Πού βασίζεται η ανάλυση του ΔΝΤ σύμφωνα με την οποία το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο; Είναι το ύψος της ονομαστικής αξίας ή το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης που κυρίως καθορίζει τη βιωσιμότητα του χρέους; Σημειωτέον, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ξαν
«σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ». Αναφορικά με το ελληνικό χρέος, η κα Βελκουλέσκου διευκρινίζει ότι το πρόβλημα αφορά τον μακροπρόθεσμο ορίζοντα και ουσιαστικά προκύπτει όταν η Ελλάδα θα σταματήσει να δανείζεται με τα ευνοϊκά επιτόκια του ESM και θα χρηματοδοτείται με τα σαφώς υψηλότερα επιτόκια των αγορών. Όσο για το QE: «Δεν είναι ουσιώδες για τη βιώσιμη επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές». «Οι απόψεις του ΔΝΤ αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είναι γνωστές. Η ανάλυσή μας εστιάζει κυρίως στις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας, δηλαδή στο ποσό που η Ελλάδα πρέπει να δανείζεται κάθε χρόνο για να καλύψει τις οικονομικές της υποχρεώσεις αφού έχει αντλήσει τους εσωτερικούς της πόρους. Οι υποχρεώσεις της Ελλάδας υπό αυτήν την έννοια είναι οι αποπληρωμές του χρέους της συν τους τόκους που οφείλει για το χρέος της, ενώ οι πόροι της είναι τα πρωτογενή της πλεονάσματα και οι εισπράξεις από ιδιωτικοποιήσεις. Αυτό είναι παρόμοιο με την έννοια του “ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης” που επισημάνατε. Αλλά παρακολουθούμε επίσης την εξέλιξη του αποθέματος χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, το οποίο επηρεάζει το κόστος χρηματοδότησης: με οτιδήποτε άλλο να είναι ίσο, όσο υψηλότε- ρο είναι το απόθεμα του χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, τόσο πιο ακριβό είναι να το χρηματοδοτήσεις. Σύμφωνα με τις προβολές μας, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα αυξηθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα μακροπρόθεσμα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι παρ’ όλο που επί του παρόντος μεγάλο μέρος του χρέους της Ελλάδας είναι επίσημη χρηματοδότηση, η οποία παρέχεται με ιδιαίτερα ευνοϊκά επιτόκια, με την πάροδο του χρόνου το χρέος αυτό θα πρέπει να εξοφληθεί και να αντικατασταθεί με νέο χρέος σε πιο ακριβά επιτόκια αγοράς. Από αυτήν την άποψη εκτιμούμε ότι το χρέος της Ελλάδας είναι μη βιώσιμο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχουμε ζητήσει πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, ώστε να μειώσουμε περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της Ελλάδας και να αποκαταστήσουμε τη βιωσιμότητά του».
Σε ποια μέτρα επικεντρώνετε εν όψει της γ’ αξιολόγησης του προγράμματος και γιατί; Παρεμπιπτόντως, θεωρείτε ότι θα είναι μια πιο εύκολη υπόθεση σε σύγκριση με τη β’ αξιολόγηση;
«Το πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας περιλαμβάνει μια σειρά μεταρρυθμίσεων προς υλοποίηση με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με ένα χρονοδιάγραμμα που τέθηκε από τις αρχές και συμφωνήθηκε με τους εταίρους του προγράμματος. Οι αξιολογήσεις του προγράμματος είναι μια ευκαιρία για περιοδική καταγραφή της προόδου στην εφαρμογή πολιτικών, επιθεώρηση της οικονομικής κατάστασης και έλεγχο για τυχόν αλλαγές στη στρατηγική του προγράμματος. Η επόμενη αξιολόγηση θα εκτιμήσει έτσι τις μακροοικονομικές εξελίξεις και τις πολιτικές, εστιάζοντας στην εφαρμογή τόσο των πρόσφατων όσο και των επικείμενων μεταρρυθμίσεων:
Στον δημοσιονομικό τομέα, θα αναθεωρούσαμε τα δημοσιονομικά αποτελέσματα σε σχέση με τους στόχους και την παρακολούθηση των σχεδίων για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, με τη θέσπιση αυστηρότερων κανόνων για την προσωρινή απασχόληση, καθώς και με την αξιολόγηση του πλαισίου εκκαθάρισης ληξιπρόθεσμων οφειλών, μεταξύ άλλων θεμάτων.
Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, θα επαναξιολογούσαμε τη συνολική εποπτική στρατηγική για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη διασφάλιση μιας επαρκούς κεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Στο πλαίσιο αυτό θα εξετάσουμε επίσης προσεκτικά την αποτελεσματικό-