Η μάχη διεκδίκησης τραπεζών και εταιρειών από το Σίτι
Ποιά μεγάλα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ευρώπης ερίζουν
Με τη Βρετανία να έχει ενεργοποιήσει επισήμως το άρθρο 50 για τη διαδικασία του «διαζυγίου» με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα σημαντικό «πεδίο μάχης» αφορά τη μετεγκατάσταση των τραπεζών και χρηματοοικονομικών εταιρειών από το Σίτι του Λονδίνου σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως η Φραγκφούρτη, το Παρίσι ή το Δουβλίνο, που ήδη διασταυρώνουν τα ξίφη τους για την προσέλκυση εκείνων που θα αποχωρήσουν από τη βρετανική πρωτεύουσα.
Μεγάλα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ευρωζώνης, όπως η Φραγκφούρτη, το Δουβλίνο, το Παρίσι, το Λουξεμβούργο και το Άμστερνταμ, έχουν επιδοθεί σε εκστρατεία προσέλκυσης εκείνων των επιχειρήσεων που θα μεταφέρουν την έδρα τους στη μετά Brexit εποχή. Έως τώρα, σε αυτή την «κούρσα» φαίνεται να προηγείται η Φραγκφούρτη, η πόλη στην οποία έχει την έδρα της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ενώ φιλοξενεί και ένα από τα ισχυρότερα χρηματιστήρια της Ευρώπης και ένα από τα δέκα μεγαλύτερα στον κόσμο βάσει κεφαλαιοποίησης. Από την άλλη πλευρά, το Παρίσι έχει επι- δοθεί στην πιο επιθετική εκστρατεία προσέλκυσης επενδυτικών τραπεζών. Η περιοχή Λα Ντεφάνς της γαλλικής πρωτεύουσας, με τους αυστηρούς ουρανοξύστες, μπορεί να μη θεωρείται ιδιαίτερα τουριστική, ωστόσο παρουσιάζει μεγάλη ζήτηση, μια και πολλές επιχειρήσεις, οι οποίες αναζητούν νέα έδρα, θεωρούν το Παρίσι ως μια καλή εναλλακτική.
Οι πόλεις που ευελπιστούν ότι θα αποτελέσουν τη νέα, ευρωπαϊκή έδρα εκείνων των επιχειρήσεων και τραπεζών που θα «εγκαταλείψουν» το Σίτι προσβλέπουν σε αυξημένα φορολογικά έσοδα, αλλά και περισσότερες θέσεις εργασίας.
Φορολογικά κριτήρια
Οι φορολογικοί συντελεστές αποτελούν ένα σημαντικό κριτήριο που θα λάβουν υπόψη τους στην επιλογή της νέας τους έδρας. Στο Λονδίνο, ο μέσος συντελεστής εταιρικής φορολόγησης είναι στο 20%, χαμηλότερος σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι στο 22,09%. Σε επίπεδο φορολόγησης επιχειρήσεων, το Δουβλίνο αποτελεί ιδιαίτερα ελκυστικό πόλο έλξης, με συντελεστή 12,5%, τον χαμηλότερο μεταξύ των χωρών που εποφθαλμιούν τη δόξα του Σίτι. Οι αντίστοιχοι συντελεστές είναι για το Παρίσι 33,3%, τη Φραγκφούρτη 20,5%, το Λουξεμβούργο 27,1% και το Άμστερνταμ 25%.
Ένα δεύτερο κριτήριο αποτελεί το μέγεθος του χρηματοοικονομικού τομέα. Το Λονδίνο απασχολεί συνολικά 400.000 εργαζομένους, διατηρώντας τα «σκήπτρα» ως το κορυφαίο χρηματοοικονομικό κέντρο στον κόσμο. Η προσέλκυση τραπεζών από τα υπόλοιπα, μεγάλα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ευρώπης συνεπάγεται περισσότερες θέσεις εργασίας, αλλά και αυξημένα έσοδα.
Τα χρηματοοικονομικά κέντρα σε Παρίσι, Φραγκφούρτη ή Δουβλίνο είναι σημαντικά μικρότερα σε μέγεθος εν συγκρίσει με το Σίτι. Στο Παρίσι απασχολούνται συνολικά 147.000 εργαζόμενοι, ενώ στη Φραγκφούρτη μόλις 75.000, στο Λουξεμβούργο περισσότεροι από 45.000 και στο Δουβλίνο μόλις 23.000.
Όσον αφορά τις βρετανικές τράπεζες που προσανατολίζονται στη μεταφορά των δραστηριοτήτων τους στην Ευρώπη μετά το Brexit, θα βρεθούν αντιμέτωπες με αναμονή έξι μηνών προτού εξασφαλίσουν την άδεια λειτουργίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως έχει ανακοινώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η ΕΚΤ αποτελεί την ενιαία εποπτι- κή αρχή των μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Ευρωζώνης, ενώ χορηγεί τις άδειες σε όλες τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται υπό τη δικαιοδοσία της στη ζώνη του ευρώ. Σύμφωνα με τις τελευταίες οδηγίες της ΕΚΤ, η διαδικασία επεξεργασίας μιας αίτησης για δραστηριότητα στην Ευρωζώνη διαρκεί περίπου έξι μήνες, ενώ μεταξύ των κριτηρίων έγκρισης συγκαταλέγονται μέτρα όπως σωστές διαδικασίες διακυβέρνησης, καθώς και επίπεδα κεφαλαίου και ρευστότητας.
Οι τράπεζες με έδρα στη Βρετανία που επιθυμούν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά χρειάζεται να υποβάλουν αίτηση για άδειες μετεγκατάστασης, εφόσον θέλουν να συνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών στην Ευρώπη. Η απώλεια των πολύτιμων δικαιωμάτων «διαβατηρίου» του Σίτι -που επιτρέπουν τη λειτουργία εντός της ενιαίας αγοράς- αναμένεται να επηρεάσει περίπου σαράντα τραπεζικούς οργανισμούς με έδρα στη Βρετανία. Το τραπεζικό σύστημα της Βρετανίας είναι το μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών του G20, με συνολική αξία ενεργητικού άνω των δέκα τρισ. δολαρίων. [SID:10980411]