Η πρωτιά στην ολλανδική κάλπη κρίσιμο πολιτικό τεστ για την Ε.Ε.
Ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε απέκλεισε ενδεχόμενη συνεργασία με το κόμμα του Γκερτ Βίλντερς
Στις κάλπες προσέρχονται σήμερα οι Ολλανδοί, στο πρώτο κρίσιμο πολιτικό τεστ για την Ευρώπη μετά το δημοψήφισμα για το Brexit πέρυσι τον Ιούλιο. Η πιθανότητα το ακροδεξιό κόμμα του Γκερτ Βίλντερς να έρθει πρώτο, ακόμη και αν δεν μετάσχει στην προβλεπόμενη τετρακομματική κυβέρνηση συνασπισμού, θα είναι μία ακόμη αρνητική εξέλιξη για την παραπαίουσα και ταλανιζόμενη από κρίση ταυτότητας Ευρώπη.
Με δυο λόγια οι Ολλανδοί δεν ψηφίζουν μόνο για τη χώρα τους, αλλά έμμεσα για όλη την Ευρώπη, αφού η ψήφος τους θα θεωρηθεί βαρόμετρο για την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού, εν όψει των εξίσου κρίσιμων εκλογών τον Απρίλιο-Μάιο στη Γαλλία και τον Σεπτέμβριο στη Γερμανία.
HΟλλανδία είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Ε.Ε., μια χώρα για πολλούς πρότυπο ανεκτικότητας και κοσμοπολιτισμού. Η Ολλανδία αποτελεί σημαντικό κέντρο του ευρωπαϊκού εμπορίου, εξάγει περισσότερα προϊόντα απ' ό,τι το Ηνωμένο Βασίλειο και ο πλούτος της μοιράζεται σχετικά πιο ίσα μεταξύ των 17 εκατομμυρίων πολιτών της, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Η οικονομία της αναπτύσσεται περισσότερο από 2% και η ανεργία έχει μειωθεί στο 5%. Με δυο λόγια δεν φαίνεται να συγκαταλέγεται στις «προβληματικές» εκείνες χώρες όπου η οικονομική κρίση και τα χρόνια κοινωνικά προβλήματα έχουν στρέψει μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων προς την άκρα δεξιά.
Παρ’ όλα αυτά υπήρχαν σημάδια δυσφορίας από καιρό. Η Ολλανδία έγινε τη
, δεκαετία του 90 η μεγαλύτερη συνεισφέρουσα κατά κεφαλήν χώρα στην Ε.Ε. Το 2005 το 61,5% είχε απορρίψει σε δημοψήφισμα το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Το κλίμα επιδεινώθηκε λόγω της συνεισφοράς στα πακέτα βοήθειας των χωρών της Ευρωζώνης που επλήγησαν από την κρίση, τη λιτότητα και τη ροή προσφύγων και μεταναστών, θέματα πάνω στα οποία έκτισε την πολιτική του επιρροή ο Βίλντερς.
Το χθεσινό τηλεοπτικό ντιμπέιτ μεταξύ των δύο διεκδικητών της πρώτης θέσης, του συντηρητικού πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε και του ακροδεξιού Γκερτ Βίλντερς, επισκίασε η κρίση με την Τουρκία, η οποία έδωσε το έναυσμα στους δύο υποψηφίους να υπερθεματίσουν σε σκληρότητα, ευελπιστώντας να δελεάσουν το πολύ υψηλό 60% αναποφάσιστων μέχρι την τελευταία στιγμή ψηφοφόρων.
Ο Βίλντερς, ο οποίος έχει υποσχεθεί ότι αν εκλεγεί πρωθυπουργός θα απαγορεύσει την είσοδο στη χώρα στους μουσουλμάνους, καθώς και την πώληση του κορανίου και θα κλείσει τεμένη, είπε χθες, στη διάρκεια της τηλεμαχίας, ότι η Ολλανδία έπρεπε να έχει απελάσει τον Τούρκο πρεσβευτή σε απάντηση των τουρκικών απειλών.
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε τόνισε ότι ο βασικός του πολιτικός αντίπαλος είναι ακατάλληλος να κυβερνήσει, λέγοντας ότι «αυτή είναι η διαφορά μεταξύ του να στέλνεις μηνύματα από τον καναπέ στο Twitter και να κυβερνάς τη χώρα. Όταν κυβερνάς τη χώρα, πρέπει να παίρνεις κρίσιμες αποφάσεις».
Το επίκεντρο των σημερινών εκλογών στην Ολλανδία εστιάζεται στην επόμενη μέρα. Στο αν δηλαδή ο ακροδεξιός Βίλντερς έρθει πρώτος, εξέλιξη που εκτιμάται ότι θα δώσει αέρα στα πανιά της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, ή αν έρθει τελικά πρώτος ο σημερινός συντηρητικός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε.
Ο Ρούτε απέκλεισε στο ντιμπέιτ το ενδεχόμενο να σχηματίσει κυβέρνηση με το Κόμμα της Ελευθερίας του Βίλντερς, ακόμη και το ενδεχόμενο να σχηματίσει κυβέρνηση που θα εξαρτάται από τη στήριξη της ακροδεξιάς. «Δεν πρόκειται να εργαστώ ξανά με ένα τέτοιο κόμμα» είπε ο Ρούτε.
Ο 53χρονος Βίλντερς ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως μέλος του Λαϊκού Κόμματος για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) του Ρούτε, τασσόμενος κατά του λεγόμενου «κράτους γκουβερνάντα». Πολιτικός του μέντορας ήταν ο Φριτς Μπόλκενστάιν, ο οποίος διατέλεσε εκτός των άλλων επίτροπος για Θέματα Εσωτερικής Αγοράς μεταξύ 1999-2004 -έγινε ευρύτερα γνωστός με την περίφημη οδηγία Μπόλκενστάιν («Πολωνός υδραυλικός») η οποία είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις εισάγοντας ευέλικτες μορφές εργασίας.
Ο Βίλντερς εκδιώχτηκε από το κόμμα του το 2004 λόγω της έντονης αντιισλαμικής του ρητορικής και το 2006 ίδρυσε το Κόμμα της Ελευθερίας. Μετά τις εκλογές του 2010, στις οποίες το κόμμα του Βίλντερς είχε αναδειχθεί τρίτο, στήριξε την κυβέρνηση μειοψηφίας του Ρούτε ο οποίος είχε συνεργαστεί με τους Χριστιανοδημοκράτες, στήριξη την οποία απέσυρε το 2012 λόγω των νέων μέτρων λιτότητας.
Με δεδομένη την άρνηση όλων των κομμάτων να συνεργαστούν με τον Βίλντερς, ως επικρατέστερο σενάριο θεωρείται ο σχηματισμός τετρακομματικής κυβέρνησης υπό το κόμμα του Ρούτε, με τη συμμετοχή του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, του κεντρώου φιλελεύθερου D66 και των αριστερών Πρασινοκόκκινων.
Ο ηγέτης των Πρασινοκόκκινων Τζέσε Κλάβερ θεωρείται μάλιστα ανερχόμενος πολιτικός αστέρας στον αντίποδα του ξενοφοβικού Βίλντερς, με ρίζες από το Μαρόκο και την Ινδονησία.
Πολλοί τον συγκρίνουν με τον Καναδό πρωθυπουργό Τζάστιν Τριντό, τασσόμενος υπέρ μιας ανοικτής και φιλόξενης Ολλανδίας.
[SID:10911313]