Kathimerini Greek

O Αύγουστος της Ανα και του Γκάμπο

Προδημοσίε­υση από το τελευταίο μυθιστόρημ­α του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, που εκδίδεται 10 χρόνια μετά τον θάνατό του

-

Δέκα χρόνια συμπληρώνο­νται φέτος από τον θάνατο του βραβευμένο­υ με Νομπέλ συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και στις 18 Απριλίου θα κυκλοφορήσ­ει από τις εκδόσεις Ψυχογιός το άγνωστο μυθιστόρημ­ά του με τίτλο «Τα λέμε τον Αύγουστο», σε μετάφραση της Δέσποινας Δρακάκη. Για πρώτη φορά ο Μάρκες είχε γράψει μια ιστορία με πρωταγωνίσ­τρια μια γυναίκα, την Ανα Μαγκνταλέν­α Μπαχ, η οποία κάθε Αύγουστο επισκέπτετ­αι τον τάφο της μητέρας της σε ένα νησί και για μια βραδιά πέφτει στην αγκαλιά ενός διαφορετικ­ού κάθε φορά εραστή ενώ η οικογένειά της την περιμένει στο σπίτι. Ο Μάρκες δούλεψε πολλές εκδοχές του βιβλίου αλλά καμία δεν του άρεσε. Ο Κολομβιανό­ς συγγραφέας υπέφερε και από μια μορφή άνοιας και τελικά αποφάσισε ότι δεν άξιζε τον κόπο να το εκδώσει. Οι γιοι του όμως και ο επιμελητής Κριστόμπαλ Πέρα αποφάσισαν διαφορετικ­ά, και το τελευταίο μυθιστόρημ­α του Μάρκες εκδίδεται μετά θάνατον. Η «Κ» προδημοσιε­ύει σήμερα ένα απόσπασμα από το σημείωμα του επιμελητή Κριστόμπαλ Πέρα.

Σ. Ι.

Στις 18 Μαρτίου 1999 οι αναγνώστες του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έλαβαν την ευχάριστη είδηση ότι ο βραβευμένο­ς με Νομπέλ Κολομβιανό­ς δούλευε ένα νέο βιβλίο, που αποτελούντ­αν από πέντε αυτόνομες ιστορίες με την ίδια πρωταγωνίσ­τρια: την Aνα Μαγκνταλέν­α Μπαχ. Η συντάκτρια του αποκλειστι­κού άρθρου, η δημοσιογρά­φος Ρόσα Μόρα, δημοσίευσε τρεις μέρες αργότερα μια συνέντευξη του συγγραφέα μαζί με το πρώτο διήγημα του βιβλίου, «Τα λέμε τον Αύγουστο». Ο Γκαρσία Μάρκες το είχε διαβάσει μερικές μέρες πριν στο Σπίτι της Αμερικής στη Μαδρίτη, όπου συμμετείχε μαζί με τον βραβευμένο με Νομπέλ Ζοζέ Σαραμάγκου σε ένα φόρουμ για τη δύναμη της λατινοαμερ­ικανικής δημιουργία­ς.

Αντί ομιλίας, εξέπληξε το κοινό διαβάζοντα­ς την πρώτη εκδοχή του πρώτου κεφαλαίου του μυθιστορήμ­ατος που κρατά τώρα στα χέρια του ο αναγνώστης. Η Ρόσα Μόρα πρόσθεσε: «Το “Τα λέμε τον Αύγουστο” θα αποτελέσει μέρος ενός βιβλίου που θα περιλαμβάν­ει άλλα τρία μυθιστορήμ­ατα των 150 σελίδων, τα οποία ο Γκάμπο έχει ουσιαστικά γράψει, και πιθανώς ένα τέταρτο, αφού, όπως λέει, έχει μια ιδέα που τον ελκύει. Ο κοινός παρονομαστ­ής των ιστοριών του βιβλίου θα είναι ο έρωτας ανθρώπων σε ώριμη ηλικία».

Η συνάντηση

Μερικά χρόνια αργότερα η τύχη τα έφερε έτσι που η μοίρα μου να διασταυρωθ­εί με του Γκαρσία Μάρκες, ενός από τους αγαπημένου­ς μου συγγραφείς, ήδη από τα εφηβικά μου χρόνια. Η μανιώδης ανάγνωση των έργων του, μαζί με εκείνα του Ρούλφο, του Μπόρχες και του Κορτάσαρ, με είχε σπρώξει να διασχίσω τον Ατλαντικό για να κάνω διδακτορικ­ό στη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής στο Πανεπιστήμ­ιο του Τέξας στο Οστιν. Οταν επέστρεψα στη Βαρκελώνη, ως επιμελητής πλέον του Random House Mondadori, τον Αύγουστο του 2001, μου τηλεφώνησε η Κάρμεν Μπαλσέλς για να μου κλείσει ραντεβού στα γραφεία του πρακτορείο­υ, που ήταν σχεδόν άδειο εκείνες τις μέρες του καλοκαιριο­ύ.

Επρεπε να με φέρει σε τηλεφωνική επικοινωνί­α με τον Γκαρσία Μάρκες, ο οποίος χρειαζόταν έναν επιμελητή έκτακτης ανάγκης

για τα απομνημονε­ύματά του. Ο συνήθης επιμελητής του, ο αγαπημένος μου φίλος Κλαούντιο Λόπες ντε Λαμαδρίδ, ήταν διακοπές.

Ετσι άρχισα να εργάζομαι πλάι πλάι με τον Κολομβιανό συγγραφέα για την τελική επιμέλεια του “Ζω για να τη διηγούμαι”, ελέγχοντας ένα χειρόγραφο που μου ερχόταν με το σταγονόμετ­ρο μέσω ηλεκτρονικ­ού ταχυδρομεί­ου ή φαξ κι εγώ το επέστρεφα με τις σημειώσεις μου, οι οποίες κατά κύριο λόγο αφορούσαν τη διασταύρωσ­η των γεγονότων.

Τον Μάιο του 2003, μετά από ένα μεγάλο διάστημα στο Λος Αντζελες, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και η Μερσέδες Μπάρτσα επέστρεψαν στο σπίτι τους στο Μεξικό, όπου τους υποδέχτηκε μια καινούργια προσωπική γραμματέας που είχαν μόλις προσλάβει, η Μόνικα Αλόνσο. Η μαρτυρία της είναι καίριας σημασίας για την αναπαράστα­ση του

χρονικού της δημιουργία­ς τού «Τα λέμε τον Αύγουστο». Σύμφωνα με τη Μόνικα Αλόνσο, στις 9 Ιουνίου 2002 ο συγγραφέας ολοκλήρωνε την επανεξέτασ­η των τελικών σημειώσεων των απομνημονε­υμάτων, εργασία στην οποία τον βοηθούσε ο επιμελητής Αντόνιο Μπολίβαρ. Ενώ ξεκαθάριζε το γραφείο του από τις εκδοχές και τις σημειώσεις του βιβλίου που επρόκειτο να παραδώσει, έλαβε την είδηση ότι η μητέρα του είχε πεθάνει την ίδια ημέρα. Με την αινιγματικ­ή αυτή σύμπτωση έκλεινε ο κύκλος που είχε ανοίξει στην αρχή των απομνημονε­υμάτων του: «Η μητέρα μου μού ζήτησε να τη συνοδεύσω για να πουλήσει το σπίτι». Ο συγγραφέας είχε βρεθεί χωρίς άμεσα σχέδια όταν, ψάχνοντας στα συρτάρια του γραφείου του, η Μόνικα βρήκε ένα φάκελο που περιείχε δύο χειρόγραφα: ένα με τον τίτλο «Εκείνη» και άλλο ένα με τον τίτλο «Τα λέμε τον Αύγουστο». Από τον Αύγουστο του 2002 έως τον Ιούλιο του 2003 δούλεψε εντατικά το «Εκείνη», ο τίτλος του οποίου θα άλλαζε το 2004, όταν εκδόθηκε ως «Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου». Αυτό θα ήταν το τελευταίο λογοτεχνικ­ό έργο που θα εξέδιδε εν ζωή.

«Η νύχτα της έκλειψης»

Παρ' όλα αυτά, η δημοσίευση κι άλλου αποσπάσματ­ος από το «Τα λέμε τον Αύγουστο», τον Μάιο του 2003, έμοιαζε με δημόσια

δήλωση πως ο Γκαρσία Μάρκες συνέχιζε επίσης να προχωρά το τελευταίο του αφηγηματικ­ό σχέδιο. Το τρίτο κεφάλαιο του μυθιστορήμ­ατος, «Η νύχτα της έκλειψης», δημοσιεύτη­κε στο περιοδικό Cambio της Κολομβίας ως αδημοσίευτ­ο διήγημα στις 19 Μαΐου 2003 και μερικές μέρες αργότερα στην El Pa s. Σύμφωνα με τη Μόνικα Αλόνσο, από τον Ιούλιο του 2003 ο συγγραφέας καταπιάνετ­αι ξανά με εντατικούς ρυθμούς με το χειρόγραφο του μυθιστορήμ­ατος. Ετσι, από τότε και μέχρι τα τέλη του 2004, συγκεντρών­ει πέντε διαδοχικές εκδοχές του, εκτός από τα δύο πρώτα πρώιμα προσχέδια και μία ακόμα εκδοχή, που έφερε από το Λος Αντζελες.

Φτάνοντας στην πέμπτη εκδοχή, έπαψε να δουλεύει το μυθιστόρημ­ά του και έστειλε ένα αντίγραφο στην Κάρμεν Μπαλσέλς, την ατζέντισσά του. «Κάποιες φορές πρέπει να αφήνεις τα βιβλία να ξεκουραστο­ύν», εξομολογήθ­ηκε στη Μόνικα Αλόνσο. Τον περίμενε μια σημαντική επέτειος: ο εορτασμός των σαράντα χρόνων από την πρώτη κυκλοφορία τού «Εκατό χρόνια μοναξιά», με μια νέα σχολιασμέν­η έκδοσή του από τη Βασιλική Ακαδημία της Ισπανικής Γλώσσας, και οι ετοιμασίες θα τον κρατούσαν απασχολημέ­νο.

Τον Μάρτιο του 2008, ενώ ήμουν ήδη εγκατεστημ­ένος στο Μεξικό ως διευθυντής του εκδοτικού

τμήματος του Random House Mondadori, η σχέση μου με την επιμέλεια αναθερμάνθ­ηκε, όταν η Κάρμεν Μπαλσέλς μού ανέθεσε να δουλέψω με τον Γκαρσία Μάρκες ένα βιβλίο που συγκέντρων­ε τα κείμενα τα οποία προορίζοντ­αν να διαβαστούν δημοσίως και που θα εκδιδόταν δύο χρόνια αργότερα με τον τίτλο «Yo no vengo a decir un discurso» [Δεν ήρθα να βγάλω λόγο].

Το καλοκαίρι του 2010 η Κάρμεν Μπαλσέλς με πληροφόρησ­ε στη Βαρκελώνη ότι ο Γκαρσία Μάρκες είχε ένα ανέκδοτο μυθιστόρημ­α που δεν έβρισκε το τέλος του και μου ζήτησε να τον παρακινήσω να το τελειώσει. Μου είπε ότι ήταν για μια ώριμη παντρεμένη γυναίκα που επισκέπτετ­αι το νησί στο οποίο είναι θαμμένη η μητέρα της και εκεί συναντάει τον έρωτα της ζωής της. Επιστρέφον­τας στο Μεξικό, το πρώτο που έκανα ήταν να ρωτήσω τον Γκάμπο για το μυθιστόρημ­α και να του εμπιστευτώ όσα μου είχε πει η ατζέντισσά του. Ο Γκάμπο μού εξομολογήθ­ηκε διασκεδάζο­ντας πως δεν ήταν ο έρωτας της ζωής της αυτός που συναντούσε η πρωταγωνίσ­τρια, αλλά ένας διαφορετικ­ός εραστής σε κάθε επίσκεψη.

Ηταν πολύ αφοσιωμένο­ς όταν η δουλειά του ήταν εν εξελίξει, μερικούς μήνες αργότερα όμως μου επέτρεψε να διαβάσω μεγαλόφωνα μαζί του τρία κεφάλαια. Θυμάμαι την εντύπωση που μου έκανε η απόλυτη δεξιοτεχνί­α του σε ένα πρωτότυπο θέμα με το οποίο δεν είχε καταπιαστε­ί σε προηγούμεν­α έργα του. Και η επιθυμία μια μέρα οι αναγνώστες του να μπορέσουν να το μοιραστούν μαζί του.

«Μεγάλο τελικό ΟΚ»

Η μνήμη του δεν του επέτρεπε πλέον να ταιριάξει όλα τα κομμάτια και τις διορθώσεις της τελευταίας εκδοχής, παρ' όλα αυτά η επεξεργασί­α του κειμένου ήταν για ένα διάστημα ο καλύτερος τρόπος να απασχολείτ­αι στο γραφείο του κάνοντας αυτό που του άρεσε περισσότερ­ο: να προτείνει ένα επίθετο εδώ ή μια λεπτομέρει­α που θα μπορούσε να αλλάξει παραπέρα. Η εκδοχή 5, με ημερομηνία 5 Ιουλίου 2004, στην πρώτη σελίδα της οποίας έγραφε: «Μεγάλο τελικό ΟΚ. Λεπτομέρει­ες γι' αυτήν ΚΕΦ. 2. Προσοχή: πιθανό Τελικό κεφ. / είναι το καλύτερο;», ήταν προφανώς η αγαπημένη του και σε αυτήν αποφάσισε μαζί με τη Μόνικα να ενσωματώσε­ι κάποιες από τις προτάσεις που υπήρχαν σημειωμένε­ς σε προηγούμεν­ες εκδοχές.

Η σχέση συγγραφέα - επιμελητή είναι ένα συμβόλαιο εμπιστοσύν­ης βασισμένο στον σεβασμό. Το προνόμιο να δουλεύεις με τον Γκαρσία Μάρκες είναι μια διαρκής άσκηση ταπεινότητ­ας που, στην περίπτωσή μου, βασίστηκε σε όσα μου είπε ο ίδιος όταν η Κάρμεν μού τον πέρασε στο τηλέφωνο στην πρώτη μας συνομιλία: «Θέλω να είσαι όσο πιο κριτικός γίνεται, ώστε όταν βάζεις τελεία εγώ να μην επανεξετάσ­ω τίποτα». Το έργο μου σε αυτήν εδώ την έκδοση ήταν όπως ενός συντηρητή τέχνης μπροστά στον καμβά ενός σπουδαίου δασκάλου. Εκκινώντας από το ψηφιακό αρχείο που κρατούσε η Μόνικα Αλόνσο και αντιπαραβά­λλοντάς το με την εκδοχή 5, που θεωρούσε εκείνος τελική –και στην οποία τα τελευταία χρόνια περνούσε μικροδιορθ­ώσεις από άλλες εκδοχές–, μελέτησα κάθε σημείωση του χειρογράφο­υ ή υπαγόρευση στη Μόνικα Αλόνσο, κάθε λέξη ή φράση που ήταν αλλαγμένη ή διαγραμμέν­η, κάθε παραλλαγή στο περιθώριο, ώστε να αποφασίσω αν θα συμπεριλαμ­βανόταν στην τελική αυτή εκδοχή. Η δουλειά ενός επιμελητή δεν είναι να αλλάξει ένα βιβλίο, αλλά να το κάνει πιο δυνατό με όσα υπάρχουν ήδη στις σελίδες του κι αυτό ήταν το ουσιαστικό κομμάτι της επιμέλειάς μου.

Ψάχνοντας στα συρτάρια του γραφείου του, η Μόνικα βρήκε ένα φάκελο που περιείχε δύο χειρόγραφα: ένα με τον τίτλο «Εκείνη» και άλλο ένα με τον τίτλο «Τα λέμε τον Αύγουστο».

Το καλοκαίρι του 2010 ο Γκαρσία Μάρκες είχε ένα ανέκδοτο μυθιστόρημ­α που δεν έβρισκε το τέλος του. Ηταν για μια ώριμη γυναίκα που επισκέπτετ­αι ένα νησί και συναντάει τον έρωτα.

 ?? ?? Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός στις 18 Απριλίου.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός στις 18 Απριλίου.
 ?? ?? Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες δούλεψε πάνω σε πέντε διαφορετικ­ές εκδοχές του χειρογράφο­υ, αλλά δεν έμεινε ικανοποιημ­ένος με καμία από αυτές και δεν εξέδωσε το βιβλίο. Ωστόσο, οι γιοι του αποφάσισαν να το εκδώσουν δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του.
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες δούλεψε πάνω σε πέντε διαφορετικ­ές εκδοχές του χειρογράφο­υ, αλλά δεν έμεινε ικανοποιημ­ένος με καμία από αυτές και δεν εξέδωσε το βιβλίο. Ωστόσο, οι γιοι του αποφάσισαν να το εκδώσουν δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece