Παιχνίδια της τύχης
Οευρωπαϊκός παράγοντας είναι ικανοποιημένος με τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Βάζει στην άκρη ιδεολογικές διαφορές και προσωπικές πεποιθήσεις, εντοπίζοντας στα πρόσωπα του Αλέξη Τσίπρα και του Πάνου Καμμένου δύο πολύτιμους συνεργάτες. Για δύο λόγους. Πρώτον, η σημερινή κυβέρνηση είναι η χθεσινή αντιπολίτευση. Η πτέρυγα που αντιπάλευε οποιαδήποτε απόπειρα προσαρμογής της οικονομίας, αφού αποκάλυψε ότι έτρεφε «αυταπάτες», μπορεί πλέον η ίδια να εφαρμόζει χωρίς αντιδράσεις πρόγραμμα για τη χρηματοδότηση της χώρας, με πιο επώδυνα μέτρα μετά το χαμένο 2015. Δεύτερον, η διεθνής συγκυρία είναι καταιγιστική. Brexit, Τραμπ, τρομοκρατία, προσφυγικό, Τουρκία αναδεικνύουν προκλήσεις που αναδιατάσσουν τις προτεραιότητες της Ε.Ε. Ζητούμενο τώρα είναι να μην ακουστεί «κιχ» από την Ελλάδα. Ενδεικτική της εύνοιας των ευρωπαϊκών θεσμών προς την κυβέρνηση είναι η συναίνεση στις επιλογές της για το μίγμα του προγράμματος: αύξηση φόρων και εισφορών έπειτα από 7 χρόνια ύφεσης, αντί για στοχευμένη περικοπή δαπανών και διαρθρωτικές αλλαγές. Δεν είναι τυχαίες οι αναφορές ευρωπαϊκών πηγών στη «Ν» ότι η προοπτική του Brexit δημιούργησε καθοριστικό μομέντουμ για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης πριν από το δημοψήφισμα. Όσοι λοιπόν εναποθέτουν τις λιγοστές ελπίδες τους για μεταρρυθμίσεις στις πιέσεις της Ε.Ε. προς το ελληνικό πολιτικό σύστημα, επί του παρόντος έχουν σοβαρό λόγο να απαισιοδοξούν. Σε αντίθεση με όσους ανέκαθεν θεωρούσαν το μνημόνιο και τους διεθνείς «τοκογλύφους» την αιτία του προβλήματος. Βεβαίως, κι εκείνοι θα πληρώσουν τους φόρους, αυτήν τη φορά με την υπογραφή και τη σφραγίδα της Αριστεράς. Ή μήπως όχι; Η πορεία των κρατικών εσόδων θα κρίνει την αυτόματη ενεργοποίηση του δημοσιονομικού «κόφτη», εξέλιξη που είναι σε θέση να δρομολογήσει πολιτικές εξελίξεις. Οι εκτιμήσεις εδώ διίστανται. Το πρώτο σενάριο θέλει την ενεργοποίηση του «κόφτη» τον Απρίλιο του 2017 ως απόρροια των υφεσιακών επιπτώσεων της φορολόγησης σε μια οικονομία που ήδη μετρά «λουκέτα» και ανέργους, ούσα ανίκανη να προσελκύσει επενδύσεις. Το δεύτερο σενάριο θέλει την επίτευξη των στόχων στα έσοδα χάρη στα τελευταία αποθέματα των τραπεζικών καταθέσεων, στα οφέλη από τις πρώτες μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις, στις προσλήψεις με πόρους του ΕΣΠΑ που κατευθύνθηκαν κατά ευρωπαϊκή εξαίρεση σε προσωρινά προγράμματα κοινωφελούς εργασίας και στην «ανάσα» από την εξυπηρέτηση χρεών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα μετά την εκταμίευση της δόσης. Οι δύο αναλύσεις συγκλίνουν στο αδιέξοδο, αποκλίνοντας στη χρονική στιγμή της σύγκρουσης. Η συγκυρία πάντως λειτουργεί προς όφελος των συμφερόντων της κυβέρνησης, που όμως δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τα συμφέροντα της χώρας. [SID:10402803]