Κόντρα ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών για «σκληρό» Brexit
Ερωτήματα για τον αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα
Σε αντιπαράθεση βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι κορυφαίες κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης σχετικά με μια από τις πιο μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η οικονομία της γηραιάς ηπείρου: για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει ένα «σκληροπυρηνικό» Brexit στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Για τον διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ ένα «σκληρό» Brexit θα μπορούσε να αποτελέσει μια στιγμή «Jenga», όπου η νομική αρχιτεκτονική δομή για τις χρηματοοικονομικές ροές θα κατέρρεε, πλήττοντας τους Ευρωπαίους πελάτες του Σίτι του Λονδίνου πολύ περισσότερο από την ίδια τη Βρετανία. Από την άλλη πλευρά, ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι δεν φαίνεται και τόσο θορυβημένος. Ο ίδιος δεν ανησυχεί για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους από μια αγορά που σπεύδει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Πέρα από μια απειλή για τη σταθερότητα της Ευρωζώνης, το κόστος του Brexit μπορεί να συγκρατηθεί και να περιοριστεί εντός της Βρετανίας. Ο χαρακτήρας των διαπραγματεύσεων θα διαμορφώσει την ισορροπία δυνάμεων εντός της Βρετανίας και θα καθορίσει εάν η χώρα θα παραμείνει τελικά το βασικό χρηματοοικονομικό κέντρο της Ε.Ε., ακόμη και εκτός της Ένωσης, σύμφωνα πάντα με τον κ. Ντράγκι.
Ο κ. Κάρνεϊ, όμως πιστεύει ότι χωρίς μια συμφωνία πρόσβασης στην αγορά της Βρετανίας, οι ευρωπαϊκές τράπεζες και επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν να δραστηριοποιούνται στην κυρίαρχη αγορά παραγώγων της Ευρώπης και να βρουν σημαντικά προϊόντα για τη διαχείριση των κινδύνων στους ισολογισμούς τους. Επιπλέον, μια σκληροπυρηνική προσέγγιση κρύβει και άλλους δυνητικούς κινδύνους. Θα μπορούσε να στερήσει την αγορά από ρευστότητα και να εγείρει αμφιβολίες ως προς την ισχύ και την αξιοπιστία διασυνοριακών συμβολαίων ασφάλισης.
H οικονομική αναστάτωση από μια ξαφνική αλλαγή στη ροή κεφαλαίου θα συνιστούσε μια ακόμη ανησυχία. Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διασύνδεση του χρηματοοικονομικού συστήματος Βρετανίας - Ε.Ε. σημαίνει ότι θα υπάρξουν σοβαρές δυσκολίες, ακόμη και στο να απορροφηθεί ο αντίκτυπος από νομικές διενέξεις. Η αστάθεια θα μπορούσε να προέλθει από τη δυσκολία εφαρμογής των ίδιων των χρηματοοικονομικών κανονισμών της Ε.Ε. μετά το Brexit. Αυτό προϋποθέτει ότι κάποιοι τύποι εντόκων swaps και παραγώγων θα συναλλάσσονται σε ρυθμιζόμενες αγορές και θα πρέπει επίσης να περνούν και από οίκους εκκαθάρισης. Στην περίπτωση όμως που το Λονδίνο υπόκειται πλέον σε άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα πρέπει να αναζητήσουν άλλες λύσεις για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Για τον Σίμον Γκλίσον, εταίρο της Clifford Chance που ειδικεύεται στο χρηματοοικονομικό ρυθμιστικό πλαίσιο, οι προοπτικές δικαιολογούν την προειδοποίηση του κ. Κάρνεϊ. «Περίπου το 20% του όγκου συναλλαγών στο Σίτι του Λονδίνου προέρχεται από την Ε.Ε. Συνεπώς, σε ένα σκληροπυρηνικό σενάριο Brexit, το Σίτι θα χάσει το 20% του όγκου συναλλαγών του εν μία νυκτί. Αυτό θα πλήξει όλες τις πλευρές» εξηγεί. Διοικητής κεντρικής τράπεζας χώρας-μέλους της Ευρωζώνης, μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα «FT», δήλωσε ότι το δ.σ. της ΕΚΤ δεν έχει συζητήσει τα σχόλια του κ. Κάρνεϊ, επισημαίνοντας ότι ο κίνδυνος για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα από την έξοδο της Βρετα- νίας «δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή την υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα της ΕΚΤ», θεωρώντας ότι ο αντίκτυπος του Brexit στις τράπεζες της Ε.Ε. δεν αναμένεται να είναι μεγάλος.
Ορισμένες μικρότερες χώρεςμέλη εμφανίζονται περισσότερο προβληματισμένες για τους δυνητικούς κινδύνους. Όμως, προς το παρόν, οι ανησυχίες αυτές έχουν να κάνουν με τη διασφάλιση ελαχιστοποίησης του κόστους παρά με τη διάσωση του συστήματος. [SID:10827802]