«Κύμα» επενδύσεων στην ενέργεια
Η νέα μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας προβλέπει κεφάλαια ύψους 267-321 δισ. ευρώ έως το 2025
Θετικές προδιαγράφονται οι ενεργειακές επενδυτικές προοπτικές για την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης έως το 2025, όπως συμπεραίνει η νέα μελέτη «SE Europe Energy Outlook 2016/2017» του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ). Η μελέτη πραγματοποιείται σε ετήσια βάση από το 2011, ενώ η νέα έκδοση παρουσιάσθηκε χθες στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Σε αυτήν γίνεται μια διεξοδική και ολοκληρωμένη ανάλυση του ενεργειακού τομέα 13 συνολικά χωρών της περιοχής (Ελλάδα, Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, ΠΓΔΜ, Κόσσοβο, Μαυροβούνιο, Ρουμανία, Σερβία, Τουρκία και Σλοβενία).
Σύμφωνα με τη νέα έκδοση, με δεδομένη την αβεβαιότητα στις προοπτικές ανάπτυξης των χωρών, το ύψος των επενδύσεων θα επηρεαστεί σημαντικά από τις οικονομικές συνθήκες στην περιοχή. Έτσι, στο αισιόδοξο σενάριο, σύμφωνα με το οποίο ο ρυθμός ανάπτυξης κινείται ετησίως στο 3% κατά μέσο όρο, οι ενεργειακές επενδύσεις προβλέπεται πως θα αγγίξουν τα 321 δισ. ευρώ.
Ακόμη όμως και στο βασικό σενάριο, το οποίο υποθέτει ετήσια ανάπτυξη 1%, και πάλι το ύψος των κεφαλαίων δεν αναμένεται να είναι μικρότερο από τα 267 δισ. ευρώ. Η έκθεση διαπιστώνει παράλληλα πως, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, οι παραπάνω χώρες διαδραματίζουν ολοένα πιο σημαντικό ρόλο στη διοχέτευση ενεργειακών ροών στην υπόλοιπη «γηραιά ήπειρο». Την ίδια στιγμή, ωστόσο, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές από την υπόλοιπη Ευρώπη. Κατ’ αρχάς, με κριτήριο την ασφάλεια εφοδιασμού, όπου η συγκεκριμένη περιοχή εμφανίζεται πιο ευάλωτη, με συνέπεια να αναγορεύεται σε ζήτημα ζωτικής σημασίας η διασύνδεση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.
Μία ακόμη διαφορά έχει να κάνει με την υψηλή εξάρτηση της ΝΑ Ευρώπης από εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς οι αργού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων αντιστοιχούν στο 82,65% της συνολικής κατανάλωσης πετρελαίου και στο 69,5% του φυσικού αερίου, έναντι 53,5% του μέσου όρου της Ε.Ε. Διαφορετική εικόνα υπάρχει επίσης και στο ενεργειακό μίγμα, καθώς και οι οικονομίες και των 13 κρατών βασίζονται ακόμη σε μεγάλο βαθμό σε εγχώριες και κατά κανόνα ρυπογόνες πηγές ενέργειας (όπως για παράδειγμα ο λιγνίτης).
Το γεγονός αυτό, όπως σημειώνεται στη μελέτη, μεταφράζεται σε «χάσμα» ανάμεσα στον τρόπο που οι εν λόγω χώρες καλύπτουν τις ενεργειακές τους ανάγκες και τις πολιτικές που προωθεί η Ε.Ε. για την «απανθρακοποίηση» και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Μάλιστα, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ, η μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ, που προωθείται για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, δεν συνάδει τα προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας που έχουν επιβληθεί σε αρκετά κράτη της περιοχής. Επομένως, όπως διαπιστώνει το Ινστιτούτο, μόνο με την υποστήριξη κονδυλίων της Ε.Ε. θα μπορέσει η Νοτιοανατολική Ευρώπη να αυξήσει με γρήγορο ρυθμό το μερίδιο των «πράσινων» πηγών ενέργειας στην κάλυψη των αναγκών της. [SID:11108541]