Το κεντροαριστερό «μαύρο κουτί»
Πώς από την κυριαρχία του 1999 επήλθε η κατάρρευση με μόλις 8 σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις στην Ε.E.
Το 1999 οι πολιτικοί αναλυτές σχολίαζαν ότι μπορείς να ταξιδέψεις από την Αγγλία έως τη Σουηδία και από εκεί στη Λιθουανία, χωρίς να περάσεις απαραίτητα από χώρα δεξιάς διακυβέρνησης. Η Σοσιαλδημοκρατία είχε την εξουσία στην πλειονότητα των κρατών-μελών της Ένωσης και απολάμβανε πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δέκα χρόνια βρισκόταν ήδη σε πτώση, η οποία σήμερα έχει λάβει διαστάσεις συντριβής.
Η εικόνα σήμερα
Στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας οι Σοσιαλιστές προσγειώθηκαν στο 6,36%. Πριν από έναν μήνα στις εκλογές της Ολλανδίας το Εργατικό Κόμμα βυθίστηκε στο ναδίρ του 5,7%. Στη Βρετανία, έχοντας υποστεί δύο επώδυνες ήττες το 2010 και το 2015, οι Εργατικοί οδεύουν, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, σε νέο όλεθρο. Στην Ισπανία το PSOE παρουσίασε στις εκλογές του 2016 τα χαμηλότερα ποσοστά από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα. Στη Γερμανία οι Σοσιαλδημοκράτες συμμετέχουν μεν στον κυβερνητικό συνασπισμό (ως δεύτερο κόμμα), αλλά με αισθητά μειωμένα ποσοστά σε σχέση με το 41% του 1999. Στην Ελλάδα είχαμε την ελεύθερη πτώση του ΠΑΣΟΚ από το 43,9% στις εκλογές του 2009 στο 4,68% τον Ιανουάριο του 2015.
Από το 1999 η Σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη έχει χάσει το 1/3 της εκλογικής δύναμής της. Σήμερα, μόλις σε οχτώ από τα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουμε κεντροαριστερές κυβερνήσεις. Στην πλειονότητα των χωρών βλέπουμε συντηρητικά κόμματα στην εξουσία, την ακροδεξιά σε ραγδαία άνοδο και τη ριζοσπαστική αριστερά σε ανάκαμψη. Στην εποχή που η μάχη δεν είναι τόσο ανάμεσα στην Αριστερά και στη Δεξιά, αλλά ανάμεσα στο ανοιχτό και το κλειστό, είναι δυνατόν η Σοσιαλδημοκρατία να μην έχει ρόλο;
Πώς φτάσαμε εδώ
Για να απαντήσουμε εάν η Σοσιαλδημοκρατία έχει σήμερα ρόλο, πρέπει πρώτα να δούμε πώς φτάσαμε από την κυριαρχία στην παρακμή. Η δρ. Αλεξία Κατσανίδου, διευθύντρια του GESIS- Ινστιτούτου Leibniz Κοινωνικών Επιστημών, εξηγεί με δηλώσεις της στη «Ναυτεμπορική» ότι η σημερινή κρίση έχει τις ρίζες της σε επιλογές που έγιναν πολλές δεκαετίες πριν. «Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία κατασκεύασε εν μέρει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ο Μιτεράν, αν και προσπάθησε να δώσει κάποιες οικονομικές αρχές που να ταιριάζουν με τα σοσιαλδημοκρατικά προγράμματα, δεν το κατάφερε» επισημαίνει, υπενθυμίζοντας «πως η εποχή τότε δεν σήκωνε τις σοσιαλιστικές τάσεις, με τον Ρίγκαν και τη Θάτσερ στο οικονομικό τιμόνι του κόσμου».
Σύμφωνα με την δρ. Κατσανίδου, από τη δεκαετία του ‘80 και έπειτα τα σοσιαλιστικά κόμματα στην Ευρώπη βρέθηκαν μπροστά σε ένα δίλημμα: Να διατηρήσουν τις θέσεις τους και να μείνουν πιστά στην κομματική τους βάση ή να στηρίξουν το ευρωπαϊκό οικονομικό οικοδόμημα και να επιλέξουν τον δρόμο της «υπεύθυνης διακυβέρνησης». «Επέλεξαν το δεύτερο, που τους έδωσε βραχυπρόθεσμα τη δυνατότητα να κυβερνήσουν και οδήγησε σε επιλογές όπως ο τρίτος δρόμος του Τόνι Μπλερ και αντίστοιχα σχήματα όπως του Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία και του Κώστα Σημίτη στη χώρα μας» αναφέρει, τονίζοντας πως «οι πολιτικές αυτές θωράκισαν τις οικονομίες μέσα στο νεοφι- λελεύθερο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αλλά αποξένωσαν τη σοσιαλδημοκρατία από την παραδοσιακή της κομματική βάση. Οι εργάτες και μικρομεσαίοι δεν ένιωθαν πια προστατευμένοι από το κόμμα τους, με αποτέλεσμα να αρχίσουν οι διαρροές».
Υπό αυτές τις συνθήκες δεν είναι τυχαίο, μας λέει η ερευνήτρια του GESIS, το γεγονός ότι στη Γαλλία και την Αγγλία που δίνουν τη δυνατότητα εκλογής του αρχηγού/υποψηφίου από την κομματική βάση, αναδείχτηκαν αριστεροί υποψήφιοι. «Αυτοί εκφράζουν την ανάγκη των ψηφοφόρων για μετακίνηση προς τα αριστερά και θα περιμέναμε να τους φέρει κοντά στη νίκη, όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο» σχολιάζει. Γιατί δεν αποδίδει η στροφή προς τα αριστερά; «Από τη μία η επιλογή αριστερής πλατφόρμας έρχεται σε αντίθεση με την εδώ και είκοσι χρόνια καθιερωμένη θέση της Σοσιαλδημοκρατίας για “υπεύθυνη διακυβέρνηση” που στηρίζει την Ε.Ε. και ξενίζει ψηφοφόρους. Από την άλλη δεν βρίσκει πρόσφορο έδαφος γιατί άλλα κόμματα και υποψήφιοι έχουν καταλάβει τον χώρο της Αριστεράς, όπως ο Μελανσόν στη Γαλλία και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα» εξηγεί η δρ. Κατσανίδου.
Και πού οδεύουμε;
Οι περιπτώσεις της Βρετανίας και της Γαλλίας είναι μάλλον ενδεικτικές και καθόλου ενθαρρυντικές για το μέλλον της Σοσιαλδημοκρατίας. Στη Γαλλία οι ψηφοφόροι προτίμησαν τον «ανεξάρτητο κεντρώο», αλλά και τον «αυθεντικό αριστερό» από τον Μπενουά Αμόν. Στη Βρετανία η απήχηση της αριστερής ρητορικής του Τζέρεμι Κόρμπιν στη βάση, που εκλέγει τον πρόεδρο του κόμματος, δεν μεταφράζεται σε ευρύτερη απήχηση στην κοινωνία. Δεν είναι μόνο ή τόσο η «ανταρσία» των βουλευτών του κόμματος εναντίον του που οδηγεί τους Εργατικούς σε καθίζηση, όπως διατείνονται οι υποστηρικτές του. Η «θολή» στάση στο κρίσιμο δημοψήφισμα του Ιουνίου και οι ταλαντεύσεις στο μεταναστευτικό είναι μεταξύ των παραγόντων που κρατούν τους Εργατικούς σε απόσταση 11 έως και 20 μονάδων από τους Τόρις, σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις. Στο «θαυμαστό, νέο κόσμο» των πολλαπλών προκλήσεων οι πολίτες ζητούν ξεκάθαρες θέσεις, αντανακλαστικά, ηγέτες που δεν φοβούνται την ευθύνη.
«Για το μέλλον της Σοσιαλδημοκρατίας είμαι μάλλον απαισιόδοξη, παρ’ όλο που τη χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ ως μια μετριοπαθή φιλοευρωπαϊκή δύναμη, η οποία θα βελτιώσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και θα το κάνει πιο δημοκρατικό και πιο προσιτό στους πολίτες» σχολιάζει η Αλεξία Κατσανίδου και καταλήγει: «Το μόνο σίγουρο είναι πως θα πρέπει να αναθεωρήσει πολύ τις θέσεις της μετά από αυτό το κύμα των εκλογών στην Ευρώπη και να τοποθετηθεί ξεκάθαρα τόσο στον αντίποδα των δεξιών νεοφιλελεύθερων κομμάτων όσο και των αντιευρωπαϊκών λαϊκιστικών κομμάτων στα δεξιά και τα αριστερά. Το πρώτο κόμμα που κατέρρευσε, το ΠΑΣΟΚ, δεν πέτυχε αυτή την αλλαγή πορείας. Το ερώτημα είναι αν θα καταφέρουν άλλα κόμματα να δείξουν τον δρόμο». [SID:11025614]