«Παράθυρο» για αυστηρότερη νομισματική πολιτική από την ΕΚΤ
Τον Ιούνιο η συζήτηση για τη στρατηγική του 2018
μενης εβδομάδας, η ΕΚΤ είχε παραδεχθεί ότι οι προοπτικές για την οικονομία της Ευρωζώνης έχουν βελτιωθεί, όμως δεν έχει έλθει ακόμη η ώρα για την απόσυρση των μέτρων στήριξης, αντιστεκόμενη στις πιέσεις χωρών, κυρίως της Γερμανίας, να αρχίσει να μειώνει σταδιακά το πρόγραμμα αγοράς ενεργητικού, ύψους 2,3 τρισ. ευρώ.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, άσκησε χθες -σε επιχειρηματικό συνέδριο στο Βερολίνο- εκ νέου κριτική στην υπερ-χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, προειδοποιώντας ότι εγείρει κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία.
Παρά τη γερμανική κριτική, σχεδόν το 90% της ρευστότητας που διοχέτευσε η ΕΚΤ για τη στή- ριξη της οικονομίας έχει συγκεντρωθεί στις πέντε πιο εύπορες χώρες της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία, όπως διαπιστώνει μελέτη της ίδιας της ΕΚΤ.
Η μελέτη επικαλείται την «αποφυγή ρίσκου» ως έναν από τους λόγους που η ρευστότητα έχει συγκεντρωθεί σε Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο και Φινλανδία, αντί να κατευθυνθεί προς τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που την έχουν και μεγαλύτερη ανάγκη. «Φαίνεται ότι, στον απόηχο της πιστωτικής κρίσης, η γενικότερη τάση αποφυγής ρίσκου είναι από τους περιοριστικούς παράγοντες για της διασυνοριακές ροές ρευστότητας και τη διατραπεζική αναδιανομή ρευστότητας εντός της Ευρωζώνης» αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Η μελέτη δείχνει ότι το 60% των χρημάτων που έχει δαπανήσει η ΕΚΤ και οι υπόλοιπες εθνικές τράπεζες αγοράζοντας ομόλογα καταλήγει στη Γερμανία, ενώ η Γαλλία αντιπροσωπεύει ποσοστό 20%. Το γεγονός ότι τα χρήματα συσσωρεύονται στις πιο πλούσιες χώρες της Ευρωζώνης αντί να κατευθύνονται προς χώρες που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες ανάγκες ρευστότητας υπονομεύει τις προσπάθειες της ΕΚΤ, ενώ αποτελεί ένδειξη ότι απέχει πολύ από τον στόχο για τη δημιουργία τραπεζικής ένωσης. [SID:11024084]