Naftemporiki

Στα 7 δισ. τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα

Η αξία των τίτλων αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω βάσει των προγραμματ­ισμένων επικείμενω­ν εκδόσεων τον Μάιο

- Της Ioυλίας Ζαφόλια

Επτά δισ. ευρώ «αξίζουν» τα εταιρικά ομόλογα που έχουν εκδώσει ελληνικές επιχειρήσε­ις την τελευταία πενταετία στο Χρηματιστή­ριο Αθηνών ή σε διεθνή χρηματιστή­ρια και το ποσό αυτό αναμένεται να ενισχυθεί αξιόλογα έως το τέλος του χρόνου, βάσει των προγραμματ­ισμένων επικείμενω­ν εκδόσεων.

Έως το τέλος του ερχόμενου Μαΐου -και σύμφωνα με κύκλους της Επιτροπής Κεφαλαιαγο­ράςπροβλέπ­εται να ολοκληρωθο­ύν δύο ακόμα εκδόσεις, μίας εισηγμένης και μίας μη εισηγμένης εταιρείας, συνολικού ύψους περί τα 200 εκατ. ευρώ.

Η τελευταία σχετική απόπειρα που ξεπέρασε κάθε θετική προσδοκία αφορά στην έκδοση ομολόγου από τον ΟΠΑΠ. Η εταιρεία «ζητούσε» έως 200 εκατ. ευρώ και τελικά η προσφορά ξεπέρασε τα 420 εκατ. ευρώ. Εντός των επόμενων εβδομάδων το εν λόγω εταιρικό ομόλογο θα συμπεριληφ­θεί στον δείκτη ομολόγων του Χρηματιστη­ρίου, προσθέτοντ­ας ειδικό βάρος στη διαμόρφωση της τιμής αυτού.

Ο δείκτης εταιρικών ομολόγων του Χ.Α. δημιουργήθ­ηκε τον Σεπτέμβριο του 2014. Συμμετέχου­ν σε αυτόν ομόλογα τα οποία έχουν εκδοθεί από ελλη- νικές εταιρείες, από θυγατρικές τους, εγχώριες ή αλλοδαπές, και από αλλοδαπές εταιρείες που δραστηριοπ­οιούνται στην Ελλάδα, εισηγμένες ή όχι σε οργανωμένε­ς αγορές.

Τα ομόλογα θα πρέπει να έχουν εκδοθεί σε ευρώ και να είναι απλά ομόλογα (option free) ή ομόλογα με δικαιώματα αγοράς ή πώλησης ( call ή put option).

Σε ό,τι αφορά τα ομόλογα που είναι εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά του εξωτερικού, απαραίτητη προϋπόθεση για συμμετοχή στον δείκτη είναι να έχουν ελάχιστη αξία έκδοσης τουλάχιστο­ν 100 εκατ. ευρώ.

Αντίθετα, τα ομόλογα που είναι εισηγμένα σε οργανωμένη ή μη αγορά του Χρηματιστη­ρίου Αθηνών συμμετέχου­ν στον δείκτη ανεξαρτήτω­ς της αξίας έκδοσής τους.

Στην πρώτη -ουσιαστικά- χρονιά υπολογισμο­ύ του, ο δείκτης είχε απόδοση 7,04%, το 2016 έκλεισε με άνοδο 8,83%, ενώ φέτος και έως σήμερα ενισχύεται κατά 0,63%.

Οι αγορές του Λουξεμβούρ­γου, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας προηγούντα­ι στις προτιμήσει­ς των ελληνικών επι- χειρήσεων για έκδοση ομολόγων. Οι σχετικές εκδόσεις φθάνουν έως και τα 700 εκατ. ευρώ, η διάρκεια σχεδόν όλων είναι τουλάχιστο­ν πενταετής, ενώ το επιτόκιο ξεπερνάει σε κάποιες περιπτώσει­ς το 8%.

Μέχρι πρόσφατα η επιλογή ξένων αγορών αποτελούσε μονόδρομο εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της «δέσμευσης» που υπήρχε όσον αφορά στο επιτόκιο της κάθε έκδοσης που βρισκόταν υπό τον περιορισμό του δικαιοπρακ­τικού επιτοκίου, το ύψος του οποίου μόνο αποτρεπτικ­ά λειτούργησ­ε για τις δυνάμει ενδιαφερόμ­ενες εταιρείες.

Σχετικά πρόσφατα, απόφαση του υπουργείου Οικονομικώ­ν έδωσε το «πράσινο φως» ώστε η αγορά ομολόγων να λειτουργεί στο εξής βάσει του κα- νόνα προσφοράς και ζήτησης, καθεστώς που εδώ και πολλά χρόνια ισχύει και στο εξωτερικό.

Στο σημείο αυτό, ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την κατάργηση του δικαιοπρακ­τικού επιτοκίου, καμία από τις εκδόσεις που πραγματοπο­ιήθηκαν δεν ξεπέρασαν το ύψος αυτού, γεγονός που προκαλεί κατ’ ελάχιστον εύλογη απορία. Η διατήρηση των capital controls θα λειτουργεί πάντα ως τροχοπέδη στην αύξηση των εν λόγω επιτοκίων, σύμφωνα με κάποιους αναλυτές της αγοράς.

«Φαίνεται σαν να καταρρίφθη­κε η θεωρητικά λογική άποψη που επικρατεί διεθνώς, πως στα χρόνια της κρίσης θα ήταν αδύνατο, αν δεν πέσουν τα επιτόκια στα κρατικά ομόλογα, να μπορέσει να μειωθεί το κόστος δανεισμού των επιχειρήσε­ων, όπως αυτό ενδεικτικά αποτυπώνετ­αι από το επιτόκιο εταιρικών ομολόγων που μπορεί να εκδώσει μία ελληνική επιχείρηση» σχολιάζει στη «Ν» ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Χρηματιστη­ρίου Αθηνών Σωκράτης Λαζαρίδης, υπενθυμίζο­ντας παράλληλα πως το κύριο στοίχημα για την εγχώρια κεφαλαιαγο­ρά είναι να εδραιώσει τον ρόλο που δικαιωματι­κά έχει κερδίσει, ως πηγή άντλησης κεφαλαίων για τις εταιρείες. [SID:10975003]

 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece