Δυναμώνουν οι φωνές πίεσης στη Μέι για «μαλακό» Brexit
Παρέμβαση Χάμοντ και Καν καθώς η αβεβαιότητα πλήττει τις επενδύσεις
Πληθαίνουν οι πιέσεις προς τη Βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να ρίξει τους τόνους και να επιδιώξει ένα «μαλακό» Brexit, με τη Βρετανία να παραμένει μέλος της ενιαίας αγοράς και της τελωνειακής ένωσης τουλάχιστον για μία μεταβατική περίοδο.
Μιλώντας χθες στον τηλεοπτικό σταθμό Sky News, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ επισήμανε ότι η αβεβαιότητα όσον αφορά το Brexit πλήττει το επενδυτικό κλίμα, με μεγάλο μέρος επιχειρηματικών επενδύσεων να αναβάλλεται, ζητώντας να υπάρξει μία μεταβατική περίοδος πριν από την οριστική αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε.
«Θα υπάρξει μια ανάσα ανακούφισης από τις επιχειρήσεις αν είχαμε τη δυνατότητα να εξασφαλίσουμε μια αρχική συμφωνία για μία μεταβατική περίοδο» δήλωσε ο Χάμοντ. «Υπάρχουν πολλές επιχειρηματικές επενδύσεις που αναβάλλονται έως ότου οι επιχειρήσεις μπορέσουν να δουν πιο ξεκάθαρα ποια θα είναι η πιθανή έκβαση των συζητήσεων αυτών. Όσο νωρίτερα μπορούμε να δώσουμε στις επιχειρήσεις αυτή τη διαβεβαίωση, τόσο πιο γρήγορα θα αρχίσουν και πάλι οι επιχειρήσεις να επενδύουν» επισήμανε ο Βρετανός υπουργός.
O Χάμοντ είπε ακόμη ότι ο βρετανικός λαός ήθελε ένα Brexit που να προστατεύει τις θέσεις εργασίας και το βιοτικό του επίπεδο. Υποστήριξε επίσης ότι δεν βρίσκεται σε αντιπαράθεση με άλλους υπουργούς για την προσέγγιση στο θέμα του Brexit.
Ερωτηθείς από την τηλεόραση του BBC εάν πιστεύει ότι η Μέι θα παραμείνει πρωθυπουργός μέχρι το 2018, παρότι ηγείται μιας κυβέρνησης μειοψηφίας, ο Χάμοντ απάντησε «ναι, το πιστεύω». «Θα σας θυμίσω ότι όταν σχηματίσαμε τον συνασπισμό (με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες) το 2010, ο κόσμος έλεγε τότε: “Δεν θα κρατήσει μέχρι τα Χριστούγεννα”. Αλλά αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτικός» πρόσθεσε.
Η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι εξακολουθεί να μην έχει εξασφαλίσει τη στήριξη των Βορειοϊρλανδών Ενωτικών, έχοντας ξεκινήσει από χθες την εκστρατεία Υπέρμαχοι πειθούς προς τους Ευρωπαίους για ένα όσο το δυνατόν ανώδυνο για τους Βρετανούς Brexit.
Βλέπει σύντομα λύση
Ο βουλευτής του Βορειοϊρλανδικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP) Τζέφρεϊ Ντόναλντσον δήλωσε στο BBC ότι υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες οι δύο πλευρές να έχουν καταλήξει σε συμφωνία την επόμενη Πέμπτη. Πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι το DUP, το οποίο πήρε 292.316 ψήφους στις πρόσφατες εκλογές, δεν θα ήθελε να ρισκάρει μία πτώση της κυβέρνησης Μέι, καθώς σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να γίνει πρωθυπουργός ο επικεφαλής των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, ο οποίος στο παρελθόν είχε εμφανιστεί πλάι στους Ιρλανδούς εθνικιστές του Σιν Φέιν. Για τη Βρετανία η διατήρηση της ενιαίας αγοράς έχει καταστεί η βασική επιδίωξη των διαπραγματεύσεων του Brexit, καθώς τελευταία πληθαίνουν οι φωνές, κυρίως από τον επι- χειρηματικό κόσμο, για σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις αν το Ηνωμένο Βασίλειο απωλέσει την τελωνειακή ένωση.
Σε αυτούς που πιέζουν τη Μέι να υιοθετήσει μία πιο μαλακή γραμμή και να επιδιώξει τη συνέχιση της βρετανικής πρόσβασης στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και μετά την έξοδο από την Ε.Ε., προστέθηκε και ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν.
«Τα γκολπόστ του Brexit έχουν μετακινηθεί» δήλωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως η πρόσβαση στην ενιαία αγορά πρέπει να εξασφαλιστεί τουλάχιστον για μία μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια αποχώρησης της Βρετανίας από την Ε.Ε.
«Η κυβέρνηση πρέπει τώρα να ακούσει την επιθυμία του κόσμου και να θέσει στην άκρη την ιδεολογία και να διαπραγματευτεί ένα λογικό Brexit που θα εξασφαλίζει τη συνέχιση της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην ενιαία αγορά» επισήμανε ο Καν. Το «σκληρό» Brexit πάντως δεν απειλεί μόνο τη βρετανική οικονομία. Σύμφωνα με νέα μελέτη της εταιρείας συμβούλων Deloitte, που δημοσίευσε χθες η Ντόιτσε Βέλε, οι γερμανικές και γενικότερα ευρωπαϊκές βιομηχανίες θα έχουν απώλεια εσόδων έως και 20% στην περίπτωση πλήρους αποχώρησης της Βρετανίας από την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση.
Η Βρετανία είναι ιδιαιτέρως σημαντική αγορά για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Το ένα πέμπτο περίπου των γερμανικών εξαγωγών αυτοκινήτων κατευθύνεται προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Το 2016 περί τα 950.000 νέα αυτοκίνητα στην Βρετανία ήταν γερμανικής κατασκευής.
Εκτιμάται ότι έως και 60.000 θέσεις εργασίας στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία εξαρτώνται από τις εξαγωγές στη Βρετανία, με τις 18.000 από αυτές να βρίσκονται υπό απειλή, κατά την Deloitte, στην περίπτωση «σκληρού» Brexit.
Η εξασθένηση της αγγλικής λίρας θα προκαλέσει αύξηση στις τιμές των γερμανικών αυτοκινήτων, μειώνοντας παράλληλα την αγοραστική δύναμη των Βρετανών, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό πτώση στη ζήτηση. Οι δασμοί θα αυξηθούν ανεβάζοντας κι άλλο τις τιμές, με τη μελέτη της Deloitte να εκτιμά ότι τα γερμανικής κατασκευής αυτοκίνητα θα κοστίσουν έως και 21% ακριβότερα σε σχέση με τις τωρινές τιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο. [SID:11144467]