Φορολογούμενοι και ποσά που εξαιρούνται
Από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται, για όλα τους τα εισοδήματα, οι κινητικά ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω. Τα άτομα με κινητική αναπηρία 80% ακριβώς εξαιρούνται μόνο από την εισφορά και όχι από την επιβολή του φόρου εισοδήματος, ενώ τα άτομα με κινητική αναπηρία άνω του 80% εξαιρούνται και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης και από τον φόρο εισοδήματος. Από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται και οι ακόλουθες περιπτώσεις εισοδημάτων: -Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων και το ειδικό επίδομα τριτέκνων και πολυτέκνων που καταβάλλονται από τον ΟΓΑ. - Η αποζημίωση λόγω λύσης εργασιακής σχέσης. - Τα εφάπαξ των ταμείων πρόνοιας και των ασφαλιστικών οργανισμών. - Οι αμοιβές υπαλλήλων της Ε.Ε. για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ε.Ε. Οι άνεργοι που θα δηλώσουν για το 2016 ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ θα έχουν τη δυνατότητα να εξαιρεθούν από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εφόσον πληρούν αθροιστικά τις ακόλουθες προ- ϋποθέσεις: α) Λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, το ΓΕΝΕ ή το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ ή είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων των οργανισμών αυτών για τουλάχιστον 12 συνεχόμενους μήνες, ούτως ώστε να χαρακτηρίζονται μακροχρόνια άνεργοι. β) Δεν έχουν, κατά το χρόνο υπολογισμού και επιβολής της εισφοράς, «πραγματικά εισοδήματα». Ως «πραγματικά εισοδήματα» νοούνται τα εισοδήματα από ακίνητα, εμπορικές επιχειρήσεις, ελευθέρια επαγγέλματα, κινητές αξίες και γεωργικές δραστηριότητες κι όχι τα εισοδήματα που προέρχονται από μισθούς. Κι αυτό διότι υπάρχει το ενδεχόμενο, φορολογούμενος μισθωτός υπάλληλος να εργάστηκε κατά ένα χρονικό διάστημα μέσα στο έτος 2016, να διακόπηκε εν συνεχεία η εργασιακή του σχέση και να έχει ήδη αρχίσει να λαμβάνει επίδομα ανεργίας, και συνεπώς να απαλλάσσεται από την εισφορά. Στην έννοια του «πραγματικού εισοδήματος» δεν περιλαμβάνονται τα εισοδήματα που προσδιορίζονται με βάση τα τεκμήρια, δηλαδή με βάση τις ετήσιες «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» και τις ετήσιες «δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων».