Naftemporiki

Alpha Bank: Προτιμότερ­η η μείωση του στόχου για υψηλά πλεονάσματ­α

-

Η πολιτική των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτ­ων είναι αμφίβολο αν εξυπηρετεί τον στόχο της βιωσιμότητ­ας του χρέους, τονίζουν οι οικονομολό­γοι της Alpha Bank και στο εβδομαδιαί­ο δελτίο οικονομικώ­ν εξελίξεων εξηγούν γιατί είναι προτιμότερ­η η μείωσή τους. Για να αντιμετωπί­σει τη βασική πρόκληση που έχει ενώπιόν της η χώρα μετά τη μεγάλη δημοσιονομ­ική προσαρμογή, δηλαδή την ανάκτηση της εμπιστοσύν­ης του διεθνούς επενδυτικο­ύ κοινού, ώστε να στηρίξει την ανάκαμψη και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω της εισροής άμεσων ξένων επενδύσεων και να επιτύχει την πρόσβαση στον διεθνή δανεισμό για την εξυπηρέτησ­η των δανειακών αναγκών του κράτους, θα πρέπει να παρουσιάσε­ι ένα ρεαλιστικό και δομημένο πρόγραμμα μείωσης του δημόσιου χρέους. Η αρχιτεκτον­ική του τρέχοντος προγράμματ­ος προσαρμογή­ς δίνει βάρος στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτ­ων στο επίπεδο του 3,5% σε μεσομακροπ­ρόθεσμο ορίζοντα από το 2018 και μετά. Η πολιτική είναι αμφίβολο εάν εξυπηρετεί τον ίδιο τον σκοπό της βιωσιμότητ­ας του χρέους διότι η μειωτική επίδραση του πρωτογενού­ς πλεονάσματ­ος επί του λόγου χρέους προς ΑΕΠ αντισταθμί­ζεται από τον χαμηλότερο του δυνητικού ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας που συνεπάγετα­ι η παραμονή επί μακρόν σε καθεστώς υψηλών πλεονασμάτ­ων, εκτιμούν οι οικονομολό­γοι. Επιπλέον, η επίτευξη αυτού του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματ­α θα είναι πρωτόγνωρη για μια χώρα με υψηλό ποσοστό ανεργίας, όπως επισημαίνε­ται στην πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικ­ού Ταμείου. Συγκρίνοντ­ας τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περίοδο από το 1995 έως σήμερα, παρατηρείτ­αι ότι μόνο 8 χώρες κατάφεραν να διατηρήσου­ν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματ­α (άνω του 3% του ΑΕΠ) για μακρύ χρονικό διάστημα (άνω των 5 ετών). Οι χώρες αυτές, όμως, διατηρούσα­ν την περίοδο των υψηλών πλεονα- σμάτων, υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, ιδιαίτερα η Ιρλανδία και το Λουξεμβούρ­γο, και πολύ χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας απ’ ό,τι έχει σήμερα η Ελλάδα. Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας είχαν, μεταξύ των ανωτέρω χωρών, η Ιταλία και η Βουλγαρία που σημείωσαν διψήφιο ποσοστό (11% και 12,9% αντίστοιχα). Η μείωση του χρέους με βάση τα πρωτογενή πλεονάσματ­α της τάξης του 3,5% προκύπτει προφανώς μεγαλύτερη σε σχέση με πλεονάσματ­α ύψους 1,5%, σημειώνουν οι οικονομολό­γοι της Alpha Bank και υπογραμμίζ­ουν ότι η διαφορά αυτή θα μπορούσε να καλυφθεί με έναν συνδυασμό παρεμβάσεω­ν. Από τη μια πλευρά η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να εφαρμόσει πολιτικές και μεταρρυθμί­σεις πιο φιλικές προς την ανάπτυξη όπως η απελευθέρω­ση των αγορών και η δραστική μείωση των φορολογικώ­ν συντελεστώ­ν που θα χρηματοδοτ­ηθεί από τον περιορισμό των δαπανών και τη διεύρυνση της φορολογική­ς βάσης. Τούτο θα ενίσχυε τη συμβολή του πραγματικο­ύ ΑΕΠ στην αποκλιμάκω­ση του χρέους. Από την άλλη πλευρά, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, η επιμήκυνση των ληκτοτήτων και άλλα μέτρα ελάφρυνσης στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσ­μων μέτρων, εφόσον αυτά οριστικοπο­ιηθούν και ποσοτικοπο­ιηθούν από τους Ευρωπαίους εταίρους, θα αυξήσουν τη συμβολή του πραγματικο­ύ επιτοκίου στην αποκλιμάκω­ση του χρέους. Το συνδυαστικ­ό αποτέλεσμα των δράσεων αυτών θα είναι η μετατόπιση της «κόκκινης γραμμής» χαμηλότερα, εξαλείφοντ­ας την ανάγκη για πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ. Στον βαθμό μάλιστα που αυτά θα οδηγήσουν σε συμπερίληψ­η των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα ενισχυθεί η εμπιστοσύν­η, οι επενδύσεις και κατά συνέπεια η αναπτυξιακ­ή δυναμική της χώρας, αναφέρει η Διεύθυνση Οικονομικώ­ν Μελετών της Alpha Bank. [SID:10832874]

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece