ΣΕΒ: Η υπερφορολόγηση θρέφει τη «μαύρη» εργασία
Προβληματίζει η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, την ώρα που το καθαρό εισόδημα των νοικοκυριών μειώνεται
Μεταξύ μνημονίων οι φόροι αποκλιμακώνονται, μόνο και μόνο για να ακολουθήσουν φορολογικά γιουρούσια για να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος και να εμπλουτιστεί η δημοσιονομική προσαρμογή με όλο και πιο φιλόδοξους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτό τονίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο ενημερωτικό δελτίο του, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η αδήλωτη εργασία είναι μια βόμβα στα θεμέλια του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Κατασταλτικά μέτρα κατά της αδήλωτης εργασίας δεν φέρνουν μό- νιμο αποτέλεσμα, εκτιμούν οι αναλυτές, προσθέτοντας ότι στη βάση του προβλήματος είναι η γενικότερη υπερφορολόγηση εργαζομένων και επιχειρήσεων, που έχει εν μέρει εξαλείψει την παραδοσιακή αντιδικία μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών.
Κατά τον ΣΕΒ, είναι, εξάλλου, πιθανό να εντατικοποιείται η χρησιμοποίηση πόρων που έχουν ήδη αποσυρθεί στο παρελθόν από τις τράπεζες ή προέρχονται από ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων. Καταγράφουν, ειδικότερα, ότι η ιδιωτική κατανάλωση σε πραγματικούς όρους, έχοντας μειωθεί κατά 3,8% το γ’ τρίμηνο του 2015 λόγω και των capital controls, αυξήθηκε στο γ’ τρίμηνο του 2016 κατά 5,7%, δημιουργώντας την προσδοκία ότι η οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης. Μια προσεκτική, όμως, ανάλυση των κύριων προσδιοριστικών παραγόντων της ιδιωτικής κατανάλωσης, όπως λένε, δείχνει μία μείωση του καθαρού (μετά από φόρους και εισφορές) διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά 2,1%, όταν τα δύο αυτά μεγέθη, σε όλα τα προηγούμενα τρίμηνα, κινούνται πάντα προς την ίδια κατεύθυνση. Ενδεχομένως, η απόκλιση μπορεί να αποτυπώνει και ένταση της φοροδιαφυγής, αφενός λόγω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών και αφετέρου λόγω της αποκάλυψης αδήλωτων εισοδημάτων από την εντονότερη χρήση καρτών στις συναλλαγές, μετά την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Σε κάθε περίπτωση, η εξέλιξη αυτή κρίνεται ως ανησυχητική και, εάν συνεχιστεί, δεν προοιωνίζεται βιώσιμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2017.
Οι εκπρόσωποι των μεγάλων επιχειρήσεων του τόπου δηλώνουν, όντως, δυσκολία στο να ερμηνεύσουν τις εξελίξεις μόνο με βάση την απότομη άνοδο της φοροδιαφυγής ή την εντατικοποίηση της ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων για να δικαιολογηθεί η έκρηξη της καταναλωτικής δαπάνης. «Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι με την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και τη συνακόλουθη επέκταση της χρήσης των καρτών, οι στατιστικές αρχές καταγράφουν αύξηση της κατανάλωσης, ενώ ο παραδοσιακός τρόπος που καταγράφεται το διαθέσιμο εισόδημα παραμένει δέσμιος στατιστικών δειγμάτων της εποχής προ capital controls», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Η απόκλιση, πάντως, μεταξύ κατανάλωσης και διαθέσιμου εισοδήματος είναι ταυτόσημη με τη χειροτέρευση της ήδη αρνητικής αποταμίευσης, σύμφωνα με τον ΣΕΒ. Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σημειώνεται παρά την αύξηση των μισθών κατά 0,7% και της απασχόλησης των μισθωτών κατά 2,1% και οφείλεται κυ- ρίως στη μηδενική αύξηση των εισοδημάτων από ατομικές επιχειρήσεις και ελεύθερα επαγγέλματα, τη μείωση κατά 0,6% των κοινωνικών παροχών και λοιπών μεταβιβάσεων σε χρήμα και σε είδος, όπου η αύξηση κατά 4,6% των μεταβιβάσεων σε είδος (δηλαδή «δωρεάν» υγεία, παιδεία, ηλεκτρικό ρεύμα, μετακινήσεις μαθητών, συσσίτια κ,λπ.) υπεραντισταθμίζεται από τη μείωση κατά 4% των παροχών (συντάξεις και προνοιακά επιδόματα σε χρήμα), και, από την άλλη πλευρά, την αύξηση των φόρων εισοδήματος, περιουσίας κ.λπ. κατά 19% και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης κατά 1,9%. [SID:10813415]