Προϋποθέσεις συναίνεσης του Δημοσίου σε συμφωνία αναδιάρθρωσης
Σύμφωνα με τον ν. 4469/2017 και την απόφαση της κυρίας Παπανάτσιου, το συνολικό ποσό που προτείνεται να αποπληρωθεί στο Δημόσιο ισούται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή των παρακάτω υποχρεωτικών κανόνων (παρ. 2 άρθρου 9 του ν. 4469/2017): α) Οι ρυθμίσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν επιτρέπεται να φέρουν τους πιστωτές, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται το Δημόσιο, σε χειρότερη οικονομική θέση απ’ αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. β) Οι πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίζονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο, λαμβάνουν ποσά και άλλα τυχόν ανταλλάγματα τουλάχιστον ισάξια με τα ποσά που προβλέπεται ότι θα ελάμβαναν κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των συνοφειλετών και των βεβαρημένων υπέρ τους περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. γ) Ποσά και άλλα ανταλλάγματα που απομένουν προς διανομή μετά την κατά προτεραιότητα διανομή ποσών και άλλων ανταλλαγμάτων, σύμφωνα με τις περιπτώσεις α’ και β’, διανέμονται σε όλους τους πιστωτές συμμέτρως κατά το μέρος των απαιτήσεών τους που απομένει ανεξόφλητο μετά την εφαρμογή των περιπτώσεων α’ και β’. δ) Με την επιφύλαξη της περίπτωσης α’, για τον υπολογισμό των ποσών και των τυχόν άλλων ανταλλαγμάτων διανομής μεταξύ των πιστωτών, από τις απαιτήσεις των πιστωτών αφαιρούν- ται προηγουμένως: αα) το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα, ββ) ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση και ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τα αναφερόμενα στις υποπεριπτώσεις αα’ και ββ’ ποσά συνυπολογίζονται στη διανομή μόνο στην περίπτωση και κατά την έκταση που το επιτρέπει η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και αποπληρώνονται, εν όλω ή εν μέρει, μόνο εφόσον έχουν αποπληρωθεί πλήρως οι λοιπές απαιτήσεις των πιστωτών.
Σε αντίθετη περίπτωση τα ανωτέρω ποσά διαγράφονται μετά την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλών με βάση τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
Αναλυτικά, το πλήρες κείμενο της απόφασης της υφυπουργού Οικονομικών έχει ως εξής: 1. Το Δημόσιο υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, υπό τις κάτωθι προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται σωρευτικά: (α) Το συνολικό ποσό που προτείνεται να αποπληρωθεί στο Δημόσιο ισούται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων της παραγράφου 2 του άρθρου 9, με όρους καθαρής παρούσας αξίας. Για τη διαπίστωση της τήρησης των κανόνων αυτών: (αα) Για την αξιολόγηση της «αξίας ρευστοποίησης» των πε- ριουσιακών στοιχείων των περιπτώσεων (α) και (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 9, επί της οποίας εφαρμόζονται οι υποχρεωτικοί κανόνες των ανωτέρω περιπτώσεων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη τα εξής: (ααα) Για τα ακίνητα:
Έκθεση εκτιμητή ακινήτων, σύμφωνα με την περίπτωση (ιε) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017 και σε περίπτωση που προσκομίζονται από οφειλέτη, συνοφειλέτη ή πιστωτές περισσότερες εκθέσεις εκτιμητών, την πιο πρόσφατη. Εκτίμηση αξίας ακινήτων που περιλαμβάνεται σε έκθεση εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με την περίπτωση (ιδ) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017, λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν βασίζεται σε έκθεση εκτιμητή ακινήτων.
Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακι- νήτων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη: i) Τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ, σύμφωνα με το ν. 4223/2013, από την τελευταία συντεθείσα δήλωση ΕΝΦΙΑ - πράξη προσδιορισμού φόρου. ii) Για ακίνητα για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝΦΙΑ, την αντικειμενική αξία αυτών, η οποία προκύπτει κατά τις διατάξεις του άρθρου 41Α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43Α’) και της απόφασης του υπουργού Οικονομικών 1144814/26361/ ΠΟΛ.1310/30.12.1998 (ΦΕΚ Β’ 1328). Για τον υπολογισμό αυτής συμπληρώνεται από τον οφειλέτη ή τον συνοφειλέτη το έντυπο υπολογισμού αξίας «ΑΑ ΓΗΣ» και η ορθότητα του υπολογισμού της βεβαιώνεται από συμβολαιογράφο. (ααβ) Για τα κινητά: i) που σχετίζονται με την άσκη- ση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια πλην ακινήτων, αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ., απαιτήσεις, τίτλοι, καταθέσεις, μετρητά, μετοχές), την αγοραία αξία όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία είτε από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη, που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο των 1.500.000 ευρώ. Ως «πρόσφατη έκθεση» θεωρείται αυτή που έχει συνταχθεί εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στην εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης οφειλών. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται η ως άνω έκθεση, το Δημόσιο λαμβάνει υπόψη την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη και δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα για τον έλεγχο της ως άνω δηλωθείσας αξίας. ii) που δεν υπάγονται στην ανωτέρω υποπερίπτωση και αφορούν κινητά μεγάλης αξίας, ενός εκάστου άνω των 2.000 ευρώ και συνολικά εκτιμώμενα άνω των 30.000 ευρώ, την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, για τον έλεγχο της οποίας το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα και η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται αυτής που αναγράφεται σε εν ισχύι σύμβαση ασφάλισής τους. iii) μικρής αξίας, η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη. (αβ) Ως «ικανότητα αποπληρωμής» νοείται το ποσό που δύναται να αποπληρώσει συνολικά ο οφειλέτης και οι συνοφειλέτες που υπέγραψαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, έναντι των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές εντός χρονικού διαστήματος, που για το Δημόσιο ισούται με τον χρόνο αποπληρωμής εκατόν είκοσι (120) μηνιαίων δόσεων. Η «ικανότητα αποπληρωμής», με την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και η «μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής», σύμφωνα με το στοιχείο (α) της παραγράφου 5 του άρθρου 15, υπολογίζονται: (αβα) για νομικά πρόσωπα είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, ως εξής:
Με βάση τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή της αίτη-