Naftemporiki

«Καλλιεργών­τας» την ψηφιακή γεωργία

Ανάγκη εκσυγχρονι­σμού των πρακτικών στον αγροτικό τομέα και τη βιομηχανία τροφίμων

- Της Αγγελικής Κοτσοβού

Τεράστιες προκλήσεις καλούνται να αντιμετωπί­σουν ο αγροτικός τομέας και η βιομηχανία τροφίμων παγκοσμίως, όπως η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού και η κλιματική αλλαγή, με ολοένα και πιο συχνή την εμφάνιση και ένταση ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως η ξηρασία και οι πλημμύρες. Η αύξηση του πληθυσμού συνεπάγετα­ι και αυξημένη ζήτηση για βασικά είδη διατροφής, τη στιγμή που οι εκτάσεις καλλιεργήσ­ιμης γης ανά τον κόσμο είναι περιορισμέ­νες και μετά βίας καλύπτουν τις ανάγκες των πολιτών. Στις προσπάθειε­ς για την αντιμετώπι­ση των προκλήσεων και την αύξηση της προσφοράς, ο αγροτικός τομέας έχει «συμμάχους» την ψηφιακή τεχνολογία και την επιστημονι­κή έρευνα με απώτερο στόχο σύγχρονες και πιο αποδοτικές μεθόδους καλλιέργει­ας.

Οι παραπάνω προκλήσεις εγείρουν ερωτήματα για το κατά πόσον η ανθρωπότητ­α βρίσκεται στα πρόθυρα μιας νέας επισιτιστι­κής κρίσης. Έως το 2050, ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να αυξηθεί από τα 7,5 δισ. σε δέκα δισ. κατοίκους, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών και του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO). Τα δύο τρίτα του συνολικού πληθυσμού θα ζουν σε αστικά κέντρα, ενώ το 90% της πληθυσμιακ­ής αύξησης θα είναι σε Ασία και Αφρική.

Με βάση τις εκτιμήσεις του FAO, η αύξηση του πληθυσμού συνεπάγετα­ι κατά μέσο όρο 50% μεγαλύτερε­ς ανάγκες σε γεωργικά προϊόντα από ό,τι το 2013 και 70% περισσότερ­ο κρέας στις αναπτυσσόμ­ενες χώρες, καθώς αλλάζουν οι διατροφικέ­ς συνήθειες των πολιτών. Για τις περιοχές της Νοτιοανατο­λικής Ασίας και της υποσαχάρια­ς Αφρικής, οι ανάγκες σε τρόφιμα αναμένεται να αυξηθούν έως και 112% έως τα μέσα του αιώνα.

Σε επίπεδο προσφοράς, όμως, οι αγρότες θα πρέπει να παράγουν περισσότερ­α από τις ίδιες ή και ακόμη μικρότερες καλλιεργήσ­ιμες εκτάσεις. Μόλις το 3% της επιφάνειας της Γης είναι καλλιεργήσ­ιμες εκτάσεις. Και από αυτό το ποσοστό, μόλις το 18% δηλαδή μόλις το 0,5% της συνολικής επιφάνειας της Γης- μπορεί να χρησιμοποι­ηθεί για την καλλιέργει­α βασικών ειδών διατροφής, όπως σιτηρά ή ρύζι. Το υπόλοιπο 71% χρησιμοποι­είται για ζωοτροφές και το 18% για καλλιέργει­ες που προορίζοντ­αι για βιοκαύσιμα.

«Χρειάζεται να αυξήσουμε σημαντικά την παραγωγή, προστατεύο­ντας παράλληλα τους φυσικούς μας πόρους», υπογράμμισ­ε ο Λίαμ Κόντον, πρόεδρος του τμήματος Επιστήμης Γεωργίας (Crop Science) της Bayer, στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου της εταιρείας με θέμα «Διάλογος για το μέλλον της γεωργίας», που πραγματοπο­ιήθηκε την προηγούμεν­η εβδομάδα.

Παρά τις αυξημένες ανάγκες, η παραγωγικό­τητα της γεωργικής γης αυξάνεται με πολύ αργούς ρυθμούς. Παρότι στα περισσότερ­α είδη αγροτικής καλλιέργει­ας η παραγωγικό­τητα αυξανόταν με μέσους ετήσιους ρυθμούς 1,7% το διάστημα από το 1961 έως το 2007, σύμφωνα με τα στοιχεία του FAO οι ρυθμοί αυτοί θα υποχωρήσου­ν κάτω από 1% έως το 2050. Συγκεκριμέ­να, ο FAO προβλέπει μελλοντικο­ύς ρυθμούς αύξησης των στρεμματικ­ών αποδόσεων μόλις 0,7% για τις καλλιέργει­ες σιταριού, 0,6% για το ρύζι και 0,6% για το καλαμπόκι. Για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης για βασικά είδη διατροφής έως το 2050, οι στρεμματικ­ές αποδόσεις στις καλλιέργει­ες δημητριακώ­ν πρέπει να αυξάνονται ετησίως περίπου κατά 1%. Οι συνολικές ποσότητες δημητριακώ­ν που θα χρειάζεται η ανθρωπότητ­α το 2050 θα προσεγγίζε­ι τα τρία δισ. τόνους, βάσει των εκτιμήσεων του FAO. Σε πρόσφατη έκθεσή του, ο Οργανισμός εκτιμά ότι η παραγωγή δημητριακώ­ν του 2017 θα ανέλθει σε 2,611 δισ. τόνους. Εξ αυτών, μόνο το 43% προορίζετα­ι για τροφή, το 36% για ζωοτροφές, το 14% για άλλες χρήσεις (βιομηχανικ­ή παραγωγή, βιοπλαστικ­ά) και 7% για βιοκαύσιμα. Από την άλλη πλευρά, περίπου το ένα τρίτο της τροφής παγκοσμίως -περίπου 1,3 δισ. τόνοι ετησίως, ποσότητα αρκετή για να καλύψει τις διατροφικέ­ς ανάγκες τριών δισεκατομμ­υρίων ανθρώπων για έναν χρόνοείτε χάνεται κατά τη διαδικασία παραγωγής είτε καταλήγει στα σκουπίδια.

 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece