Γερμανική επιτάχυνση, βρετανική επιβράδυνση
Αναθεώρησε ανοδικά τις προβλέψεις για την οικονομία της Γερμανίας - Πτώση παραγωγής στη Γηραιά Αλβιόνα
Με ταχύτερους ρυθμούς αναπτύσσεται η οικονομία της Γερμανίας, χάρη στην ισχυρή εσωτερική ζήτηση, αλλά και την ανάκαμψη των εξαγωγών, όπως επισημαίνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Την ίδια ώρα η Βρετανία κατεβάζει ταχύτητα εν μέσω ανησυχιών για το πώς θα εξελιχθούν οι διαπραγματεύσεις του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες για το Brexit. Το ΔΝΤ αναθεώρησε χθες επί τα βελτίω τις προβλέψεις του για τη μεγέθυνση του γερμανικού ΑΕΠ. Υπολογίζει πλέον ότι χάρη σε ευνοϊκές συνθήκες στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και στη βελτίωση της εικόνας συνολικά στην Ευρωζώνη, η κορυφαία οικονομία της νομισματικής ένωσης θα αναπτυχθεί με ρυθμούς 1,8% φέτος και 1,6% το 2018. Η προηγούμενη εκτίμηση του Ταμείου έκανε λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 1,6% και 1,5% αντίστοιχα.
Στην έκθεσή του ο διεθνής οργανισμός υπογράμμισε ότι οι ισχυρές επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό και στην υποστηρικτική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Ωστό- Η παραγωγή σο σημείωσε ότι τα μηδενικά επιτόκια δανεισμού και τα αρνητικά καταθετικά επιτόκια, για τα οποία το Βερολίνο διαμαρτύρεται, έχουν πράγματι πλήξει την κερδοφορία των τραπεζών της χώρας. Όσον αφορά την απασχόληση εκτίμησε ότι θα συνεχίσει να ενισχύεται.
Οι ειδικοί του Ταμείου κάλεσαν, εν τω μεταξύ, εκ νέου τη γερμανική κυβέρνηση να λάβει μέτρα για την εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου, καθώς το μεγάλο πλεόνασμα της χώρας έναντι των εταίρων της στην Ευρωζώνη, αλ- λά και των ΗΠΑ, συνιστά πηγή σφοδρών αντιπαραθέσεων τα τελευταία χρόνια. Προειδοποίησαν επίσης ότι σε μεσοπρόθεσμη βάση απαιτούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, εξαιτίας των αρνητικών επιπτώσεων από τη γήρανση του πληθυσμού.
Στη Βρετανία, απογοητευτικά είναι τα τελευταία μηνύματα για την οικονομία. Η παραγωγή των βρετανικών εργοστασίων συρρικνώθηκε απροσδόκητα τον Μάιο, ενώ ο κατασκευαστικός τομέας βυθίστηκε σε ύφεση. Η παραγωγή του κατέγραψε τον συγκεκριμένο μήνα πτώση κατά 1,2%, η οποία ήταν η μεγαλύτερη από τον Οκτώβριο του 2015. Αδύναμη είναι επίσης η εικόνα για τις καταναλωτικές δαπάνες. Αναλυτές εκτιμούν, βάσει αυτών των δεδομένων, ότι το δεύτερο τρίμηνο του έτους η βρετανική οικονομία αναπτύχθηκε μόλις κατά 0,2% με 0,3%.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι αμφίβολο εάν η Τράπεζα της Αγγλίας θα προβεί σε αύξηση των επιτοκίων εντός του έτους. Καθώς το αποτέλεσμα του περσινού δη- μοψηφίσματος δεν πυροδότησε τις αναταράξεις που πολλοί φοβούνταν στην πραγματική οικονομία, οι αγορές περίμεναν στροφή σε πιο περιοριστική πολιτική, με τη βρετανική κεντρική τράπεζα να ακολουθεί ουσιαστικά τα βήματα της αμερικανικής Federal Reserve. Σε δημοσκόπηση του Reuters, ειδικοί εκτιμούσαν ότι οι πιθανότητες για αύξηση των βρετανικών επιτοκίων έως τον Δεκέμβριο είναι μία στις τρεις, ενώ πριν από λίγες εβδομάδες σε ανάλογη δημοσκόπηση έκαναν λόγο για πιθανότητες 50%. Πολλά βεβαίως θα εξαρτηθούν από τα μηνύματα που θα στείλει τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με το Λονδίνο. Η Βρετανίδα πρωθυπουργός έχει υπογραμμίσει ότι για την ίδια προέχει η δέσμευσή της να περιορίσει τις μεταναστευτικές ροές, ενώ δεν εμφανίζεται διατεθειμένη να επιδιώξει ειδικά προνόμια για κλάδους όπως ο χρηματοπιστωτικός. Μετά το απογοητευτικό για την ίδια αποτέλεσμα των εκλογών, ωστόσο, αρκετοί εκτιμούν ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τον δρόμο του «μαλακού Brexit».
[SID:11181437]