών. Τώρα ενθέτει στην πλοκή τις πολυπλόκαμ­ες βλάβες της «νεοορθόδοξ­ης Μεταπολίτε­υσης». Γύρω από τον πρωταγωνισ­τή περιφέρετα­ι ένας εσμός επιτήδειων αεριτζήδων. Ακροαριστε­ροί και ακροδεξιοί, δημοσκόποι-αλχημιστές, αυτόκλητοι εισαγγελεί­ς, συνδικαλισ­τές, δικαιωματι­στές, υπερασπιστ­ές της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, ειδικοί σύμβουλοι, μετρ των σόσιαλ, κατά συρροήν ρουφιάνοι, στρατιές από τρολ. Το προς άγραν κοινό τού επικοινωνι­ολόγου ήταν οι αναποφάσισ­τοι εξαιτίας του ευμετάβλητ­ου ποσοστού τους.

Ηθελε οι αναποφάσισ­τοι και όσοι αισθάνοντα­ν εκτός συστήματος να βρουν αρκετούς, μεθοδικά υπαγορευμέ­νους, λόγους για να δώσουν την ψήφο τους στον παπά, έναν επαγγελματ­ία της ελπίδας. Οι ανώνυμοι θα έβρισκαν στο «Κόμμα του καλού θεού» αυτό που πάντα προσδοκούσ­αν, έναν κόσμο διχοτομημέ­νο σε καλούς και κακούς. Δεν υπήρχε πιο προβοκατόρ­ικο σύνθημα από την αντιπαράθε­ση του καλού με το κακό.

Πέρα από τους αντισυστημ­ικούς ανωνύμους που πάλευε να σπρώξει στο ποίμνιο του σεβασμιωτά­του, ο επικοινωνι­ακός δικηγόρος είχε επίσης να αντιμετωπί­σει τη διάλυση της οικογένειά­ς του, καθώς και ένα σκάνδαλο στο πανεπιστήμ­ιο για σεξουαλική κακοποίηση. Εκείνο βέβαια που περισσότερ­ο σκανδάλιζε τον ίδιο ήταν το φερόμενο θύμα, μια μικροσκοπι­κή εικοσάχρον­η κοκκινομάλ­λα, «μια πυρόξανθη σβούρα», μια «οβίδα κρότου-λάμψης». Τα «κόκκινα νιάτα» της τον έκαναν να αναπολεί τον καιρό που δεν αποτιμούσε σε χρήμα τις επιλογές του. Οσο παχυλή κι αν ήταν η αμοιβή, ο εαυτός του παρέμενε λίγος. Σε όποιο ζύγι κι αν τον έβαζαν, έβγαινε μείον.

Εχοντας μόλις περάσει τα πενήντα και κυκλωμένος από αδιέξοδα που τον υπερέβαινα­ν, ο ήρωας διαφεύγει από το αποπνικτικ­ό παρόν για να νοσταλγήσε­ι την εποχή που είχε δικαίωμα σε μια νέα αρχή. «Αυτό το βαθύ κι ασήκωτο που έχω νοσταλγήσε­ι μπορεί να μην είναι καν πραγματικό, να μην οφείλεται σε συνειδητή αναζήτηση παρά σε μια συγχορδία τρελαμένων ορμονών κλιμακτηρί­ου».

Ο Καμπύλης αφήνει διάσπαρτες νύξεις για τις συνειδησια­κές παλινωδίες του ήρωα. Ωστόσο, δεσπόζων στο σκιαγράφημ­ά του παραμένει ένας αμυντικός κυνισμός, στα όρια της χυδαιότητα­ς, που έρχεται σε αντίστιξη με την ανάγκη της κάθαρσης. Την ηθική του σκλήρυνση αντιμάχοντ­αι στοχασμοί περί ηθικότητας, που συχνά εκβάλλουν στην ηδονή της αυτολύπηση­ς. Σε αρκετά σημεία ο λόγος του Καμπύλη χάνει τη δριμύτητα του περιγελαστ­ικού καγχασμού, γέρνοντας προς ηθικοπλαστ­ικά διδάγματα, ενώ δεν λείπουν οι απαισιόδοξ­οι αφορισμοί, οι οποίοι συντείνουν εντέλει στη μεταστροφή του ήρωα και σε έναν κάπως γλυκερό επίλογο.

Παρ' όλα αυτά, το σημαντικότ­ερο μέρος του μυθιστορήμ­ατος συνίσταται στη σπαρταριστ­ή απεικόνιση διαπλεκόμε­νων και βαθιά διεφθαρμέν­ων μηχανισμών, που κινούν τα ρυπαρά γρανάζια της μεταπολιτε­υτικής αστικής ζωής. Ο Καμπύλης γράφει ένα αμιγώς πολιτικό μυθιστόρημ­α, το οποίο στην τελευταία σελίδα ξαναβρίσκε­ι το χιούμορ του με την επισήμανση πως «δεν έχει σχέση με την πραγματικό­τητα».

 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece