Το καθολικό βασικό εισόδημα ως κοινωνικο-οικονομική λύση
Απάντηση απέναντι στην άνοδο των λαϊκιστικών και ακροδεξιών δυνάμεων, αλλά και στην αυτοματοποίηση της παραγωγής
Επιτυχημένοι επιχειρηματίες, όπως ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ του Facebook και ο Ίλον Μασκ της Tesla, επιμένουν στην αναγκαιότητά του, την ώρα που ο ΟΟΣΑ αμφισβητεί ευθέως την αποτελεσματικότητά του. Οι οικονομολόγοι είναι διχασμένοι και το ίδιο ισχύει και για την κοινή γνώμη. Ο λόγος για το καθολικό βασικό εισόδημα, το οποίο συζητείται έντονα το τελευταίο διάστημα σε συνδυασμό και με τις προκλήσεις που φέρνει για την αγορά εργασίας η αυτοματοποίηση. Τελικά, τι ακριβώς είναι; Μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της φτώχειας, να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη και να αμβλύνει φαινόμενα κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής;
Η ιδέα δεν είναι καθόλου νέα, αλλά τη συναντά κανείς ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα. Ο Thomas Paine σε μελέτη, που δημοσίευσε το 1797, πρότεινε η κυβέρνηση να προσφέρει σε όλους το ποσό των 15 στερλινών ετησίως, με αντάλλαγμα την κοινωνική συναίνεση στο θέμα των δικαιωμάτων ιδιωτικής περιουσίας. Αν και τέτοιου είδους προτάσεις συζητήθηκαν και κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη και ευρύτερα τον ανεπτυγμένο κόσμο επέλεξαν μια πολύ διαφορετική προσέγγιση: την ασφάλιση και στήριξη μέσω επιδομάτων μόνο των ανέργων και των ευπαθών ομάδων. Η πρόταση για ένα ελάχιστο εισόδημα, το οποίο θα χορηγείται σε όλους τους ενήλικες και τα παιδιά -άνευ όρων- είχε χαθεί για δεκαετίες, αλλά επανέρχεται σήμερα δυναμικά στο προσκήνιο, καθώς μερίδα αναλυτών συνδέει άμεσα την άνοδο λαϊκιστικών και ακροδεξιών δυνάμεων με την έντονη δυσφορία για τα στάσιμα εδώ και δεκαετίες εισοδήματα της μεσαίας τάξης, αλλά και την εντεινόμενη ανησυχία για τις θέσεις εργασίας, που απειλούνται από... τα ρομπότ.
Τα πρώτα πειράματα
σε δημοψήφισμα, καθώς η κυβέρνηση το είχε παρουσιάσει ως ιδιαίτερα δαπανηρό μέτρο με αμφίβολα οφέλη. Εφαρμόζεται μόνο στη Φινλανδία και στην Ολλανδία, σε πειραματικό στάδιο. Από τις αρχές του έτους 2000 άνεργοι Φινλανδοί -που επελέγησαν με κλήρωσηλαμβάνουν μηνιαίως 560 ευρώ, ποσό που αφαιρείται από άλλα επιδόματα, τα οποία δικαιούνταν έως τώρα. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι θα συνεχίσουν να το λαμβάνουν, ακόμη και εάν στο μεταξύ βρουν εργασία. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει στην Ολλανδία, με το ποσό να ανέρχεται στα 960 ευρώ μηνιαίως.
Εάν το πείραμα πετύχει, οι χώρες θα σκεφτούν την πλήρη εφαρμογή του σε πανεθνική κλίμακα. Αυτό σημαίνει ότι το καθολικό βασικό εισόδημα θα δίδεται σε όλους (με παράλληλη περικοπή άλλων επιδομάτων), ανεξάρτητα από το εάν είναι άνεργοι ή απασχολούμενοι και από το ποιες είναι οι ετήσιες απολαβές τους ή η αξία περιουσιακών στοιχείων. Πρόκειται για ένα επίπεδο πόρων στοιχειώδους διαβίωσης, το οποίο θα πολεμήσει τη φτώχεια, ενώ θα ενισχύσει, σύμφωνα με το Φινλανδικό Ινστιτούτο Εργασίας, τα κίνητρα για απασχόληση. Και τούτο γιατί, όπως εξηγεί, σήμερα αρκετοί άνεργοι απορρίπτουν θέσεις ημιαπασχόλησης ή ορισμένου χρόνου, φοβούμενοι ότι έτσι θα χάσουν το επίδομα ανεργίας για κάτι που κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι.
Τα υπέρ
Οι υποστηρικτές του μέτρου επισημαίνουν ότι δεν είναι πιο δαπανηρό από τα υφιστάμενα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας, αφού το ποσό αυτό είναι φορολογητέο, ενώ η χορήγησή του θα σημάνει την κατάργηση των άλλων υφιστάμενων κοινωνικών επιδομάτων. Όπως υποστηρίζουν, εάν αφαιρεθούν οι φόροι, που θα επιστρέψουν στο κράτος και οι δαπάνες που το κράτος θα γλιτώσει, το πραγματικό κόστος είναι περίπου το 1/3 του ονομαστικού. Εάν για παράδειγμα δίδονται 1.000 ευρώ τον μήνα, το πραγματικό κόστος θα είναι 300 ευρώ. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υπολογίζει ότι εάν στις ΗΠΑ κά- θε ενήλικας λάβει 12.000 ετησίως και κάθε παιδί 4.000 ετησίως, η ονομαστική δαπάνη για το κράτος θα είναι 3 τρισ. δολάρια, αλλά το πραγματικό κόστος μόνο 900 δισ. δολάρια. Επιπλέον εκτιμάται το μέτρο θα άρει την περίπλοκη γραφειοκρατία, τις αδικίες και τα φαινόμενα απάτης που χαρακτηρίζουν το προνοιακό σύστημα και τα οποία στοιχίζουν πολύ.
Οι υπέρμαχοι του καθολικού εισοδήματος παραδέχονται ότι δεν έχουν όλοι οι πολίτες την ίδια ανάγκη τα χρήματα. Εξηγούν, ωστόσο, πως ενώ ορισμένοι πολίτες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το ποσό για να καλύψουν βασικές ανάγκες, άλλοι ενδεχομένως να το διαθέσουν για την καλύτερη κατάρτισή τους ή ως δίχτυ ασφα- λείας για να τολμήσουν μία επιχειρηματική κίνηση. Εάν κάθε μήνα βρίσκεις 1.000 δολάρια στον τραπεζικό λογαριασμό σου, απλά επειδή είσαι πολίτης, το πιθανότερο είναι ότι θα προσπαθήσεις να τα αξιοποιήσεις σε θετική κατεύθυνση και όχι να τα σπαταλήσεις, αναφέρουν. Εκτιμούν δε πως το πιθανότερο αποτέλεσμα είναι να επιδιώξει κάποιος να βελτιώσει την επαγγελματική του ζωή. Παγκόσμια έρευνα της Gallop έδειξε ότι μόλις το 13% των εργαζομένων αισθάνεται αφοσιωμένο στην εργασία του, γιατί πραγματικά την απολαμβάνει.
Και τα κατά
Δεν συμμερίζονται όλοι την παραπάνω άποψη. Οι επικριτές σημειώνουν πως υπάρχει κίνδυνος μεγάλη μερίδα των πολιτών λαμβάνοντας αυτά τα χρήματα να επιλέξει να μείνει εκτός αγοράς εργασίας. Είναι κίνητρο για αεργία και όχι για απασχόληση, διατείνονται -αν και το φινλανδικό πείραμα, τουλάχιστον, δεν επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο. Το σημαντικότερο πρόβλημα, όμως, είναι ο αντίκτυπος που θα έχει μία τόσο δραστική αλλαγή πολιτικής στο φορολογικό σύστημα. Αναλυτές του Economist είχαν υπολογίσει πως προκειμένου να λάβει στις ΗΠΑ κάθε ενήλικας και παιδί βασικό εισόδημα 10.000 δολαρίων ετησίως, η χώρα θα πρέπει να αυξήσει τα φορολογικά της έσοδα κατά 10%.
Σε πρόσφατη μελέτη του ο ΟΟΣΑ επεσήμανε πως ένα βασικό εισόδημα «σε κοινωνικά και πολιτικά αξιόλογα επίπεδα» θα απαιτούσε πιθανότατα «αρκετά υψηλότερα έσοδα από τη φορολογία».
Σε προσομοιώσεις που πραγματοποίησε σε συγκεκριμένες χώρες, ο ΟΟΣΑ κατέληξε μάλιστα στο συμπέρασμα ότι αν το εγγυημένο βασικό εισόδημα εφαρμοζόταν στη Γαλλία και τη Βρετανία θα ωφελούσε μεν τα νοικοκυριά μεσαίων εισοδημάτων, αλλά θα μπορούσε να προκαλέσει ακόμη αύξηση της φτώχειας εξαιτίας της κατάργησης άλλων επιδομάτων. Στην περίπτωση της Ιταλίας εκτιμάται ότι τα επίπεδα φτώχειας θα παρέμεναν αμετάβλητα.
[SID:11105723]