Αβάσιμη θεωρεί η Κίνα την υποβάθμιση από Moody's
Το Πεκίνο αμφισβητεί τη μεθοδολογία - Εκτονώθηκαν οι πιέσεις στις αγορές
Oκινεζικός δράκος έχει χάσει τις δυνάμεις του και οι τονωτικές ενέσεις που του χορηγούνται δεν επαρκούν. Αυτό λέει ουσιαστικά ο οίκος Moody’s για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, η οποία έρχεται αντιμέτωπη με υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησής της για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες. Το Πεκίνο απαντά ότι ο αμερικανικός οίκος, όχι μόνο μεγεθύνει τα προβλήματα της κινεζικής οικονομίας, αλλά και υποτιμά τις μεταρρυθμίσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και δηλώνει αποφασισμένο να συνεχίσει τη μετάβαση σε νέο οικονομικό μοντέλο, χωρίς να επιτρέψει την απότομη επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης. Ο οίκος Moody’s ανακοίνωσε ότι υποβαθμίζει το αξιόχρεο της χώρας κατά μία βαθμίδα, στο A1 από Αα3, ενώ αναθεώρησε σε «αρνητικές» από «σταθερές» τις προοπτικές. Ήταν η πρώτη υποβάθμιση της Κίνας από τον συγκεκριμένο οίκο από το 1989, γεγονός που πυροδότησε αρχικά ση- μαντικές πιέσεις στις μετοχές, τα μέταλλα, το γιουάν, αλλά και νομίσματα χωρών που στηρίζονται στις εξαγωγές πρώτων υλών, όπως το δολάριο Αυστραλίας. Από το απόγευμα, όμως, οι πιέσεις εξασθένησαν αισθητά. Ο Moody’s είχε για πρώτη φορά χτυπήσει καμπανάκι τον Μάρτιο του 2016, αναθεωρώντας σε «σταθερές» από «θετικές» τις προοπτικές της κινεζικής οικονομίας εξαιτίας του υψηλού χρέους, της μείωσης των συναλλαγματικών αποθεμάτων και τις αμφιβολίες για την ικανότητα των αρχών να εφαρμόσουν τις φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις.
Και σήμερα οι αναλυτές του οίκου επικαλούνται για την απόφα- σή τους τον αυξημένο κίνδυνο υπερβολικής διόγκωσης των χρεών τοπικών κυβερνήσεων και κρατικά ελεγχόμενων επιχειρήσεων, η οποία θα μπορούσε, όχι μόνο να επιδεινώσει την εικόνα των δημοσιονομικών, αλλά και να λειτουργήσει ως βαρίδι ευρύτερα για την οικονομία.
Το κινεζικό υπουργείο Οικονομικών σε απάντησή του αμφισβήτησε τη μεθοδολογία του οίκου, ενώ χαρακτήρισε «αβάσιμη» την εκτίμηση για περαιτέρω αύξηση του χρέους. Σημείωσε επίσης πως οι αναλυτές «έχουν υποτιμήσει την ικανότητα της κυβέρνησης να εμβαθύνει τις μεταρρυθμίσεις και να τονώσει την εσωτερική ζήτηση». Δεν είναι η πρώτη φορά που μία μεγάλη οικονομία αμφισβητεί ευθέως την αξιοπιστία των στοιχείων των οίκων αξιολόγησης. Το 2011 κάτι ανάλογο είχε κάνει η κυβέρνηση των ΗΠΑ, όταν ο Standard & Poor’s είχε υποβαθμίσει το αμερικανικό αξιόχρεο.
Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι καμπανάκι για το κινεζικό χρέος έχουν επίσης κρούσει διεθνείς οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, και αναλυτές, ενώ και το ίδιο το Πεκίνο έχει αναγνωρίσει στο παρελθόν ότι θα πρέπει να μπει φρένο στην πιστωτική επέκταση των τοπικών κυβερνήσεων. Το συνολικό χρέος -δημόσιο και ιδιωτικότης Κίνας ανήλθε κοντά στο 260% του ΑΕΠ στα τέλη του 2016, από 160% το 2008, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg Intelligence. Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να επισημανθεί ότι πολύ μικρό κομμάτι του είναι σε χέρια ξένων επενδυτών. Το εξωτερικό χρέος της Κίνας είναι ένα από τα χαμηλότερα παγκοσμίως, καθώς αντιστοιχεί μόλις σε 12% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι υποβαθμίσεις από οίκους αξιολόγησης δεν επηρεάζουν τόσο πολύ το κόστος δανεισμού της χώρας, όπως συμβαίνει στην περίπτωση οικονομιών που εξαρτώνται για χρηματοδότηση από τις διεθνείς αγορές. Οι επενδυτές εστιάζουν άλλωστε την προσοχή τους και στους ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι το πρώτο τρίμηνο του έτους ήταν υψηλότεροι των προσδοκιών, με το κινεζικό ΑΕΠ να μεγεθύνεται 6,9%. Ο επίσημος στόχος για την ανάπτυξη του 2017 είναι 6,5%.
[SID:11073951]