Δεν ωφελεί κανένα κράτος η έξοδος από το ευρώ
Κατηγορηματικός ότι η εγκατάλειψη του ευρώ δεν θα ωφελούσε κανένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης εμφανίστηκε χθες ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, καλώντας για μία ακόμη φορά τις κυβερνήσεις να αναλάβουν μεγαλύτερες ευθύνες για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι οικονομίες τους. Εξάλλου, η ΕΚΤ συνεχίζει να υπεραμύνεται της άκρως χαλαρής νομισματικής πολιτικής της, παρά τις νέες φωνές από Γερμανία που ζητούν περιορισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Σε μια τοποθέτηση που ερμηνεύτηκε ως μια από τις αυστηρές επικρίσεις του απέναντι στους Ευρωπαίους πολιτικούς για την αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης στην Ευρωζώνη, ο κ. Ντράγκι σε ομιλία του στη Λιουμπλιάνα για τον εορτασμό της 10ης επετείου από την είσοδο της Σλοβενίας στο ευρώ τόνισε ότι η γενεσιουργός αιτία των οικονομικών προβλημάτων της Ευρωζώνης είναι πολιτική. Ο ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη, γεγονός που φέρει τη νομισματική ένωση αντιμέτωπη με την πιο σκληρή δοκιμασία της. Ενθαρρυμένοι, εν μέρει και εξαιτίας της απόφασης της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ε.Ε., οι αντίπαλοι του ευρώ επιχειρηματολογούν πως μια πιο ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία θα τους επέτρεπε να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους, επιτρέποντάς τους να σπάσουν τον φαινομενικά ατέλειωτο κύκλο της λιτότητας και του συγκριτικά σκληρού νομίσματος. «Οι χώρες που εφάρμοσαν μεταρρυθμίσεις δεν εξαρτώνται από μια ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία για να επιτύχουν βιώ- σιμη ανάπτυξη. Εάν μια χώρα έχει χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητάς της λόγω ριζωμένων διαρθρωτικών προβλημάτων, η απάντηση δεν μπορεί να είναι η συναλλαγματική ισοτιμία», ανέφερε ο κ. Ντράγκι. «Χρειάζεται να πούμε με μεγάλη σαφήνεια ότι δεν ήταν το ευρώ, το νόμισμα, που φταίει για αυτές τις τάσεις. Οι εθνικές αρχές γνώριζαν τι έπρεπε να κάνουν. Το νόμισμα δεν θα μπορούσε να τις προστατεύσει από τις δικές τους πολιτικές αποφάσεις», συμπλήρωσε. Στο τακτικό μηνιαίο δελτίο της, η ΕΚΤ προασπίζεται και πάλι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, δείχνοντας αποφασισμένη να το συνεχίσει, παρά την πρόσφατη άνοδο του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, την οποία η ΕΚΤ αποδίδει στην ανάκαμψη των τιμών πετρελαίου, σημειώνοντας ότι η αύξηση των τιμών σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες παραμένει βραδεία. Στο πλαίσιο αυτό, το δ.σ. της ΕΚΤ θα συνεχίσει να εξετάζει εάν οι μεταβολές του δείκτη τιμών καταναλωτή κρίνονται προσωρινές και χωρίς συνέπειες για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές σχετικά με τη σταθερότητα των τιμών. Παρ’ όλα αυτά, το Βερολίνο εμμένει στις θέσεις του, με τον Γερμανό αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Μίχαελ Μέιστερ να υπογραμμίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη θα βοηθούσαν την ΕΚΤ να αλλάξει την πολιτική της. «Οι πολιτικοί θα πρέπει να εστιάσουν στην επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων - ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους και σταθεροποίηση των δημοσιονομικών. Εάν το επιτύχουμε αυτό, τότε η ανάγκη για χαμηλά επιτόκια είναι περιορισμένη και η ΕΚΤ θα ακολουθήσει διαφορετική νομισματική πολιτική», είπε χαρακτηριστικά. [SID:10813463]