> Παραινέσεις Ντομπρόβσκις
Την ανάγκη άμεσης σύγκλισης μεταξύ των αξιωματούχων της Ευρωζώνης και τoυ ΔΝΤ από τη μία πλευρά και της κυβέρνησης από την άλλη σε ένα περίγραμμα συμφωνίας με βάση τη συζήτηση της περασμένης Παρασκευής υπογραμμίζουν στις Βρυξέλλες, προειδοποιώντας ότι η περαιτέρω καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα αρχίσει να δημιουργεί σημαντικά προβλήματα σε όλους. Του Νίκου Μπέλλου nbellos@naftemporiki.gr
Ησυνάντηση της Παρασκευής, υπό τον συντονισμό του προέδρου του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, χαρακτηρίζεται από τους γνώστες των όσων συζητήθηκαν εξαιρετικά χρήσιμη, γιατί για πρώτη φορά σε πολιτικό επίπεδο εξετάστηκαν οι βασικές παράμετροι μιας συνολικής συμφωνίας. Αυτό δεν θα μπορούσαν να το κάνουν οι τεχνοκράτες της Ομάδας Εργασίας του Eurogroup.
Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε είναι πως δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία εάν δεν γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις σε βασικά ζητήματα. Από εκεί και πέρα υπάρχουν θέματα ανοικτά, τα οποία πρέπει να ξεκαθαρίσουν μέσα στις επόμενες ώρες, το αργότερο μέχρι αύριο, ώστε να επιστρέψουν οι επικεφαλής στην Αθήνα και να κλείσουν την αξιολόγηση σε λίγες μέρες. Ο χρόνος είναι πλέον εντελώς οριακός και γι’ αυτό κάθε μέρα που χάνεται λιγοστεύουν σημαντικά οι πιθανότητες να υπάρξει ένα είδος κατ’ αρχήν συμφωνίας στο Εurogroup της προσεχούς Δευτέρας 20 Φεβρουαρίου.
Ειδικότερα, το πρώτο σημαντικό στοιχείο από τη συνάντηση της Παρασκευής μεταξύ των αξιωματούχων της Ευρωζώνης, του ΔΝΤ και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης είναι ότι η νομοθέτηση προληπτικών μέτρων για τη διασφάλιση της επίτευξης πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 είναι μονόδρομος. Χωρίς τη νομοθέτηση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση. Φαίνεται ότι η ελληνική πλευρά το έχει πλέον αντιληφθεί και επιδιώκει να ελαφρύνει αυτή την απόφαση, αλλά και να πάρει ανταλλάγματα, όπως η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και η λήψη μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Οι θεσμοί έχουν βάλει στο «τραπέζι» μια πρόταση, όπου ως προς το σκέλος της νομοθέτησης των μέτρων είναι κατηγορηματικοί, ενώ όλα τα υπόλοιπα μπορεί να μην το λένε δημόσια, για ευνόητους λόγους, ωστόσο είναι διαπραγματεύσιμα, έχουν τη μορφή σημείου εκκίνησης. Η πρόταση προβλέπει τη λήψη των προληπτικών μέτρων 2,0% του ΑΕΠ σε δύο ισόποσες δόσεις των 1,8 δισ. ευρώ, με τη διαφορά ότι για την πρώτη ζητείται νομοθέτηση τώρα, ενώ για τη δεύτερη μετά το 2018 και εφόσον υπάρξει απόκλιση από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ. Ωστόσο, η δέσμευση και για το δεύτερο πακέτο θα είναι απολύτως σαφής και δεν θα χρειάζεται νέα διαπραγμάτευση. Εννοείται ότι τα προληπτικά μέτρα δεν θα εφαρμόζονται όσο επιτυγχάνονται οι στόχοι.
Στις Βρυξέλλες υποστηρίζουν ότι το ποσό των 3,6 δισ. ευρώ θα μπορούσε να μειωθεί, λόγω των πολύ καλών δημοσιονομικών επιδόσεων του 2016. Σε αυτή τη διεκδίκηση την κυβέρνηση στηρίζει η Κομισιόν, η οποία παρουσιάζει σήμερα τις χειμερινές προβλέψεις για την ευρωπαϊκή οικονομία, που αναμένεται να είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές στον δημοσιονομικό τομέα. Η κατάληξη σε ένα ποσό γύρω στα 2,5-2,7 δισ. ευρώ θεωρείται πιθανή.
Στο «τραπέζι» βρίσκεται και το θέμα του καθορισμού της διάρκειας των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ. Το Βερολίνο ζητούσε αρχικά 10 χρόνια, η πρόταση των θεσμών της Παρασκευής προβλέπει 5 χρόνια, ενώ η κυβέρνηση επιδιώκει να το φέρει στην τριετία και στη συνέχεια να υπάρξει μείωση του ποσοστού στη ζώνη του 2,0%.
Σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις των Ευρωπαίων δανειστών, το ΔΝΤ ζητάει μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, όπως και η ΕΚΤ για να αποφασίσει την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Για το θέμα αυτό Γερμανοί και Ολλανδοί, που έχουν εκλογές, ναι μεν αποδέχονται να διευκρινίσουν περαιτέρω τις αποφάσεις της 25ης Μαΐου 2016 (Εurogroup) για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, ώστε να «διαβάζονται» καλύτερα, ωστόσο δεν θέ- λουν να λάβουν αποφάσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις στη διάρκεια των εκλογών (Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία) δηλαδή από τώρα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Μπορούν να δώσουν εγγυήσεις τόσο στο ΔΝΤ όσο και στην ΕΚΤ για διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μέσω των μεσοπρόθεσμων και αν χρειαστεί και μακροπρόθεσμων μέτρων. Στο παρελθόν και οι δύο οργανισμοί είχαν δεχθεί παρόμοια εγγύηση του Εurogroup για την Ελλάδα.
Σε σχέση με την ποσοτική χαλάρωση, αποκλειστικά αρμόδια να αποφασίσει είναι η ΕΚΤ, συνεπώς το Εurogroup δεν μπορεί να της δώσει κάποια εντολή, είναι πλήρως εκτός δικαιοδοσίας της. Πάντως, στη συνάντηση της Παρασκευής συμμετείχε για την ΕΚΤ και έχει πλήρη γνώση όσων ειπώθηκαν το εκτελεστικό μέλος της τράπεζας Μπενουά Κερέ. Ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι έχει πει ενώπιον της Ευρωβουλής ότι μόλις ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, η ΕΚΤ με βάση τη συμ- φωνία και τη δική της έκθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους θα αποφασίσει για την Ελλάδα, αφήνοντας σαφέστατα να εννοηθεί ότι διάκειται θετικά στην ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα, αρκεί να πληρείται η προϋπόθεση του χρέους.
Αυτό που φάνηκε στη συνάντηση της Παρασκευής, σύμφωνα με πηγή της Ευρωζώνης που εμπλέκεται στις συζητήσεις, είναι ότι όλοι θέλουν μια συμφωνία. Το αναφέρει άλλωστε και στη δήλωση που εξέδωσε μετά την τετράωρη δια-
να επιστρέψει το κλίμα αστάθειας στην Ευρωζώνη προειδοποίησε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, καλώντας την Αθήνα και τους διεθνείς δανειστές να βιαστούν για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Η Ελλάδα και οι πιστωτές θα πρέπει να σπεύσουν στην έγκριση των μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει να εφαρμόσει η χώρα σε αντάλλαγμα την αποδέσμευση δανείων, αλλιώς εγκυμονεί ο κίνδυνος χρηματοοικονομικής αστάθειας στην Ευρωζώνη» ανέφερε ο κ. Ντομπρόβσκις σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη «Welt». «Δεν είναι τώρα η ώρα να γυρίσουμε πίσω το ρολόι, στην εποχή της χρηματοοικονομικής αστάθειας» υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν. «Οι μεταρρυθμίσεις του προγράμματος αποσκοπούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και να δώσουν στους Έλληνες ελπίδα για ένα σταθερό και ασφαλές μέλλον» πρόσθεσε. πραγμάτευση ο Γερούν Ντέισελμπλουμ. Η κυβέρνηση χρειάζεται άμεσα συμφωνία, όχι μόνο για τις αποπληρωμές δανειακών αναγκών, όπου μεγάλο ποσό θα χρειαστεί τον Ιούλιο, αλλά κυρίως γιατί προς το παρόν οι αγορές δεν προτάσσουν το σενάριο του αδιεξόδου. Όσο περνάει ο καιρός και δεν κλείνει η αξιολόγηση το σενάριο της πολιτικής κρίσης θα κερδίζει πόντους και ο κίνδυνος επανάληψης του 2015 θα αρχίσει να γίνεται υπαρκτός για τις αγορές. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης τώρα είναι η πρώτη και βασική προϋπόθεση του «αφηγήματος» της κυβέρνησης για την ανάκαμψη της οικονομίας, τα άλλα τρία είναι με τη σειρά: η ποσοτική χαλάρωση, η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, η έξοδος στις αγορές. Χωρίς το πρώτο ξεχνάμε τα υπόλοιπα. Οι Ευρωπαίοι από την πλευρά τους επιθυμούν να κλείσει η αξιολόγηση γιατί δεν θέλουν να εμπλακεί το ελληνικό ζήτημα στις εκλογές της Ολλανδίας (15 Μαρτίου) και στη συνέχεια της Γαλλίας (δύο γύροι προεδρικών εκλογών και δύο βουλευτικών από τις 23 Απριλίου μέχρι 18 Ιουνίου) και της Γερμανίας (κρίσιμες τοπικές εκλογές τον Μάιο στο μεγαλύτερο κρατίδιο, δηλαδή τη ΡηνανίαΒεστφαλία και βουλευτικές στις 24 Σεπτεμβρίου). Κι αυτό γιατί έχουν ήδη πολλά ανοικτά ζητήματα, όπως το Βrexit και ο Ντόναλντ Τραμπ και δεν θέλουν άλλα. Για αυτό στις Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι πρέπει μέσα στις επόμενες ώρες, το πολύ μέχρι την Τετάρτη, οι θεσμοί να βρίσκονται στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ώστε τη Δευτέρα να επιληφθούν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης. Αν χάσουμε το Εurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, τότε θα τρέχουμε για έκτακτη συνεδρίαση μέχρι τις αρχές Μαρτίου, διαφορετικά πάμε εν μέσω προεκλογικής περιόδου στις τρεις χώρες, όπου είναι προφανές ότι οι θέσεις κυρίως των Γερμανών και των Ολλανδών θα είναι πολύ σκληρές.
Προς το παρόν δεν υπάρχει καμία διάθεση ανάληψης πρωτοβουλίας από τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος πολιτικά δεν είναι στην ίδια κατάσταση που βρισκόταν το 2015, όταν μαζί με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ απέτρεψαν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Ο δε Γάλλος πρόεδρος φεύγει σε δύο μήνες, οπότε είτε μιλήσει είτε δεν μιλήσει το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. [SID:10838025]