Σταθερό «γκάζι» ζητούν οι θεσμοί στην τελική ευθεία του προγράμματος
Χάσμα προσδοκιών μεταξύ Γ. Χουλιαράκη και κυβέρνησης για το χρέος και την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση
Πιέσεις στην κυβέρνηση για σταθερή πορεία στο τελευταίο έτος του ελληνικού προγράμματος άσκησαν οι εκπρόσωποι των θεσμών από το βήμα της 21ης Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης του Economist που διεξάγεται στο Λαγονήσι. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, ο οποίος εμμέσως πλην σαφώς τήρησε αποστάσεις από κεντρικούς άξονες της κυβερνητικής στρατηγικής τους προηγούμενους μήνες.
«Κανείς δεν ανέμενε μέτρα για το χρέος στο Eurogroup»
«Ουδείς ανέμενε τα επόμενα μέτρα για το χρέος σε αυτήν τη φάση. Όλοι γνωρίζαμε ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα θα εξειδικεύονταν στο τέλος του προγράμματος το 2018» ανέφερε χαρακτηριστικά ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, στον απόηχο της τελευταίας απόφασης του Eurogroup για την Ελλάδα.
Πρόσθεσε επίσης πως δεν υπήρχε η προσδοκία ότι οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να «ξεκλειδώσουν» τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ: «Αυτή είναι μία απόφαση την οποία θα λάβει μόνη της η ΕΚΤ». Σε κάθε περίπτωση, χαρακτήρισε μεν επιθυμητό το QE, αλλά όχι και πανάκεια για την επιστροφή στις αγορές, τονίζοντας ότι αυτή θα εξαρτηθεί από τις επιδόσεις της ελληνικής κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις και στους δημοσιονομικούς στόχους.
Ο κ. Χουλιαράκης μίλησε για την ανάγκη μείωσης των φορολογικών βαρών μεσοπρόθεσμα και ανέδειξε ως προτεραιότητα τη διαμόρφωση ενός φιλοεπιχειρηματικού περιβάλλοντος. «Χρειάζεται ιδιοκτησία όσων έχουν επιτευχθεί έως σήμερα» υπογράμμισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, καταλήγοντας: «Δεν είμαστε μακριά από το να επιτύχουμε τους στόχους μας». Από την πλευρά του ο επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα Ντέκλαν Κοστέλο, επεσήμανε ότι η χώρα εισέρχεται στο τελευταίο έτος του προγράμματος, με τη δυνατότητα να βγει στις αγορές μέχρι τον Αύγουστο του 2018. «Έχουμε ξαναβρεθεί όμως στο ίδιο σημείο, το 2014. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν να μη χαθεί ξανά αυτή η ευκαιρία. Χρειάζεται ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων» έσπευσε να συμπληρώσει ο Ευρωπαίος αξιωματούχος, τονίζοντας πάντως ότι η Αθήνα πρέπει απλώς να εφαρμόσει ό,τι έχει συμφωνηθεί, τίποτα παραπάνω. «Η Ευρώπη είναι εδώ για να βοηθήσει» διεμήνυσε, υπογραμμίζοντας ότι μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων προβλέπεται συνολικά, για την περίοδο 2014-2020, η διάθεση 35 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα και απομένει ακόμη η εκταμίευση 20 δισ. ευρώ.
Μεταξύ άλλων έκανε λόγο για «μεγάλη πρόοδο στην Ελλάδα», ενώ πρόσθεσε ότι θα πρέπει να εξειδικευτεί και η μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, η οποία -σε ό,τι αφορά τα δάνεια του EFSF- θα προβλέπει ότι δεν θα γίνονται πληρωμές πριν από το 2038.
«Χρειάζεται περισσότερη εξειδίκευση για το QE»
«Η απόφαση του Eugoroup ήταν ένα πρώτο βήμα. Ωστόσο, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος δεν έχουν ακόμη εξειδικευτεί επαρκώς» τόνισε αναφορικά με την προοπτική ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ο επικεφαλής της διεύθυνσης δημοσιονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Φραντσέσκο Ντρούντι, ο οποίος μετείχε μέσω τηλεδιάσκεψης στις εργασίες.
Ο ίδιος χαρακτήρισε πολύ θετική την εκπλήρωση των προαπαιτούμενων που οδήγησε στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, τονίζοντας ότι τώρα χρειάζεται υλοποίηση στα επόμενα βήματα: «Η εφαρμογή του προγράμματος είναι το κλειδί».
Αναφερόμενος στον ελληνικό τραπεζικό τομέα, επεσήμανε ότι τα τελευταία χρόνια οι καταθέσεις έχουν αυξηθεί, αλλά και πάλι παραμένουν κατά περίπου 25% κάτω από το σημείο που βρίσκονταν όταν ξεκίνησε η κρίση. Μεταξύ άλλων, ο κ. Drudi παρατήρησε μείωση των επιτοκίων, ιδίως μετά τις ανακοινώσεις του Eurogroup. «Έχουμε κάποια θετικά στοιχεία. Επίσης, η υλοποίηση των αποφάσεων για ζητήματα διακυβέρνησης έχει προχωρήσει αρκετά» πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία ανέρχονται στο 45%, μίλησε για ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, το οποίο έχει σταθεροποιηθεί, αλλά δεν έχει ακόμη αρχίσει να μειώνεται.
«Αναγκαία η ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων»
«Μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμί- Νικολά Τζιαμαρόλι, σεις, μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι που πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο της συζήτησης για την Ελλάδα, με στόχο, τι άλλο, την ανάπτυξη» τόνισε ο επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Νικολά Τζιαμαρόλι, επισημαίνοντας ότι τους προηγούμενους μήνες οι εμπλεκόμενοι παράγοντες «επικεντρώθηκαν υπερβολικά» στο ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους.
«Υπάρχει ένας καθαρός δρόμος μέχρι το τέλος του προγράμματος. Έχουμε ένα καλό πλαίσιο για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τώρα πρέπει να μειωθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Έχουμε ένα ταμείο ιδιωτικοποιήσεων. Τώρα είναι η ώρα να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τζιαμαρόλι.
Αναφερόμενος στο ελληνικό χρέος, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα, μέσα από τις διευκολύνσεις αποπληρωμής από τον ESM, ήδη εξοικονομεί περίπου 10 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου το 6% του ΑΕΠ, ετησίως.
Ο ίδιος πρόσθεσε πάντως ότι το Eurogroup είναι έτοιμο να αποφασίσει περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, εφόσον χρειαστεί. Ωστόσο, τόνισε ότι -προκειμένου να επιστρέψει στις αγορές- η Ελλάδα θα πρέπει να αναλάβει την ιδιοκτησία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Τζιαμαρόλι σημείωσε ότι η ελληνική κοινωνία έχει κου- ραστεί από τις δημοσιονομικές και όχι από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είναι αυτές που χρειάζονται. «Οι Έλληνες προτιμούν να εργάζονται στη χώρα τους παρά να μεταναστεύουν» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Ενισχύεται η εμπιστοσύνη των επενδυτών στη χώρα»
«Η πρόσφατη συμφωνία παρέχει στήριξη στην Ελλάδα για την πρόσβαση στις αγορές μέσω της δημιουργίας ενός αποθεματικού που θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αυτό είναι σε θέση να καταστήσει δυνατή την πρόσβαση στις αγορές ακόμη και χωρίς την επιλεξιμότητα για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ». Την εκτίμηση αυτή εξέφρασε από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, ο οποίος δήλωσε αισιόδοξος ότι, παρά τις προκλήσεις της έλλειψης χρηματοδότησης και της υψηλής φορολόγησης, θα ενισχυθεί η οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό, επικαλέστηκε μεταξύ άλλων την ανάκαμψη της παραγωγής των κεφαλαιουχικών αγαθών κατά 19% τους δύο πρώτους μήνες του 2017, την αναπτυξιακή δυναμική την οποία κατά τη γνώμη του προσφέρει η υποανάπτυξη στην ψηφιακή οικονομία, την υψηλή εξειδίκευση του ανθρώπινου δυναμικού και τα χαμηλά εργατικά κόστη.
[SID:11158726]